Το ανθρώπινο μυαλό, τις περισσότερες φορές, δεν αντιλαμβάνεται αυτό που πραγματικά μπορεί να συμβαίνει όμως διαλέγει τις σημαντικές για εκείνο πληροφορίες και τις μετατρέπει σε μια ιστορία ή υπόθεση που μπορεί και θέλει να υποστηρίξει κι επομένως αυτή η ιστορία να είναι αλήθεια που αναγνωρίζει. Γιατί όμως το ανθρώπινο μυαλό να βάζει σε μια τέτοια διαδικασία τον ίδιο τον άνθρωπο; Υπάρχει κι η άλλη επιλογή, ξέρεις, το να αποδεχθείς την κατάσταση ή να φιλτράρεις σωστά τη πληροφορία που λαμβάνεις. Όμως μπορεί κανείς να την επιλέξει εν γνώσει του ή γίνεται από μόνο του;

Συνήθως, όταν βρισκόμαστε σε συναισθηματική φόρτιση έχουμε την τάση να παίρνουμε την κάθε πληροφορία διαφορετικά. Αυτό βέβαια δεν έχει σχέση μόνο με το πώς θέλουμε να διαχειριστούμε τα στοιχεία που έχουμε αλλά και σε τι ψυχολογική κατάσταση βρισκόμαστε. Για παράδειγμα, σε ένα εργασιακό περιβάλλον που συνυπάρχουν δυο άτομα που δε συμπαθούν ο ένας τον άλλο κι είναι συναισθηματικά φορτισμένοι είτε μεταξύ τους είτε για άλλους λόγους ο καθένας, είναι φυσιολογικό κι επόμενο ο ένας να παρερμηνεύει τις κινήσεις του άλλου κατά τη δική του βούληση κι όχι όπως πραγματικά δείχνει. με αποτέλεσμα να παίζει τον κύριο λόγο η φαντασία κι όχι η πραγματικότητα.

Η κάθε πληροφορία την οποία λαμβάνουμε μπορεί να χρησιμοποιηθεί και προς όφελός μας αλλά και κατά μας. Όταν θέλουμε κάτι να συμβεί πάρα πολύ, ακόμα κι αν καταλάβουμε κάτι το οποίο είναι άσχετο μ’ αυτό που θέλουμε να γίνει, τότε το συνδέουμε με τον οποιοδήποτε τρόπο έτσι ώστε να το κάνουμε να κολλήσει μ’ αυτό που θέλουμε και να βγάλουμε μ’ αυτόν τον τρόπο το αποτέλεσμα που θέλουμε. Όμως, αυτό δε μας κάνει καλό. Γιατί εκτός από το να δημιουργούμε κάτι εσκεμμένα χωρίς να πραγματικά να υπάρχει, κοροϊδεύουμε το ίδιο μας το μυαλό. Ουσιαστικά φανταζόμαστε αυτό που θέλουμε ή πιστεύουμε πως πραγματοποιείται, χωρίς καν να υπάρχει.

Το ίδιο μπορεί να συμβεί όταν δεν υπάρχει κάτι αρνητικό γύρω από μια υπόθεση κι επειδή εμείς οι ίδιοι δε θέλουμε να είμαστε σ’ αυτήν πια ή βρίσκουμε αιτίες να φύγουμε, τότε βρίσκουμε αφορμές να συνδέουμε αρνητικά τα γεγονότα κι έτσι να παράγουμε τη δική μας ιστορία, φυσικά προς όφελός μας.

Το ίδιο μπορεί να συμβεί όταν δε συμπαθούμε έναν άνθρωπο χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Απλά δεν τον συμπαθούμε. Αλλά για να στηρίξουμε την άποψή μας, λέμε «Δεν ξέρω κάτι άσχημο μου βγάζει» ή «Δες τον που σίγουρα δεν εννοεί όσα λέει». Όλοι οι υπόλοιποι δε βλέπουν αυτό που νομίζεις εσύ ότι βλέπεις. Κι είναι επόμενο να καταλάβουν κι οι άλλοι πώς σκαρφίζεται κανείς τα δήθεν σημάδια που υπάρχουν να μην συμπαθεί κανείς αυτό το άτομο. Και μαζί μ’ εκείνους προσπαθείς, μάταια, να πείσεις και τον ίδιο σου τον εαυτό. Για κάτι που με λογική να εξηγήσεις δεν μπορείς. Όμως το κάνεις.

Οπότε είναι εμφανές πως εμείς οι ίδιοι είμαστε εκείνοι που δημιουργούμε τις καταστάσεις που βασανίζουν κανέναν άλλο παρά μόνο εμάς. Γιατί εμείς μπαίνουμε σε μια πραγματικότητα δική μας, σαν μια φούσκα χωρίς να αντιλαμβανόμαστε πως κάνουμε κακό στον εαυτό μας.  Ενώ εξ αρχής θα μπορούσαμε να ελέγξουμε την κατάσταση και ν’ αντιληφθούμε τι πραγματικά συμβαίνει, ξεκινήσαμε να παρερμηνεύουμε πληροφορίες χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Κι ο μοναδικός τελικά που βγαίνει χαμένος απ’ αυτό, δεν είναι άλλος παρά εμείς οι ίδιοι.

 

Συντάκτης: Μαρίλια Μυστεγνιώτου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου