Σ’ όλους είναι γνωστό πως ζούμε σε μία βίαιη εποχή, άλλοι τη βιώνουν κι άλλοι απλώς την παρακολουθούν. Έχουν δοθεί πολλοί ορισμοί για τη βία και γνωστές οι διακρίσεις της σε συγκεκριμένες κατηγορίες που θα πλατειάσω αν επαναλάβω. Συγχωρέσετε με που δε θα σταθώ στις ήδη γνωστές –και σαφώς σοβαρές κι επιζήμιες– μορφές της βίας, αλλά μία συγκεκριμένη και λανθάνουσα μορφή της είναι αυτή που στην παρούσα φάση με απασχολεί.

Αυτός ο προσδιορισμός «λανθάνουσα» είναι που με ανησυχεί, γιατί χτυπά κρυφά, χωρίς να φαίνεται. Μιλώ για την υλική βία, απότοκο καμάρι του σύγχρονου υλιστικού γίγνεσθαι. Μία βία παράξενη λόγω της διττής της υπόστασης, γεγονός που την καθιστά και τόσο επικίνδυνη. Η υλική βία είναι η μόνη μορφή βίας που παράλληλα πληγώνει και θεραπεύει. Επιτίθεται μέσα στα σπίτια μας, μα ειδικά σήμερα, επιτίθεται όπου κι αν βρεθούμε μέσω του διαδικτύου, τη δεύτερη πλέον φύση του σύγχρονου τεχνολογικού ανθρώπου, κατακλύζοντας την ύπαρξή του.

Μέσω αυτού –του κατά τα άλλα τεχνολογικού θαύματος– δημιουργείται ένας φαντασιακός διαδικτυακός κόσμος που γεμίζει το άτομο κενά κι ανασφάλειες. Ο άνθρωπος πια άφησε το πνεύμα και την ψυχή του για να ικανοποιηθεί με εικόνες, άλλων αλλά κυρίως του εαυτού του. Εδώ, λοιπόν, έρχεται η υλική βία να καλύψει, υποτίθεται, τα κενά μας, διευρύνοντας κι άλλο τις εσωτερικές πληγές, αλλά παράλληλα σαν φάρμακο κακό ανακουφίζει βραχυπρόθεσμα με ουσία δραστική την ικανοποίηση. Ειδικότερα, ενώ αλλοτριώνει την ήδη κατακερματισμένη ηθική υπόσταση κι ουσία του νοήματος του ανθρώπου, αμέσως καλύπτει τα κενά με υλικά υποκατάστατα, δίνοντας την εύκολη λύση να πλάσεις έναν εαυτό μέσω του έχειν κι όχι του είναι.

Όμως, όσο κι αν τα τραύματα που προκαλεί αυτή η βία φαινομενικά γιατρεύονται, όπως γιατρεύει το τσιρότο μια βαθιά πληγή, ουσιαστικά ξεκινά η μόλυνση μέχρι να επέλθει η κυρίευση του ξενιστή απ’ το παράσιτο. Του ανθρώπου-καταναλωτή, που έχασε τα εσωτερικά στηρίγματα που τον νοηματοδοτούν και παραπέει στον μετέωρο εαυτό του, προσπαθώντας να ισορροπήσει στους σύγχρονους ανέμους, γαντζωμένος από μία αθεμελίωτη κι ακαθόριστη ύλη.

Κι από ‘κεί που το χρήμα ήταν μέσο, τώρα πια είναι σκοπός, κι όσο κυριεύει το μέσα μας χαράσσει δρόμους, όνειρα, στόχους. Απατηλά μεν αλλά ελπιδοφόρα κι ευκολόπιστα για κάποιον που έχασε τους ανθρωπιστικούς του πυλώνες κι ετεροκατευθύνεται από κάθε λογής επιβεβλημένα πρότυπα και νόρμες. Φαντάζει δύσκολο στην κλασική απλότητα, που αποτέλεσε θεμέλιο λαμπρών εποχών, να αντιμετωπίσει τη σύγχρονη υλιστική πολυσύνθεση.

Και πώς απαντάς σε μία τέτοια βία, κρυφή και πονηρή; Με βία φυσικά!

Αλλά βία πνευματική κι ηθική, που θα φτιάξει ανθρώπους στιβαρούς, ικανούς να στέκονται στο κλίμα των παγκόσμιων κι επιχώριων αλλοτριωτικών ανέμων. Ανθρώπους που πρώτα θα αναζητήσουν και θα πλάσουν το εγώ τους, κι ύστερα, ενσυνείδητα, θα προσαρμόσουν στο δομημένο μέσα τους τα προτεινόμενα. Κι αν δεν τους ταιριάζουν, δε θα ταραχθούν, ούτε θα νιώσουν ξένοι, γιατί ξέρουν πια ποιοι είναι και να ξεχωρίζουν δε φοβούνται.

 

Συντάκτης: Γιώργος Σαρδέλης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη