Πλέον μπορώ να δω την εικόνα από μακριά, πιο καθαρά, κάπως ρεαλιστικά. Μπορώ να καταλάβω τις αντιδράσεις σου και τις πράξεις σου, κυρίως εκείνες που δεν έκανες κι επιτέλους έμαθα το γιατί! Μπορώ να καταλάβω το λάθη που έκανα μαζί σου, έτσι ώστε την επόμενη φορά να μην τα επαναλάβω. Να ξεχωρίζω πια τα δεδομένα απ’ τα ζητούμενα. Να μην πνίγομαι μέσα σε μία κουταλιά νερό, όταν κάτι δε γίνεται όπως το είχα προγραμματίσει. Να βάζω προτεραιότητες, να προσπαθώ να ‘μαι ευέλικτη και να προσαρμόζομαι στις καταστάσεις.

Βλέπεις, μου έμαθες πολλά, χωρίς καν να το ξέρεις. Μου έμαθες να μη δίνω σε ανθρώπους την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου, όταν εκείνοι δεν την αξίζουν. Να τους επεξεργάζομαι πρώτα, να προσπαθώ να καταλάβω ποιος είναι ο σκοπός τους και μετά να ανοίγομαι. Αυτό το λάθος έκανα μαζί σου, σου έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό χωρίς να σκαλίσω, έστω λιγάκι, τις προθέσεις σου. Δεν πρόλαβα να δω ότι για ‘σένα όλο αυτό δεν ήταν κάτι σπουδαίο, ήταν απλά ένα «κάτι», μια ακόμα εφήμερη σχέση.

Και μαζί με το να μη βιάζομαι να αφήνομαι, μου ‘μαθες να μην επιμένω σε καταστάσεις τελειωμένες. Είχε λήξει το μεταξύ μας από καιρό κι εγώ επέμενα να μη θέλω να το δω. Συνέχισα να μένω δίπλα σου και να προσπαθώ για εμάς, όταν εσύ δεν ήσουν καν εκεί. Και κολυμπούσα για να μας κρατήσω στην επιφάνεια, για να μην πνιγούμε. Και κατάπινα τις επιθυμίες μου κι έβαζα το «εγώ» μου πάντα σε δεύτερη μοίρα. Δεν ήθελα να πιστέψω ότι θα έβγαινες απ’ τη ζωή μου. Με είχα πείσει πως είχα βρει τον άνθρωπό μου και τρόμαζα στην ιδέα ότι δεν ήσουν, τελικά, εσύ.

Μέχρι που ήρθε ένα πρωί, που δε με φόβιζε πια η ιδέα αυτή, που δε με φρίκαρε η σκέψη να σε χάσω. Αντίθετα ήθελα εγώ να φύγω από εσένα. Ήρθε αυτό το πρωί που δεν άντεχα άλλο και μου το παραδέχτηκα. Ήθελα μονάχα να φύγω, να κλείσω όλες τις πόρτες και να μην αφήσω ανοιχτή καμία ελπίδα για εμάς. Να τα τινάξω όλα στον αέρα κι απλά να εξαφανιστώ.

Ίσως κάπου μέσα μου να φύλαγα μια ελπίδα πως δε θα με άφηνες να φύγω. Πως θα με κρατούσες, πως θα μου έλεγες ότι κάνω βλακείες κι ότι δεν μπορείς χωρίς εμένα. Ίσως να πίστευα ότι θα προσπαθούσες μία φορά, αυτήν την τελευταία, να μας σώσεις -όπως προσπαθούσα εγώ τόσο καιρό. Μα δεν έκανες τίποτα. Δεν προσπάθησες για τίποτα, απλά το δέχτηκες με μια απάθεια που μ’ έκανε να απορώ για το αν νοιάστηκες ποτέ.

Κι ήρθε το αντίο, χωρίς κλάματα. Ίσως μονάχα με μια συνειδητοποίηση πως τόσο καιρό έκανα το καλύτερο για ‘σένα και παράλληλα το χειρότερο για ‘μένα. Η δική σου αδιαφορία ήταν η απόδειξη πως θα ‘πρεπε να το ‘χα τελειώσει πολύ πιο νωρίς. Να έφευγα όταν ακόμα δεν ήταν αργά, πριν την προσπάθεια, πριν τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις. Δεν αλλάζει, όμως, τίποτα πια.  Κι αν κάποτε νομίσεις πως άλλαξες εσύ, αν ποτέ μετανιώσεις, μη γυρίσεις ούτε για συγγνώμη. Δεν την χρειάζομαι πια.

Ας κλείσω κάπου εδώ. Χωρίς δάκρυα, χωρίς ειρωνείες, χωρίς εγωισμούς, μονάχα με κάποια απογοήτευση. Ας σε κλείσω κι εσένα στα περασμένα, μαζί μ’ όσα ‘φυγαν γιατί δεν άξιζαν να μείνουν.

Μείνε στο παρελθόν μου, γιατί το μέλλον μου προβλέπεται πολύ πιο ήρεμο κι όμορφο, χωρίς εσένα!

Συντάκτης: Λουκία Χριστοδούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη