Σε μία συζήτηση, πολλοί θα μιλήσουν για την πνευματικότητά μας, για τα συναισθήματά μας, για τη λογική και τον εγκέφαλό μας. Θα σου πουν ότι όλα αυτά είσαι εσύ, ενώ λιγότεροι θα κάνουν λόγο για τη φυσική υπόστασή σου, για την ίδια σου τη σάρκα σαν μέρος του εαυτού σου.

Μα αν υπάρχει κάτι που ξέρει πολύ καλά το ποιοι και το πώς είμαστε και φροντίζει να το δείχνει σε κάθε ευκαιρία, αυτό είναι το σώμα μας, που δεν μπορεί ούτε να ξεγελαστεί ούτε να ξεγελάσει. Το παραμικρό πάνω του μπορεί να αποκαλύψει κάτι για το μέσα μας, να διηγηθεί την ιστορία μας, τις εμπειρίες μας, τις πληγές μας, τον χαρακτήρα, την ψυχή και το μυαλό μας. Είναι κομμάτι μας και κάποτε καθρέφτης μας, ο ναός της ψυχής μας, κατά τον Πλάτωνα. Κι ας το αμελούμε επιμελώς, κι ας το αγαπάμε σπανίως κι ας ξεχνάμε να το φροντίζουμε, έχοντας την ψευδαίσθηση πως αυτό δεν έχει τόση σημασία.

Μα το σώμα μας είναι το εξώφυλλό μας, δεν είναι διαφορετικό τεύχος του περιοδικού «Εσύ». Δείχνει όσα περισσότερα μπορεί να δείξει για το περιεχόμενό μας, για όσα περάσαμε κι όσα θέλουμε να γίνουμε. Δεν είναι μόνο ο τρόπος που κοιτάμε, που στεκόμαστε και που ντυνόμαστε που μαρτυρούν πολλά. Ακόμα και τα χαρακτηριστικά του προσώπου μας, το δέρμα μας, η υγεία μας, η κάθε λεπτομέρειά μας είμαστε εμείς και, με κάποιον τρόπο, μέσω όλων αυτών, μιλάμε σιωπηλά για τα βιώματά μας, τα συναισθήματά μας και τις σκέψεις μας.

Δεν είναι μόνο ο νους που αποθηκεύει κι αναπαράγει τις αναμνήσεις μας. Η σάρκα έχει τη δική της μνήμη, με τη διαφορά ότι δεν ξεχνάει και δεν κάνει λάθη, δεν ξεγελιέται. Θυμάται όχι απλά εικόνες, αλλά κι αισθήσεις, που μόνο μ’ ένα άγγιγμα μπορεί να αναβιώσει.

Ρώτησε έναν χορευτή πώς θυμάται όλες τις κινήσεις που κάνει και πώς φτιάχνει τις χορογραφίες του. Ξέρεις τι θα σου πει; Ότι όπως διαβάζουμε πολλές φορές κάτι για να το μάθουμε απ’ έξω, έτσι και θα χορέψουμε τόσες φορές κάτι ώστε το σώμα να το αποτυπώσει και να βγαίνουν πια οι κινήσεις φυσικά. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο στον χορό, αλλά και σε ό,τι κάνεις με το σώμα σου.

Η καθημερινή εξάσκηση σε κάτι –είτε λέγεται μαγείρεμα, είτε οδήγηση, είτε γιόγκα– κι η επανάληψή του κρατάει τις πληροφορίες που χρειάζονται στο σώμα, κάνοντάς το από κάποια στιγμή κι έπειτα να λειτουργεί αυτόματα κι ανεξάρτητα απ’ το μυαλό. Ποιος σκέφτεται, άλλωστε, την επόμενη του κίνηση όταν χορεύει;

Θυμάται, λοιπόν, το σώμα και μας προστατεύει από τις άσχημες μνήμες, απ’ όσα το έχουν πονέσει. Αν αγγίξεις κάποτε ένα καυτό σίδερο με το δάχτυλο, ακόμα κι αν το κάψιμο επουλωθεί, η σάρκα δε θα ξεχάσει, θα μένει μακριά. Μα ακόμα κι αν ο πόνος είναι ψυχικός, τον αναγνωρίζει σαν να ‘ταν φυσικός πόνος κι αντιδράει το ίδιο, δημιουργώντας αντανακλαστικά κατάλληλα για την αποφυγή του. Γι’ αυτό κι όταν πληγώνεσαι από ένα τέλος, όταν απογοητεύεσαι από έναν χωρισμό, όταν νιώθεις πως έχεις προδοθεί από έναν άνθρωπο, φωνάζεις χωρίς να το σκεφτείς «μη μ’ αγγίζεις» και παίρνεις αποστάσεις. Κι αντίστοιχα, πάντα θα ζητάς το χάδι όσων αγαπάς, σαν βάλσαμο. Θα αισθάνεσαι ασφαλής αν ακουμπάς ένα συγκεκριμένο χέρι, γιατί η σάρκα δεν έχει ξεχάσει πώς ένιωθε πλάι σ’ αυτόν τον άνθρωπο, δεν ξεχνά τις στιγμές που έχει μοιραστεί.

Δεν αναρωτιέσαι γιατί σε πιάνουν πόνοι στην κοιλιά, όταν την επόμενη μέρα έχεις κάτι σημαντικό να κάνεις; Ε, λοιπόν, αυτή είναι η σωματοποιημένη μορφή του άγχους. Αντίστοιχα, γινόμαστε περδίκια όταν κάνουμε κάτι που απολαμβάνουμε, ακόμα κι αν λίγο πριν νιώθαμε έναν έντονο πονοκέφαλο ή ήμασταν πιασμένοι.

Τα συναισθήματα σωματοποιούνται. Καθετί που νιώθουμε έχει μια κινητήρια δύναμη στον εγκέφαλο, ο οποίος συνδέεται άμεσα με όλο μας το σώμα. Αν προσπαθήσουμε ποτέ να κρύψουμε τα συναισθήματά μας, ή αν δεν μπορέσουμε να τα εκφραστούμε, όλο και κάποια μυϊκή αντίδραση θα υπάρξει. Αν κάτι μέσα μας μάς πνίγει,  το σφίξιμο στο στέρνο μας είναι αληθινό, κι ας μην προέρχεται από παθολογικά αίτια.

Ο ανείπωτος θυμός, τα νεύρα που καταπίνουμε, η ανέκφραστη θλίψη ή η ανομολόγητη καψούρα, ψάχνουν όλα μια διέξοδο από μέσα μας. Έτσι καταλήγουμε ν’ αδειάζουμε ένα μπουκάλι κρασί για να γλυκάνουμε την ασφυξία ή να σπάμε τη δίαιτά μας τρώγοντας το αγαπημένο μας γλυκό, γεμίζοντας το στομάχι μας, με την ψευδαίσθηση πως γεμίζουμε και το συναισθηματικό κενό, ή να σφηνωνόμαστε σ’ ανακουφιστικές αγκαλιές. Κι όλα αυτά θα ζητήσει σε κάθε μας επόμενη θλίψη. Μόνο που δεν αρκεί να μας κανακεύουμε μόνο τότε.

Κάθε στιγμή να μας φροντίζουμε. Να θυμόμαστε να μας προσέχουμε. Στα πάνω μας και στα κάτω μας. Μέσα κι έξω. Να μας αγαπάμε. Ολόκληρους.

 

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη