«Σ’ αγαπώ».

Έχεις μετρήσει πόσες φορές το έχεις πει και πόσες το έχεις ακούσει; Έχεις αναρωτηθεί τι σημαίνει κάθε φορά που ειπώνεται; Έχει την ίδια βαρύτητα και σημασία; Μετράει πιο πολύ αν στο λένε ή αν το πεις; Για πόσο κράτησε και τελικά ήταν αυθόρμητο ή επιτηδευμένο; Ποιο θυμάσαι και ποιο ξεχνάς; Σήμαινε κάτι ή ήταν της στιγμής; Από ποιον το άκουσες; Έπρεπε να το πεις ή όχι;

Μπορεί να το λέμε -ή να το ακούμε- από τον οποιονδήποτε. Συγγενικής ή και όχι σχέσης. Ερωτικής ή και όχι κατάστασης. Ιδιαίτερα στη δεύτερη περίπτωση και αναλόγως τις συνθήκες που βιώνει ο καθένας το τοπίο δεν είναι πάντα καθαρό. Φυσικά είναι πάντα όμορφο να πλανάται στον αέρα παρουσία ηχητικών κυμάτων αλλά τελικά είναι αυτό που καταλαβαίνουμε; Ή αυτό που θέλουμε να πιστεύουμε; Πόσο ερωτευμένοι είμαστε που δεν το περάσαμε από κριτική διαδικασία και μείναμε απλώς στο ό, τι ειπώθηκε και αφού το ακούσαμε όλα καλά;

Η αλήθεια είναι πως μόνο αυτός που το λέει μπορεί να δώσει όλες τις παραπάνω απαντήσεις και καμία σημασία δεν έχει, στο τέλος, πώς το ερμηνεύει αυτός που το ακούει. Γιατί εκείνος που το ξεστομίζει αντιλαμβάνεται πλήρως το τι νιώθει την ώρα που το λέει. Όσες κορδέλες κι όσα στολίδια αν του βάλει ο δέκτης δεν έχουν καμία αξία αφού η ερμηνεία μπορεί να δοθεί αποκλειστικά και μόνο από τον πομπό. Με την προϋπόθεση της αγνής ή και ωμής ειλικρίνειας ταυτόχρονα με την παρουσία συναισθημάτων. Που μπορεί να ταυτίζονται αλλά μπορεί να είναι παράλληλα ή και να τέμνονται αλλά πάντα υπάρχει η περίπτωση να πάρουν αντίθετους δρόμους. Σημαντικός παράγοντας στην ερμηνεία του παίζει το τι θα θέλαμε να σημαίνει ή τι θα ήθελαν να πιστεύουν αλλά τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.

Αν αγαπάς κάποιον επειδή κάνει ό,τι θέλεις ή ενεργεί κατά το πώς ορίζεις εσύ, αυτό δεν είναι αγάπη. Ή τουλάχιστον εσύ, σίγουρα, δεν αγαπάς. Γιατί αγάπη υπό τη μορφή εξαναγκασμού δεν υπάρχει. Δε ξέρω αν σε έχουν ενημερώσει αλλά ακόμη κι αν πέφτεις από τα σύννεφα μπορείς να το κοιτάξεις με κανέναν ειδικό που μπορεί να σε βοηθήσει. Οι κοινοί θνητοί αδυνατούν να σε καταλάβουν και κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει γι’ αυτό. Η αγάπη με το «έτσι θέλω» μοιάζει με δουλεία το λιγότερο. Και τα συναισθήματα δεν έχουν την ανάγκη ενσήμων για να είναι αυθεντικά. Θεωρούνται κοινωφελής εργασία εάν με αντιλαμβάνεσαι.

Αν πάλι αγαπάς επειδή σε αγαπούν το πιθανότερο είναι να χρήζεις κι εδώ ιατρικής παρακολούθησης αφού η αγάπη δεν είναι νταραβέρι και σου το λέμε με βεβαιότητα. Όσο κι αν σε αγαπάει κάποιος ποτέ δε θα απαιτήσει από εσένα να νιώσεις το ίδιο αν δεν προσφερθείς αυτοβούλως. Οπότε είτε το πεις είτε δεν το πεις κάποια στιγμή η πραγματικότητα θα κάνει την εμφάνισή της και το λιγότερο που θα συμβεί είναι να φανείς ανεπαρκής έως φαφλατάς. Βέβαια μπορεί και να μη σε νοιάζει τι εντύπωση θα δώσεις αλλά αφού μας δίνεται η ευκαιρία είπαμε να σε ενημερώσουμε.

Από την άλλη τι νόημα έχει να το πεις αν δεν μπορείς να το υποστηρίξεις; Το είπες κι εκείνη τη στιγμή ένιωσες καλά. Και μετά; Το έκανες προφανές ή το άφησες να αιωρείται στη στρατόσφαιρα έτσι για υπάρχει η αύρα έστω και θεωρητικά; Και τελικά ποιο το όφελος; Κανείς δε σε ζόρισε να το πεις αλλά οι ευθύνες -αφού το είπες- είναι πολλές.

Kανείς δεν μπορεί να ξέρει τι σημαίνει το «σ’ αγαπώ» σου παρά μόνο εσύ. Κι εγώ κι ο άλλος, όσοι δηλαδή το λέμε. Μόνο αυτός που το λέει ξέρει τι ερμηνεία έχει αλλά και για πόσο ισχύει. Άλλοι αγαπούν για πάντα και δίνουν τα πάντα με οποιοδήποτε κόστος. Υπάρχουν κι εκείνοι που αγαπούν κατά συνθήκη ανάλογα τι τους βολεύει εκείνη τι στιγμή κι είναι κι αυτοί που αγαπούν κατά περίπτωση με βάση τις δικές τους ανάγκες.

Το γεγονός, όμως, το οποίο σε οδήγησε να το παραδεχτείς έστω και μια φορά φωναχτά θα έπρεπε να σε βάλει σε διαδικασία να το σκεφτείς, τουλάχιστον, αν δεν μπορείς να το υποστηρίξεις. Όχι για πάντα αλλά για όσο. Κι αν αυτό το όσο σου είναι βραχυπρόθεσμο να θυμάσαι πως το είπες κι ο άλλος το άκουσε. Καλό θα ήταν, λοιπόν, να μπορείς να ερμηνεύσεις πρώτα εσύ τι σημαίνει για σένα για να μπορέσει κι ο άλλος άνθρωπος να το εκλάβει αναλόγως κι όχι κατά το δοκούν. Το win-win δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.

 

Συντάκτης: Σοφία Σοφιανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου