Το μυαλό μας μπορεί να παίξει άπειρα παιχνίδια. Έχει την ιδιότητα να δημιουργεί πίκρα, πόθο, νοσταλγία και επιθυμία. Και η επιθυμία μας για κάτι, όταν αυτό το κάτι δεν επιτρέπεται να γίνει δικό μας ολοκληρωτικά, μετατρέπεται σε κάτι τεράστιο. Κι αυτό το κάτι μπορεί να δημιουργήσει έκρηξη στο μέσα μας αν δε προσπαθήσουμε να το διεκδικήσουμε. Η ονομασία του είναι εθισμός.

Δεν έχει λογική στο πώς αντιλαμβάνεται ο ανθρώπινος νους αρκετά πράγματα, αλλά είναι γνωστό πως όταν αυτό που απλά σ’ αρέσει βρεθεί στη δεξαμενή με τ’ απαγορευμένα, ο εθισμός γίνεται πραγματικότητα, παίρνει μορφή και τεράστια έκταση.
Μπορεί να μεγαλώσει τόσο απότομα, στο βαθμό που χάνεται ο προσανατολισμός σου κι οι υπόλοιπες ανάγκες σου δεν έχουν καμιά απολύτως σημασία.

Ο έρωτας, για παράδειγμα, όταν σου δοθεί στο πιάτο ζεστός και φρεσκομαγειρεμένος, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να τον απορρίψεις. Γιατί τα εύκολα -είτε μας αρέσει είτε  όχι- δεν είναι και πολύ ελκυστικά. Αυτό γίνεται για έναν πολύ απλό λόγο. Γιατί δε χρειάζεται να παλέψουμε για να τα κατακτήσουμε.

Ενώ όταν έρθει ο άνθρωπος, ο λίγο παράξενος, ο οποίος θα σου βάλει όρια και που δε θα δέχεται και πολλά πολλά, εκεί σε πιάνει μια μικρή παράνοια. Κι εννοείται πως σ’ ενοχλεί. Επειδή όλοι διαθέτουμε το στοιχείο που αποκαλείται εγωισμός, θα κάνουμε ότι περνάει απ’ το χέρι μας για να σπάσουμε τα φρένα, τα όρια και ό,τι άλλο χρειάζεται μέχρι να πάρουμε αυτήν την ευχάριστη επιβεβαίωση. Ό,τι επιτέλους καταφέραμε να κάνουμε έναν άνθρωπο απαγορευμένο, με όρια, λίγο πιο δικό μας.

Να αισθανθούμε μια γλυκιά ικανοποίηση. Ότι ο άνθρωπος για τον οποίο παλέψαμε με δυσκολία και πολύ επιμονή στο τέλος κατακτήθηκε. Είναι πολύ εγωιστικό αν το καλοσκεφτείς, άσχετα με τ’ ότι το έχεις τοποθετήσει αλλιώς στο μυαλό σου. Ο πόθος είναι έντονος και η επιθυμία αρκετά γλυκιά έτσι ώστε να μην τα παρατήσεις. Κι ενώ το μυαλό ουρλιάζει πως δεν επιτρέπεται, εσύ φροντίζεις να πας κόντρα ακόμα κι εκεί. Γιατί τη λογική σου δε σε συμφέρει να την ακούσεις.

Είναι νόμος, λοιπόν, πως ό,τι απαγορεύεται μετατρέπεται σε εθισμό. Κι αργότερα καλύπτεται με μια μάσκα, όταν το βαφτίζουμε αγάπη ή πόθο. Νιώθεις ότι το αγαπάς επειδή απλά δεν είναι αποδεκτό το να γίνει αποκλειστικά δικό σου. Μπερδεύονται τα συναισθήματά σου και πιάνεις τον εαυτό σου να ζηλεύει και να στεναχωριέται. Αυτόματα εθίζεσαι όπως ο καπνιστής με το πρωινό τσιγάρο του κι η επιθυμία να το αποκτήσεις μεγαλώνει τραγικά περισσότερο, σε σημείο που το μυαλό σου αναζητάει μόνο αυτό.

Αυτό που αναζητάς όμως, αν δεν υπήρχε στη μαύρη λίστα με τα «δεν πρέπει» σου, ίσως και να σου περνούσε παντελώς αδιάφορο. Αλλά είναι απαγορευμένο κι αυτό σε πορώνει ακόμα πιο πολύ. Ξέχασες όμως ό,τι οι εθισμοί, οποιοδήποτε μορφή κι αν έχουν, είτε σε συναίσθημα είτε σε πράξη, στο τέλος κάνουν κακό. Εσύ πιστεύεις και ισχυρίζεσαι πως θα λυτρωθείς ενώ μπορεί ταυτόχρονα εσύ να πατάς τη σκανδάλη για την ίδια σου την καταστροφή.

Πίστεψέ με, προτιμότερο είναι να εθιστείς σ’ εκρηκτικά, τα οποία είναι κι αυτά απαγορευμένα, παρά σε άνθρωπο. Γιατί θ’ ακούσεις το μπαμ και μετά όλα είναι σκορπισμένα και κατεστραμμένα. Και δε συμμαζεύονται εύκολα μετά, αν όχι καθόλου. Αν δεν κατάλαβες, για τα συναισθήματά και για τα κομμάτια του εαυτού σου μιλάω.

 

Επιμέλεια κειμένου Λώρας Καρδακάρη: Ελευθερία Παπασάββα.

Συντάκτης: Λώρα Καρδακάρη-Καββαδία