Δύσκολα φεύγουν οι άνθρωποι. Είναι προσαρμοστικά όντα, δένονται με τη ρουτίνα τους, τρέφονται απ’ όσα τους προσφέρουν έστω και μια ψευδαίσθηση ασφάλειας. Κανείς δεν αγαπάει τους αποχωρισμούς, όλοι τους αποφεύγουν. Είναι σκληροί, μας υπενθυμίζουν με τον πιο άχαρο τρόπο ότι «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού».

Παραδόξως, όμως, ακόμα πιο δύσκολο απ’ τους αποχωρισμούς είναι κάτι άλλο: οι επιστροφές. Αν οι συνθήκες ή οι επιλογές μας τα φέρουν έτσι και δε μας μείνει άλλη λύση απ’ τη φυγή, θα φύγουμε. Θα κλάψουμε, θα πονέσουμε, θα βιώσουμε τη δυσκολία της προσαρμογής σε κάτι νέο, αλλά στην πορεία δε θα μείνουμε μόνο σ’ αυτά.

Θα διαμορφώσουμε εμείς οι ίδιοι συνθήκες που δε θα επιτρέπουν πισωγυρίσματα. Αφού φύγαμε, να μην ξανακοιτάξουμε πίσω. Να μην ξαναγυρίσουμε στα παλιά. Προχωράνε τα πράγματα, μεγαλώνουμε, εξελισσόμαστε, σιγά μη μένει χώρος και χρόνος γι’ αναδρομές και για νοσταλγίες.

Κι ας μας πιάνει μια συγκίνηση όταν βλέπουμε μήνυμα μ’ ευχές από εκείνον τον παλιό συμμαθητή που περάσαμε τόσα χρόνια στο ίδιο θρανίο και μεγαλώσαμε μαζί. Κι ας παραπονιέται με όλη τη γλύκα στη γερασμένη της φωνή η γιαγιά ή η θεία απ’ το χωριό ότι φέτος δεν καταφέραμε να πάμε ούτε ένα σαββατοκύριακο να τις δούμε. Κι ας σκεφτόμαστε συχνά-πυκνά ότι θα θέλαμε να περάσουμε έξω απ’ τη σχολή μας, έτσι για μια βόλτα, για έναν καφέ στα φοιτητικά μας στέκια.

Πιο πολύ πονάνε οι επιστροφές απ’ τους αποχωρισμούς όσο περνάνε τα χρόνια κι όποιος το ‘χει ζήσει, το ξέρει καλά. Σαν να μη θέλουμε να δούμε ποιοι ήμασταν τότε, τι κάναμε, ποιους ανθρώπους είχαμε κοντά μας. Σαν να μη θέλουμε να έχουμε μνήμες.

Ίσως γιατί δεν είμαστε πια το εγγόνι που έχει στο μυαλό της η γιαγιά μας. Ούτε θυμίζουμε καθόλου το παιδί που καθόταν στο ίδιο θρανίο με το συμμαθητή που μας στέλνει ευχές. Κι αν περάσουμε απ’ τη σχολή μας κι από τα φοιτητικά μας στέκια, θα έρθουν στο μυαλό μας εικόνες από μια παρέα που διαλύθηκε, γιατί μετά το πτυχίο τράβηξε ο καθένας το δρόμο του και χαθήκαμε.

Αλλάξαμε, δεν είμαστε πλέον οι ίδιοι άνθρωποι. Ως ποιοι να επιστρέψουμε, λοιπόν; Να ξανασυστηθούμε απ’ την αρχή ή να προσπαθήσουμε να φορέσουμε τη μάσκα ενός εαυτού που δε μας ταιριάζει πια;

Και κάπως έτσι, αράζουμε στο ασφαλές παρόν μας κλείνοντας πόρτες και παράθυρα σε ανθρώπους και καταστάσεις που δεν ανήκουν στο «εδώ» και το «τώρα» μας. Και κάπως έτσι ξεχνάμε από πού ξεκινήσαμε, τι όνειρα είχαμε και γιατί αγαπούσαμε τόσο πολύ τα καλοκαίρια στο χωριό. Αφήνουμε κομμάτια του εαυτού μας πίσω και συνεχίζουμε λειψοί και γαλήνιοι.

Υγιές κι ευτυχισμένο παρόν, όμως, χωρίς ρίζες δε γίνεται. Θα ‘ρθουν στιγμές στη ζωή σου που θα νιώσεις ότι έχεις χάσει το δρόμο σου, στιγμές που θ’ αμφιβάλεις για τις επιλογές σου. Θα υπάρξουν φορές που θ’ αναρωτηθείς ποιος άνθρωπος θέλεις τελικά να είσαι και τι είδους ζωή θέλεις να ζήσεις. Τα ερωτήματα μπορεί να γεννιούνται στο τώρα, αλλά οι απαντήσεις κρύβονται στο τότε, στο πριν, στο παλιά.

Μη φοβάσαι να κοιτάξεις πίσω, λοιπόν. Υπάρχουν κι οι καλές επιστροφές στη ζωή μας, αυτές που μας αναζωογονούν αντί να μας μπλοκάρουν. Αυτές που μας θυμίζουν πράγματα σπουδαία που έχουν αραχνιάσει στο πίσω μέρος της μνήμης μας. Αυτές που μας δίνουν απαντήσεις πριν προλάβουμε να κάνουμε τις ερωτήσεις.

Να επιστρέφεις σε ό,τι σε διαμόρφωσε, σε ανθρώπους που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή σου, σε μέρη που σήμαιναν πολλά για σένα. Να επιστρέφεις σε όσα σε σημάδεψαν και σε όσα αγάπησες πολύ. Να επιστρέφεις για μια κουβέντα με τα κομμάτια σου που άφησες πίσω, δικά σου είναι κι αυτά, μην τ’ απορρίπτεις.

Να ρίχνεις πού και πού μια ματιά σε όσα ήσουν, για να μαθαίνεις καλύτερα ποιος είσαι και ποιος θέλεις να γίνεις. Να επιλέγεις τις επιστροφές, ν’ αποφεύγεις τα πισωγυρίσματα και πάνω απ’ όλα να έχεις τη δύναμη και την κρίση να ξεχωρίζεις αυτά τα δύο.

 

Επιμέλειες Κειμένου Ζωής Ναούμ: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Ζωή Ναούμ