Ζούμε σε μια εποχή που έχουμε μάθει να φθονούμε οποιονδήποτε έχει περισσότερα αγαθά κι είναι πιο ευτυχισμένος από μας. Ένας φθόνος, ο οποίος εκδηλώνεται με πικρία και δυσαρέσκεια κι είναι αδύνατον, πολλές φορές, να μετριαστεί και να υποχωρήσει, ακόμη κι όταν πρόκειται γι’ άτομα οικεία προς εμάς. Άτομα τα οποία αγαπάμε κι αποτελούν κομμάτι της ζωής μας.

Ωστόσο, για να ‘μαστε πιο ακριβείς, η ζήλια δε θεωρείται πρωτόγνωρη ως συναίσθημα. Εξ’ αρχαιοτάτων χρόνων, αυτός ο μικρός «δαίμονας» κυριαρχούσε κι επηρέαζε κάθε είδους ανθρώπινη σχέση, οικογενειακή, φιλική ή κι ερωτική, με καταστρεπτικές συνέπειες, τις περισσότερες φορές, πάνω σ’ αυτές. Αιτία πυροδότησής της ήταν, συνήθως, η υπερβολική έλλειψη αυτοπεποίθησης απ’ την πλευρά εκείνου που την εκδήλωνε ή η ανεξέλεγκτη κτητικότητα που μας διακρίνει, όσον αφορά κυρίως τις ερωτικές μας σχέσεις.

Τι γίνεται, λοιπόν, όταν αυτό το ύπουλο συναίσθημα αποφασίσει να εισχωρήσει και να φωλιάσει βαθιά μέσα σε μια ερωτική σχέση; Πόσο εύκολο είναι να καταπολεμηθεί, δίχως όμως να κλονίσει τα θεμέλια της σχέσης αυτής; Κι όχι, στην προκείμενη περίπτωση δεν αναφέρομαι σ’ εκείνο το είδος ζήλιας που είναι απόρροια ανασφάλειας, σε περίπτωση που δούμε, για παράδειγμα, το σύντροφό μας να συναναστρέφεται με το αντίθετο φύλο. Κάνω λόγο για ‘κείνη τη ζήλια, που είναι το αποτέλεσμα ενός πληγωμένου και θιγμένου εγωισμού και προκύπτει όταν διαπιστώνουμε ότι ο σύντροφός μας είναι πιθανό να υπερτερεί σε οικονομικό, επαγγελματικό ή και μορφωτικό επίπεδο.

Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν άτομα τα οποία, παρ’ όλο που εκδηλώνουν με κάθε ευκαιρία την αγάπη τους προς το έτερόν τους ήμισυ, τρομάζουν και μόνο στην ιδέα ότι ο σύντροφός τους ίσως να ‘ναι καλύτερος σε σύγκριση μ’ αυτούς. Αντιλαμβάνονται τη συγκεκριμένη πρωτιά ως απειλή, καθώς νιώθουν το κύρος τους ν’ απειλείται και τη δύναμή τους να χάνεται. Τις περισσότερες φορές, ωστόσο, η απειλή αυτή δεν τους γίνεται άμεσα αντιληπτή ή μπορεί να μην τους ενοχλεί τόσο στην αρχή της σχέσης, αλλά αρχίζει να γίνεται πιο έντονη κατά τη διάρκεια αυτής. 

Κάπου εκεί είναι που ξεκινούν, λοιπόν, τα προβλήματα μέσα στη σχέση κι η αγάπη αρχίζει να δίνει μεγάλες μάχες για να νικήσει και να δαμάσει εκείνον το θιγμένο εγωισμό. Προβλήματα που περιλαμβάνουν συνεχή γκρίνια και τσακωμούς, έτσι ώστε να καλυφθούν προσωρινά, τουλάχιστον, τα αισθήματα κατωτερότητας που υπάρχουν, αλλά και διαρκής υποβάθμιση των επιτευγμάτων του άλλου. Ένας μικρός πόλεμος εν ολίγοις, προκειμένου ν’ ανακτηθούν τα χαμένα «αγαθά», αλλά με πολύ οδυνηρές συνέπειες για την έκβαση της σχέσης αυτής.

Αν και τα παραπάνω ζευγάρια έχουν αρχίσει ν’ αυξάνονται με το πέρασμα του χρόνου, ευτυχώς θα υπάρχουν πάντα εκείνα τ’ άλλα τα οποία θα αποτελούν τη φωτεινή εξαίρεση στον κανόνα. Όχι μόνο δεν τους φοβίζει ο σύντροφός τους να ‘ναι καλύτερος σε κάποιον τομέα απ’ αυτούς, αλλά αντιθέτως το προτιμούν και το επιδιώκουν. Ίσως επειδή πολύ απλά  γνωρίζουν ότι όσο αυξάνεται ο θαυμασμός κι ο σεβασμός προς τον άνθρωπο που είναι μαζί, τόσο αυξάνεται και η αγάπη τους για ‘κείνον. 

Αναφερόμενοι, όμως, σ’ εκείνους τους πρώτους, οι οποίοι βλέπουν τη σχέση τους σαν ένα πεδίο μάχης, όπου πρέπει διαρκώς να συναγωνίζονται με το σύντροφό τους, για να ‘χουν το πάνω χέρι στη σχέση, πραγματικά αναρωτιέμαι: Πόσο ειλικρινής μπορεί να θεωρηθεί μια τέτοιου είδους αγάπη, όταν αντί να χαίρεσαι, φθονείς τις επιτυχίες του συντρόφου σου; Όταν αντί για την αναμενόμενη υποστήριξη κι επιβράβευση, το μόνο που μπορείς να προσφέρεις είναι γκρίνια και κακία, ικανοποιώντας έτσι το δικό σου εγωισμό; Προφανώς όταν αγαπάς, μαθαίνεις να ελέγχεις τέτοιου είδους εγωιστικά συναισθήματα, καθώς στις σχέσεις δεν ψάχνεις να βρεις ανώτερους και κατώτερους. Δε συναγωνίζεσαι τον άνθρωπό σου, αλλά οδεύεις μαζί του στις επιτυχίες του.

Καταλαβαίνω, βέβαια, ότι εκείνη η νοοτροπία που μας έχουν περάσει, καθώς μεγαλώνουμε, για τ’ ότι πρέπει να προσπαθούμε να είμαστε τέλειοι σ’ όλα, δικαιολογεί ως ένα σημείο τέτοιου είδους διακρίσεις κι ανασφάλειες. Παρ’ όλα αυτά, δε γίνεται να παραβλέπουμε ότι κι ως άνθρωποι αλλά κι ως κοινωνίες εξελισσόμαστε διαρκώς, οπότε δεν είναι δυνατό να επιτρέπουμε σε τέτοια πρωτόγονα συναισθήματα να επηρεάζουν κάθε είδους σχέση μας. 

 

Επιμέλεια Κειμένου Κατερίνας Τσαμπίκας Ρόγγα: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Κατερίνα Τσαμπίκα