Δεν ήταν τα όμορφα ρούχα σου ή το αψεγάδιαστο μακιγιάζ σου αυτά που με τράβηξαν σε σένα. Ούτε τα αστραφτερά σου αξεσουάρ, οι ακριβές σου γόβες και το τελευταίας τεχνολογίας κινητό σου.

Δε με ένοιαζαν τα περιποιημένα νύχια σου, τα καλοχτενισμένα μαλλιά σου κι αν ήσουν λουσμένη σε ακριβά αρώματα. Δε μου έκανε καμία εντύπωση το πόσο ωραίο ήταν το σπίτι σου, αν είχες γαμάτο αυτοκίνητο ή αν ήσουν επιτυχημένη στη δουλειά σου.

Δε με ένοιαζε αν έχεις τις τέλειες καμπύλες, αν οι άντρες λιποθυμούσαν όταν πέρναγες από δίπλα τους. Δε με απασχολούσε το πόσο μεγάλος ήταν ο κύκλος σου, το πόσο δημοφιλής ήσουν στις παρέες και πώς άνοιγαν διάπλατα οι πόρτες όπου κι αν πήγαινες. Δε με νοιάζει τι ήσουν πριν με γνωρίσεις.

Αυτό που αγάπησα σε σένα ήταν το τηλεφώνημά σου κάθε πρωί που ήμουν στη δουλειά, κι η φωνή σου γεμάτη γλύκα που μου έλεγε καλημέρα. Που το πρόσωπό σου έλαμπε κάθε φορά που με συναντούσες λες κι ήταν η πρώτη φορά που με έβλεπες. Αυτό που αγάπησα σε σένα ήταν που λυπόσουν με τις στεναχώριες μου και χαιρόσουν με τις χαρές μου. Που με αγκάλιαζες και με έσφιγγες μέσα στα χέρια σου λες κι ήμουν ολόκληρος ο κόσμος σου.

Αυτό που αγάπησα σε σένα ήταν τα χαζά μας αστεία, όταν φόραγες τις μπλούζες μου τις Κυριακές το πρωί, όταν μαγειρεύαμε μαζί κι εγώ σου έπαιζα στην κιθάρα το αγαπημένο σου τραγούδι. Που δε θα σε ένοιαζε να μείνουμε μόνοι μας πάνω στη Γη, ούτε να μείνουμε σε ένα μικρό δωμάτιο στην άκρη του κόσμου.

Αυτό που αγάπησα σε σένα ήταν που με κρατούσες ψηλά πάνω απ’ τα αστέρια όταν μου θύμιζες κάθε μέρα πόσο σημαντικός είμαι για σένα. Που έκανες σχέδια κι όνειρα και με έβαζες εκεί μαζί τους, να είμαι αναπόσπαστο κομμάτι τους. Που δεν τα παράτησες ποτέ στις δύσκολες, που ήσουν εκεί δίπλα να μου κρατάς το χέρι, όσο κουρασμένη κι αν ήσουν.

Που συγχωρούσες τα λάθη μου και μου έλεγες «δεν πειράζει, πάμε πάλι απ’ την αρχή».  Που όταν μαλώναμε τα ξέχναγες όλα μέσα σε δευτερόλεπτα κι ερχόσουν να κουλουριαστείς στην αγκαλιά μου.

Που ήξερες πότε δεν είμαι καλά, πότε βαριέμαι και πότε έχω τα νεύρα μου και πάντα προσπαθούσες να με ηρεμήσεις. Που καταλάβαινες πότε έχω τις κλειστές μου και μου ‘δινες χώρο χωρίς να με πνίγεις.

Αυτό που αγάπησα σε σένα είναι που ερχόσουν πάντα με το αστραφτερό σου χαμόγελο και με τα μάτια σου, αυτά τα μάτια που χωράνε μέσα τους όλη την καλοσύνη του κόσμου.

Γι’ αυτό σ’ αγαπώ.
Και θα σε αγαπώ για πάντα…

 

Συντάκτης: Παναγιώτης Λαμπρίδης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη