Tι λέτε να γινόταν αν δεν υπήρχε κριτική; Προσωπικά δεν το γνωρίζω, αλλά εσείς μπορείτε να το δείτε σαν ένα πείραμα σκέψης και να δώσετε φαντασία κι αλητεία. Σε ό,τι και να απαντήσετε εγώ θα συμφωνήσω- δεν έχω λόγο άλλωστε να μην το κάνω μιας και σε ένα φανταστικό κόσμο όλα είναι πιθανά. Δε θα ασκήσω καμία κριτική γιατί το μάλλον προφανές δεν άπτεται της λογικής. Στον πραγματικό κόσμο όμως, όταν εκφράζεις κρίση βάζεις όρια. Κι εκ των πραγμάτων τα δικά σου, μιας κι αναλύεις μια κατάσταση βάσει των δικών σου φωτοσυνθέσεων και γνώσεων. Κάπως διστακτικά ή κάπως έκρυθμα, ανάλογα προς τα πού γέρνεις, ζουμάρεις την περίπτωση κι αξιολογείς.

Ο αέρας της κριτικής συνήθως κρύβει αμφισβήτηση από τον εκάστοτε κριτή. Στα πλαίσια ενός κοινωνικού συνόλου είναι απαραίτητη. Δίνει ώθηση σε νέα εγχειρήματα, αναπτύσσει καινούργιες θεωρίες, απορρίπτει παλαιότερες μορφές σχέσεων κι επιστημονικών αρχών, δίνοντας ένα καλύτερο παρόν κι ένα προσοδοφόρο μέλλον. Στις διαπροσωπικές σχέσεις πάλι παίζει τον ρόλο του Δόκτωρος Τζέκιλ και Κυρίου Χαίντ, δύο σε ένα που συνυπάρχουν κι ανταγωνίζονται.

Τη στιγμή όμως που πίνεις το φάρμακο της λογικής και στέκεσαι στο φως, έρχεσαι αντιμέτωπος με την ευθυκρισία. Τι όμορφη λέξη! Αναλλοίωτη και δυσκολοπρόσιτη. Σπάνια θα την πεις κι ακόμα σπανιότερα θα έχεις τη δυνατότητα να την πράξεις. Τι χρειάζεται όμως για μια δίκαιη κριτική; Πρώτο μέλημα είναι να είσαι σίγουρος. Η λέξη σιγουριά προέρχεται από τη λατινική securus, που σημαίνει «δίχως έγνοια». Αστείο, μιας και στο δικό μας ιδιαίτερο παρόν δεν μπορεί κανένας να ξέρει με ποια περίσταση έχει να κάνει, αν μπορεί να την αντιμετωπίσει κι εν τέλει να τη λύσει.

Βλέπεις επιχειρήσεις που καταρρέουν, ψηφιακούς νομάδες προς αναζήτηση βίζα, χώρες κλειστές, δεξιότητες φραγμένες και κάτι, κάπου, να ελέγχει το οξυγόνο και την αναπνοή. Εμ! Δεν το λες κι ευκολάκι να μείνεις ανεπηρέαστος. Άρα κάπου μέσα σε όλο αυτό το ανεμοσκόρπισμα που τη μία ξεσπάει θύελλες και την άλλη φέρνει βροχές, δεν ξέρω αν μπορείς να είσαι σίγουρος ή αν μέσα από τις δυσκολίες που προκύπτουν σου επιτρέπεται να εκπνέεις το δικό σου αέρα ή κάποιων άλλων που οδηγούν. Από την άλλη μεριά, ζούμε και μια καθημερινότητα με τη λέξη «σχεδόν» να κρατάει τα σκήπτρα. Πλησιάζεις τον άλλον και το μίζερο στην προκειμένη κι όχι αισιόδοξο, «σχεδόν καλά», «σχεδόν στρωτά » κατακλύζει τ’ αυτιά σου.

Συνεπώς δεν είναι πλέον άξιο απορίας που γνωρίζουμε και στηρίζουμε άγνωστες μέχρι πρότινος πτυχές των επιστημών! Νομίζω ότι αντιλαμβάνεστε τι εννοώ και για να μην έρθω στο σημείο να αντιγράψω ό,τι απορρίπτω, θα ρωτήσω αυτό: Θα δείχνατε εμπιστοσύνη σε κάποιον απαίδευτο για τη δική σας εξέλιξη; Αν το κοιτάξουμε λίγο βαθύτερα, η ευθύνη δεν είναι μόνο δική μας. Η όλη φάση της κοινωνίας στοχεύει σε αυτό. Δηλαδή σε μια άλλου τύπου κρίση, που θα την έλεγα συγκριτική. Σύγκριση, όχι όμως επί της ουσίας, δηλαδή όχι του τι πραγματικά είναι, αλλά του τι φαίνεται. Ο τρόπος που μεταδίδονται και προβάλλονται οι πληροφορίες, κατά κάποιον τρόπο ασκεί μια άτυπη προπαγάνδα, εξουσιάζοντας τον τρόπο που θα σκεφτείς, το χάρισμα που θα αναπτύξεις, τη στάση που θα κρατήσεις, και τέλος ορίζουν την οδό που θα κινηθείς. Οπότε πάνω σ’ όλο αυτό μια κριτική δεν έχει βαρύτητα μιας κι είναι καθοδηγούμενη. Κάπου εδώ λοιπόν είναι χάσιμο χρόνου κι άσκοπης φλυαρίας να ασκείς ένα δριμύ κατηγορώ σε κάτι που στην ουσία δε γνωρίζεις.

Σιγουριά λοιπόν και βαθιά γνώση του αντικειμένου, αν θέλεις η κρίση σου να ευσταθεί. Γενικώς όλοι είμαστε ευαίσθητοι στην κριτική, και γι’ αυτό δεν είμαι φίλη των συμβουλών μιας και δεν έχω το τακτ να μιλήσω όπως ο άλλος περιμένει ν’ ακούσει. Υπάρχει μια ευθύτητα που πληγώνει αν δω κάτι που δεν ταιριάζει και μια ωμή αντίδραση που ισοπεδώνει. Όσο όμως το αφήνω πίσω, συμβαίνει το εξής μαγικό. Ψάχνει για να με βρει. Συνεχίζω να μην το κάνω γιατί ο καθένας έχει το δικό του νούμερο παπούτσια, αλλά επειδή όλοι λίγο πολύ είμαστε στο βούρκο, και στην κόλαση έχει ωραία παρέα, είπα να σταθώ με πιο ανάλαφρο τόνο.

Ας ξεκινήσω από τις λέξεις που παίζουν το παιχνίδι. Αν είναι περιφρονητικές και σε δεύτερο πρόσωπο στερούν όνειρα. Θα τις έλεγα αποδυναμωτικές. Φράσεις όπως: δεν μπορείς, δεν το αξίζεις, είσαι ανίκανος, εκμηδενίζουν και κολλάνε σαν τσιμπούρια στο σώμα. Αυτό βέβαια δεν πάει μόνο του, συνέχεια έχει ο φόβος, το παράπονο και η ανασφάλεια που τον συνοδεύουν. Κακοί συνοδοί! Κι επειδή συνηθίζουμε να στρέφουμε τις ματιές προς τα έξω παρά προς τα μέσα, μπορεί αυτά τα δευτερόλεπτα λεξομαγείας ν’ αλλάξουν ζωές.

Όλα είναι θέμα φαντασίας και φυσικής. Σκεφτείτε το πρόβλημα ξαπλωμένο σε μια όμορφη παραλία. Αν το κοιτάξεις από πάνω θα πεις δεν υπάρχει περίπτωση να βρω τη λύση. Αν απομακρυνθείς έστω πέντε χιλιόμετρα πιο πέρα, τότε πάλι θα είναι πρόβλημα αλλά δε θα βλέπεις μόνο αυτό, θα βλέπεις και τη θάλασσα και τον ουρανό και το κύμα που σκάει στην άμμο. Στα τριάντα χιλιόμετρα πάλι θα υπάρχει αλλά θα έχει μείνει πίσω μόνο του στην παραλία. Στα εκατό, ή το έχεις ξεχάσει, ή το έχεις λύσει, ή στην τελική το αφήνεις άλυτο μέχρι να ‘ρθει η στιγμή του. Και νομίζω ότι είναι ο πιο αξιοκρατικός τρόπος όταν θέλεις να ασκήσεις εποικοδομητική κριτική. Εστιάζοντας στην ευρύτερη εικόνα κι όχι στον άνθρωπο που ποζάρει γι’ αυτήν.

 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μόνικα Καράμπεη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου