Κάποτε έρχονται στιγμές στη ζωή σου που νιώθεις την καθημερινότητα να σε πνίγει, να σου κόβει το οξυγόνο, να μην αναπνέεις. Είναι λες κι απλώς παθητικά επιβιώνεις. Περνάνε οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες και δεν παρατηρείς καμιά σπουδαία αλλαγή μες στη ρουτίνα σου. Όλοι το έχουμε βιώσει λίγο-πολύ, σωστά; Εκείνη, λοιπόν, την περίοδο είναι που χρειάζεσαι να κάνεις κάτι αλλιώτικο, κάτι μόνο για σένα. Να πάρεις τον εαυτό σου και να τραβήξεις για το άγνωστο, με προορισμό κάπου που δε σε ξέρει κανείς. Να σε αφήσεις ελεύθερο και χαλαρό, μακριά από σκοτούρες κι άγχη, να ζήσεις μια νέα περιπέτεια, διαφορετική από κάθε άλλη.

Εκείνη η αίσθηση ελευθερίας δε συγκρίνεται με τίποτα άλλο. Αφήνεσαι. Λες και δεν υπάρχει τίποτα που να σε κρατά μακριά απ’ το να εξερευνήσεις έναν άγνωστο τόπο. Εκεί όπου δεν υπάρχουν γνωστοί, φίλοι και συγγενείς, γείτονες, αφεντικά και πρώην. Μακριά από όλους κι από όλα! Κυριολεκτικά μακριά. Ένα μέρος που θα συναντήσεις ανθρώπους που πιθανώς να μην ξαναδείς ποτέ. Θα περπατήσεις σε νέους απάτητους δρόμους, καινούριες εικόνες θα γεμίσουν το μυαλό σου. Θα είσαι ξένοιαστος. Θα ζεις την κάθε στιγμή με μια δόση αιωνιότητας. Καθετί που περνά δε θα επαναλαμβάνεται, αλλά θα σφραγίζεται στη μνήμη σου.

Γενικά στην καθημερινότητα, το άγχος είναι μόνιμος συνοδοιπόρος μας. Όχι μόνο σε ό,τι αφορά εμάς αλλά και σ’ ό,τι μπορούν να πουν οι άλλοι για μας. Δίνουμε υπερβολική σημασία στη γνώμη τρίτων. Μα όταν βρίσκεσαι σε ένα μέρος που απέχει αρκετά απ’ τη συνηθισμένη σου ζωή, τόσο χιλιομετρικά όσο κι απ’ τον τρόπο που την αντιμετωπίζεις, ξεχνάς τους άλλους, είσαι άγνωστος μεταξύ αγνώστων, κανείς δεν μπορεί να σε κρίνει κι ακόμα κι αν το κάνει, πια δε σε απασχολεί.

Όταν ξεφορτώνεσαι από πάνω σου το βάρος της γνώμης και της κριτικής των άλλων, είσαι ο εαυτός σου περισσότερο από ποτέ. Δεν ανησυχείς αν σε δει κανείς, αν σχολιάσει τι φοράς και πώς κινείσαι. Χαλαρώνεις, αφήνει στην άκρη τα «πρέπει» και τον καλοχτενισμένο σοβαρό σου εαυτό κι επιτρέπεις σε εκείνη την τρέλα –που σίγουρα υπάρχει μέσα σου– να βγει επιτέλους προς τα έξω, να σε απελευθερώσει, να σε διασκεδάσει. Καιρός ήταν, δε νομίζεις;

Μπορείς να χορέψεις στο δρόμο στο ρυθμό εκείνου του πλανόδιου μουσικού, να χαμογελάσεις σε κάποιον άγνωστο, να φλερτάρεις χωρίς το φόβο της απόρριψης, να κάνεις ό,τι χαζομάρα σου κατέβει στο κεφάλι, να δώσεις το βήμα στον αυθορμητισμό σου να αναλάβει τα ηνία.

Εκεί έξω υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος, τελείως διαφορετικός απ’ τον μικρόκοσμό μας, που μας περιμένει να τον εξερευνήσουμε. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι διψάει για καινούργιες εικόνες, γεύσεις, μυρωδιές, ανθρώπους κι έρωτες; Θες να γνωρίσεις νέους τόπους, συνήθειες κι έθιμα, θρησκείες και φαγητά. Να γεμίσει το μάτι σου στιγμιότυπα, λες κι είναι η πιο σύγχρονη και γρήγορη φωτογραφική μηχανή.

Είναι στη φύση των ανθρώπων να θέλουν να αλλάζουν παραστάσεις διαρκώς, να ξεφεύγουν απ’ την καθημερινότητα, να δραπετεύουν απ’ την πραγματικότητα. Να ταξιδεύουν για λίγο στα σοκάκια της δικιάς της φαντασίας. Να αναζητούν το διαφορετικό. Το άγνωστο πάντα μας εξιτάρει. Γιατί έχει αυτήν την αίσθηση ενός μυστηρίου που μας προκαλεί να το εξιχνιάσουμε.

Ό,τι δε γνωρίζεις είναι αυτό που σου κινεί περισσότερο από κάθε άλλο την περιέργεια να το εξερευνήσεις. Άλλωστε εσύ το ξέρεις καλύτερα από όλους! Γι’ αυτό σου λέω, πάμε κάπου που κανείς δεν ξέρει το όνομά μας, πάμε για να μας γνωρίσουμε απ’ την αρχή!

Συντάκτης: Ειρήνη Δίγκογλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη