Πολλοί άνθρωποι, κάποια στιγμή στη ζωή τους, έχουν βρεθεί ή θα βρεθούν να παίζουν τον ρόλο του τρίτου προσώπου. Είναι εκείνοι που τους περιμένει μονάχα επίκριση κι άσχημες ταμπέλες. Που μπαίνουν ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, είτε παντρεμένο είτε μη, καταστρέφοντας έτσι ένα «μαζί», ένα γάμο ή/και μια οικογένεια. Εκείνοι που δε σκέφτονται κανέναν και τίποτα πέραν του εαυτού τους και περιμένουν πότε θα βρει ο άλλος λίγο χρόνο στα κρυφά για να ικανοποιηθούν.

Αυτή είναι η κλασική, η ηθικολογική, σκέψη που επικρατεί. Είναι, όμως, πάντα έτσι τα πράγματα; Κι αν προέκυψε πριν προλάβουν να μάθουν; Αν δεν ήξεραν; Αν ερωτεύτηκαν και δεν κατάφεραν να το ελέγξουν; Αν βλέπουν σ’ αυτό το πρόσωπο τον άνθρωπο που θέλουν να περάσουν την υπόλοιπη ζωή τους μαζί του; Αν απλά έφτασαν δεύτεροι; Φυσικά και νιώθουν ενοχές. Αισθάνονται υπεύθυνοι για τον πόνο ενός άλλου ανθρώπου, για τον χωρισμό, για τη διάλυση μιας οικογένειας, για την απομάκρυνση του πατέρα ή της μητέρας απ’ τα παιδιά τους. Νιώθουν πως ζουν μια κλεμμένη ζωή.

Παλεύουν με τις τύψεις τους, με τον εαυτό τους και την επιθυμία τους. Αισθάνονται αμφιβολίες. Δέχονται κριτική και κοινωνική κατακραυγή. Πολλές φορές ακόμα κι απ’ τον στενό τους κύκλο, τους φίλους και την οικογένειά τους. Έρχονται σχόλια του τύπου: «Πού πας να μπλέξεις;», «Εσένα θα σου άρεσε να σου έκλεβαν τον άντρα ή τη γυναίκα, αντίστοιχα;», «Θα σου κάνει κι εσένα τα ίδια αργότερα» και πολλά άλλα ακόμα, που τους βυθίζουν πιο βαθιά στην απελπισία τους.

Το γεγονός, όμως, πως ανέπτυξαν συναισθήματα για κάποιον που τυπικά ανήκει αλλού δε σημαίνει πως ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που τους αρέσει να κλείνουν σπίτια. Δεν απολαμβάνουν τη συνθήκη αυτή. Δε χαίρονται που ήρθαν έτσι τα πράγματα. Δεν το επέλεξαν. Δεν έχουν σκοπό της ζωής τους να διαλύουν σχέσεις κι οικογένειες. Απλά γνώρισαν έναν άνθρωπο και τον ερωτεύτηκαν. Μπορούσαν να το προβλέψουν; Αφού δεν επιλέγουμε τον άνθρωπο που ερωτευόμαστε κι ούτε υπάρχει ένα μαγικό κουμπί να το πατήσουμε και να σταματήσουμε να νιώθουμε για εκείνον. Ερωτεύτηκαν, λοιπόν, και τους ερωτεύτηκε πίσω κι εκείνος ο άνθρωπος -ή έστω έτσι ισχυρίζεται. Πώς μπορούν να γυρίσουν την πλάτη στην ευτυχία;

Κι ο δεσμευμένος ή ο παντρεμένος; Αυτός δεν έχει δικαίωμα στην ευτυχία; Δεν έχει δικαίωμα να συνεχίσει τη ζωή του με έναν άλλο άνθρωπο, εφόσον η παρούσα σχέση του έχει καταρρεύσει; Έρχεται η στιγμή που κάποιοι γάμοι τελειώνουν. Κάποιοι άνθρωποι σταματάνε να ‘ναι ευτυχισμένοι μαζί. Είναι δίκαιο να καταπιεστούν, να δυστυχήσουν, να υποτιμήσουν εαυτούς και να διαγράψουν «θέλω», για να μην υποστούν την κοινωνική κατακραυγή; Ή είναι δίκαιο να παραμείνουν σε ένα γάμο που τους πνίγει μόνο και μόνο για τα παιδιά; Το ότι οι γονείς χωρίζουν δε σημαίνει ότι τα παιδιά θα δυστυχήσουν. Η δυστυχία ενός ζευγαριού που μένει μαζί με το ζόρι δε θα κάνει τα παιδιά ευτυχισμένα, αλλά θα τα επηρεάσει αρνητικά, μεταδίδοντας λάθος μηνύματα για τις σχέσεις και τη συντροφικότητα. Αν υπάρξει σωστή αντιμετώπιση του χωρισμού, τα παιδιά δε θα υποφέρουν.

Κι εκείνος ο άνθρωπος που ανακάλυψε ότι ο σύντροφός του τον κεράτωνε; Ίσως κι ο ίδιος να ήξερε κατά βάθος ότι το «μαζί» τους δεν πήγαινε άλλο. Να μην ήταν ούτε εκείνος ευτυχισμένος. Ίσως να διευκολυνόταν και να ανακουφιζόταν απ’ το γεγονός πως δεν έβαλε εκείνος το τέλος, πως κανείς δε θα τον κατηγορήσει γι’ αυτή τη φυγή, πως η ευθύνη θα βαραίνει μόνο τον άλλο.

Δε δικαιολογώ, ούτε φυσικά εκθειάζω το τρίτο πρόσωπο. Αλλά πολλές φορές κάποια πράγματα δεν ελέγχονται. Σίγουρα, δεν είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες και τα στερεότυπα ίσως και να επιβιώνουν για συγκεκριμένους λόγους, ίσως όμως και να πέφτουν έξω .

Είναι εύκολο να κρίνουμε και να κατακρίνουμε συμπεριφορές, αλλά τίποτα στη ζωή δεν είναι άσπρο-μαύρο. Ξεχνάμε πως κάποιοι γάμοι θα τελείωναν ή θα συνέχιζαν τελειωμένοι με ή χωρίς το τρίτο πρόσωπο. Κάποιες «λάθος» σχέσεις καταλήγουν πιο ουσιαστικές απ’ τις άλλες, τις «σωστές».

Συντάκτης: Στέλλα Δημητρίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη