«Με γνώρισες σε μια πολύ περίεργη φάση της ζωής μου…»

Της λέει, καθώς η έκρηξη φωτίζει τα μάτια τους. Της κρατάει το χέρι και μαζί βάζουν φωτιά στον κόσμο. Φωτιά σ’ έναν κόσμο που τους έχει κουράσει, τους έχει αηδιάσει. Φωτιά στο κατεστημένο και καθετί τετριμμένο. Ο Tyler και η Marla από το Fight Club είναι το απόλυτο, περίεργο και ξεχωριστό duo. Αυτοί οι δύο άνθρωποι, που ο καθένας με το δικό του τρόπο, βρίσκει διαφυγή απ’ το βαρετό και τόσο προσποιητό δικό μας σύμπαν και μεταφέρεται με το μυαλό σε μέρη δικά του, εκεί που αυτός είναι που κερδίζει κι όχι πάλι οι άλλοι. Δυο φιγούρες που μοιάζουν περισσότερο με καρικατούρες, παρά με πραγματικούς ανθρώπους, που ζουν μέσα στον καθωσπρεπισμό της κοινωνίας μας. Είναι όμως τελικά, πιο αληθινοί από κάθε «πρέπει» που μας περιβάλλει.

Ο πρωταγωνιστής της ταινίας, αρχικά παραμένει ανώνυμος. Τη φιγούρα του απεικονίζει ο Edward Norton, σε μια του ερμηνεία τόσο ρεαλιστική που σε κοιτάει στα μάτια και διαπερνάει την ψυχή σου. Ο πρωταγωνιστής έχει όχι απλώς κουραστεί, αλλά εξουθενωθεί από την καθημερινότητά του. Όπως ο ίδιος δηλώνει, ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου «αγοράζουμε πράγματα με λεφτά που δεν έχουμε για να εντυπωσιάσουμε ανθρώπους που δε συμπαθούμε». Έτσι, ο όλος υλισμός που διακατέχει τη ζωή μας αλλά κι οι επαναλαμβανόμενες πράξεις αγγαρείας της ρουτίνας, τον φτάνουν σε τέλμα. Αρχίζει να υποφέρει από αϋπνίες και στη δουλειά αδυνατεί να ανταπεξέλθει. Το κερασάκι στην τούρτα είναι όταν μετά από ένα ατύχημα το διαμέρισμά του καίγεται. Εκείνο, με τα πράγματα που αγόρασε, με τα λεφτά που δεν είχε, για να εντυπωσιάσει κόσμο που δε συμπαθούσε. Ή μήπως δεν ήταν ατύχημα;

Όλα συνεχίζουν να μοιάζουν μουντά, κλειστοφοβικά, μέχρι τη στιγμή που εμφανίζεται ο Tyler. Ο Brad Pitt, είναι ο γόης που εμφανίζεται απρόσμενα στη ζωή του πρωταγωνιστή απ’ το πουθενά. Ντόμπρος, λέει αυτό που σκέφτεται χωρίς να τον ενδιαφέρει αν θα θίξει το άλλο άτομο. Ευθύς τύπος, αλήτης, αυτός που θεωρητικά «αρέσει». Κι ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας κάνει διακριτικές εμφανίσεις, η πρώτη οπτική επαφή με τον πρωταγωνιστή μας είναι πάνω σε μια κυλιόμενη σκάλα. Κοιτιούνται για λίγο και φαίνεται να έχουν μια σπίθα τα μάτια αυτού του άλλου. Αυτή που απουσιάζει καιρό τώρα απ’ τη ζωή του πρωταγωνιστή. Κι η γνωριμία των δύο αντρών εξελίσσεται με τον πιο παράδοξο τρόπο, καθώς καταλήγουν να παίζουν ξύλο έξω από ένα μίνι μάρκετ. Ή μήπως όχι;

Στο ενδιάμεσο, ο πρωταγωνιστής γνωρίζει τη Marla σε μια συνάντηση ομαδικής θεραπείας. Για αλκοολικούς, για τοξικομανείς, για τζογαδόρους. Ακόμα και σε ομαδική θεραπεία για παθόντες του προστάτη τη βρίσκει μπροστά του. Έχει κλέψει το μότζο του και πηγαίνει από ομάδα σε ομάδα γιατί εκεί είναι που βρίσκει κι εκείνη γαλήνη. Ακούγοντας τον πόνο των άλλων, νιώθει καλύτερα για τη δική της κατάντια. Μηδενίστρια, απαισιόδοξη, ωμή. Αυτή είναι η Marla Singer που κινεί την περιέργεια του πρωταγωνιστή. Αυτή που τον εκνευρίζει γιατί τη βρίσκει συνέχεια μπροστά του, όμως τον εξιτάρει την ίδια στιγμή. Είναι βλέπεις κι αυτή τραυματισμένη όπως κι εκείνος. Έχουν μια κοινή δυστυχία να μοιραστούν.

Aυτό ώσπου κι αντιλαμβάνεται πως η Marla έχει επαφές με το νέο του φίλο. Μ’ αυτόν με τον οποίο έχουν στήσει ένα υπόγειο Fight Club. Ένα κρυφό λημέρι όπου άντρες βρίσκονται και παίζουν ξύλο. Ξεσπούν από το άγχος και την πίεση της δουλειάς, τη ρουτίνα, τα προβλήματα. Τα προβλήματα της υλιστικής και ψεύτικης εποχής μας. Τότε θυμώνει, απογοητεύεται και δεν αντέχει να ακούει που κάθε μέρα η Marla βρίσκεται στο σπίτι στο οποίο εκείνος έχει μετακομίσει με τον Tyler. Όχι για να δει αυτόν, αλλά τον Tyler. Που εκείνος την έχει καταφέρει, γιατί εκείνος όλα τα καταφέρνει και όσα θέλει τα παίρνει.

Όχι, η ταινία δεν προσπαθεί να σε πείσει πως πρόκειται για δύο διαφορετικούς ανθρώπους. Spoiler alert, υπάρχουν μικρά και μεγάλα στοιχεία εξαρχής, τα οποία προδίδουν πως ο πρωταγωνιστής και το Tyler είναι το ίδιο άτομο. Μόνο που ο δεύτερος, είναι ο εαυτός εκείνος που θα ήθελε να ήταν. Ο δυναμικός, ο γόης, αυτός που κάνει ό,τι θέλει επειδή μπορεί. Που δεν τον νοιάζει τίποτα και κανένας. Δεν έχει μπει σε κουτάκια και νόρμες. Που κατάφερε και κέρδισε τη γυναίκα που τον ενδιέφερε. Έτσι, η διχασμένη προσωπικότητα του πρωταγωνιστή, κλικάρει άψογα με τη φθαρμένη ψυχή της Marla. Εξάλλου, «η φιλοσοφία της Marla είναι πως θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να χάσει τη ζωή της. Η τραγωδία έγκειται στο γεγονός πως αυτό δε συνέβαινε».

Κι ενώ κάτι «μαγειρεύεται» ανάμεσα στους δύο εαυτούς του στο σπίτι, το ειδύλλιο με τη Marla συνεχίζεται. Μέχρι που αυτός χάνεται για κάποιο διάστημα κι εκείνη τον αναζητεί. Όλα τα γεγονότα της πλοκής εκτυλίσσονται με σκοπό να φτάσουν στην τελική κορύφωση. Χτίζονται γεγονότα και μικρές, ασήμαντες σκηνές, μέχρι εκείνη τη στιγμή της έκρηξης. Τη στιγμή όπου η πόλη καίγεται στ’ αλήθεια μπροστά τους, επειδή ο ατίθασος, κρυφός Tyler δεν κατάφερε να τιθασευτεί. Επειδή έβαλε φωτιά μεταφορικά και κυριολεκτικά.

Κι όπως βρισκόταν μόνος κι απελπισμένος, η εικόνα του ήταν κι αυτή εξίσου μίζερη. Με το σακάκι και το εσώρουχο, να προσπαθεί να αποτρέψει το κακό που ήδη είχε αρχίσει. Αλλά τότε εμφανίστηκε εκείνη. Εκείνη που αποδέχτηκε και τις δυο πλευρές του, γιατί είχε κι αυτή πολλαπλές. Τον πήρε απ’ το χέρι και μαζί θαύμασαν το φως που ερχόταν απ’ τις φλόγες.

«Με γνώρισες σε μια πολύ περίεργη φάση της ζωής μου…» Της είπε.

Συντάκτης: Άνδρη Χριστοφή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου