Όταν ακούμε για απιστία, αυτομάτως στρέφουμε την προσοχή μας στο πρόσωπο που απατά. Θυμώνουμε κι αρχίζουμε να συμβουλεύουμε τους φίλους μας να χωρίσουν, να μη δώσουν δεύτερη ευκαιρία, πετώντας τις κλασικές ατάκες τύπου: «Δεν αξίζει, μην ασχοληθείς ποτέ ξανά», ή «Φαινόταν απ’ την αρχή ότι δεν έκανε για ‘σένα».

Ωραία όλα αυτά, δε λέω. Προσπαθείς εκείνη τη στιγμή να ηρεμήσεις τα πνεύματα, να ανοίξεις τα μάτια του άλλου και να τον κάνεις να καταλάβει αυτό που δε θέλει να αποδεχτεί. Θέλεις να σταθείς και να παρηγορήσεις. Το απατημένο φιλαράκι σου έχει πέσει στα πατώματα, είναι στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού, μπουκάλια αδειάζουν, αντικείμενα σπάνε και το δωμάτιο μοιάζει με βομβαρδισμένο τοπίο. Ρίχνει κατάρες –και με το δίκιο του– κι εσύ εκεί, κάθεσαι υπομονετικά και γίνεσαι ο ψυχαναλυτής του.

Όταν σε ‘χουν απατήσει και το μαθαίνεις, το πρώτο συναίσθημα που σε κυριεύει είναι η οργή. Στη συνέχεια κάνουν την εμφάνισή τους τα νεύρα κι έπειτα έρχεται το ξέσπασμα. Σε μερικούς εκφράζεται με άρνηση, δε δέχονται καν να ακούσουν την άλλη πλευρά και τους λόγους που συνέβη το μοιραίο. Σε άλλους πάλι εξωτερικεύεται με λύπη και θέλουν οπωσδήποτε να ζητήσουν εξηγήσεις, γιατί αλλιώς δεν μπορούν να προχωρήσουν.

Εννοείται πως η απιστία είναι ένας άσχημος κι επώδυνος τρόπος να χωρίσεις. Καταρρέει ο κόσμος σου κι η εικόνα που είχες για το άλλο άτομο. Αυτό, βέβαια, –να τονίσουμε– στην περίπτωση που το μάθεις, γιατί πόσες είναι οι φορές που εσύ νομίζεις ότι ο σύντροφός σου είναι σωστός και ποτέ δε θα έκανε κάτι τέτοιο, ενώ στην πραγματικότητα παίζει και να μη χωράς να περάσεις από καμία πόρτα χωρίς να βρεις;

Οι περιπτώσεις που δε γνωρίζεις, σε βοηθούν να προχωράς, χωρίς να γκρεμίζεται η αυτοπεποίθησή σου, ούτε να κλονίζεται η εμπιστοσύνη σου στους ανθρώπους. Οι περιπτώσεις που το ανακαλύπτεις, όμως, σε κάνουν πιο δυνατό, σε ωριμάζουν, μαθαίνοντάς σου –με τον σκληρό τρόπο– πως μερικά άτομα δεν υπήρξαν άξια της εμπιστοσύνης σου κι ίσως στο μέλλον να πρέπει να ‘σαι πιο αυστηρός στις επιλογές σου.

Ας γυρίσουμε, όμως, το νόμισμα κι απ’ την άλλη του μεριά, να παρατηρήσουμε λίγο και τη θέση του «άπιστου». Πάντα μα πάντα σε μια σχέση φταίνε κι οι δυο κι όσο κι αν ακούγεται περίεργο κι άβολο, σίγουρα υπήρχαν λόγοι για να απατήσει κάποιος. Μπορεί να ήταν η έλλειψη προσοχής, μπορεί να ‘χε χάσει το ενδιαφέρον του, μπορεί να ήθελε να αισθανθεί ποθητός κι ο μόνος τρόπος που βρήκε να ήταν αυτός. Μπορεί, όμως, τα πράγματα να μην έγιναν καν έτσι και το ότι συνέβη αυτό να μη σήμαινε κάτι.

Πάνω στο μεθύσι, ας πούμε, δεν καταλαβαίνεις πολύ τι κάνεις, έχεις χαλαρώσει, είσαι οπλισμένος με την αίσθηση της σιγουριάς, τα μάτια σου δεν τα λες κι ορθάνοιχτα, ε, και το μοιραίο, κάποιες φορές, έρχεται χωρίς να το καταλάβεις. Τη μια στιγμή κάθεσαι στην καρέκλα σου ή χορεύεις και την επόμενη φιλιέσαι και δεν ξέρεις το γιατί. Παρόλο που αγαπάς τον άνθρωπό σου, καταφέρνεις να τον πληγώσεις κι η συνέχεια τις περισσότερες φορές δεν είναι ευνοϊκή για τη σχέση σας, μιας και τώρα η εμπιστοσύνη έχει πια χαθεί.

Το πιθανότερο πως θα πεις «τι δικαιολογίες είναι αυτές;».  «Να μην το έκανε, να αντιστεκόταν, ακόμη κι αν δεν ήταν αυτός που το προκάλεσε.» Και θα σου πω πως έχεις δίκιο, όμως, κάποτε ήταν ο άνθρωπός σου, τον πίστευες και σε πίστευε κι εκείνος. Αν κάτι έγινε μία φορά, σίγουρα ήτανε λάθος, όμως τουλάχιστον πριν τον χωρίσεις κάνε τον κόπο να ρωτήσεις γιατί συνέβη, πώς συνέβη και μην αντιδράς προτού να μάθεις όλη την αλήθεια.

Οι φίλοι, όσο κι αν θέλουν το καλύτερο για μας, πολλές φορές δεν αντιμετωπίζουν τα πράγματα αντικειμενικά κι ούτε ξέρεις πώς θα έπρατταν εκείνοι αν ήταν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι. Οπότε ζήτα τη συμβουλή, αλλά μετά άκου εσένα, γιατί μονάχα εσένα αφορά.

 

Συντάκτης: Άννα Μπαλάση
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη