Ίσως η πιο πολυσυζητημένη λέξη πάνω σε αυτόν τον πλανήτη να ‘ναι η λέξη «έρωτας», γι’ αυτό κι όλες οι ταινίες, τα βιβλία, οι σειρές κι οι φιλικές συζητήσεις που τον εμπεριέχουν να τραβούν όλη την προσοχή. Επιστήμονες, συγγραφείς, καλλιτέχνες, καθημερινοί άνθρωποι αφιερώνουν χρόνια ολόκληρα για να μπορέσουν να τον ορίσουν, να τον ερμηνεύσουν και να δώσουν εξηγήσεις στα ερωτήματα που προκαλεί και τους παιδεύουν.

Κι άλλοι τόσοι εκμεταλλεύτηκαν την αίγλη αυτού του συναισθήματος και την αδυναμία του κοινού, και προσπάθησαν να τον εμπορευματοποιήσουν, άλλοτε με επιτυχία κι άλλοτε εκφυλίζοντάς τον. Ταινίες, υπηρεσίες κι αντικείμενα που υποστηρίζουν ότι φτιάχτηκαν αποκλειστικά για να αντιπροσωπεύουν τον έρωτα και την απόκτησή του.

Η πιο βαθιά, όμως, ψυχανάλυση του έρωτα, γίνεται στις δικές του εξομολογήσεις. Στις λέξεις των εραστών, στις κουβέντες τους, στη δύναμή τους να μοιραστούν όσα νιώθουν, χωρίς δισταγμό.

Οι βιαστικοί βαφτίζουν έρωτα τον ενθουσιασμό. Όχι τελείως αδίκως βέβαια, καθώς απλός ενθουσιασμός και πραγματικός έρωτας έχουν κοινά σημεία, αρκετά παραπλανητικά. Ο χρόνος είναι ο μοναδικός που μπορεί να οδηγήσει στο ξεκαθάρισμά τους.

Ο έρωτας θέλει ανάλυση, θέλει χρόνο κι αφοσίωση, και πού χρόνος για όλα αυτά μες στην καθημερινή φρενίτιδα; Ποιος θα κάτσει να ασχοληθεί με το τι κρύβει η ψυχή και το μυαλό του άλλου, όταν το meeting στη δουλειά περιμένει κι όταν υπάρχει πάντα κάποιος διαθέσιμος εκεί έξω που δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να τον κατακτήσεις; Κι αν δεν είναι αυτός ο εύκολος στόχος; Αν μας παιδέψει και βγει πιο απαιτητικός; Θα πάμε στον επόμενο.

Τρέχουμε όλοι να ζήσουμε τον έρωτα, ξεχνώντας ουσιαστικά να τον γνωρίσουμε. Αναρωτιόμαστε γιατί φεύγει τόσο γρήγορα, αλλά δε σκεφτόμαστε ότι τον ξεζουμίζουμε με το «καλώς ήρθες», τόσο που καλά-καλά δεν τον γευόμαστε απ’ την ανυπομονησία μας. Έχουμε μάθει να λέμε λόγια, κενά πολλές φορές, στον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας κι αφήνουμε στην άκρη την ουσία. Δε θυμόμαστε πώς είναι να κοιτάμε τον άλλον μέσα στα μάτια και να προσπαθούμε να τον ερμηνεύσουμε, να του δίνουμε χρόνο κι ενδιαφέρον.

Δεν υπάρχει πιο ερωτική φράση και πιο συναισθηματική εξομολόγηση απ’ το «άφησέ με να σε μάθω!». Πώς γίνεται να ερωτευτείς κάποιον χωρίς να τον μάθεις; Ο ενθουσιασμός γίνεται έρωτας κι αποκτά γερές βάσεις όσο τον ανακαλύπτεις και τον ζεις μέσα από καθημερινές συνήθειες, από απλά αλλά σημαντικά γεγονότα. Μπορείς να ερωτευτείς τις παύσεις που κάνει όταν μιλάει, τον τρόπο που δαγκώνει τα χείλη όταν αισθάνεται αμήχανα, τον τρόπο που κοιτάει ό,τι αγαπά, πώς γελάει ή πώς πιάνει την κούπα του καφέ.

Αν κάποιος σου πει πως θέλει να σε μάθει, βγάλε ένα μπουκάλι κρασί και δύο ποτήρια και κάτσε αναπαυτικά στον καναπέ, ήρθε για να μείνει. Γιατί μας νοιάζει να μάθουμε τις συνήθειες, τις φοβίες και τα όνειρα μόνο εκείνων που πραγματικά μας ενδιαφέρουν.

Θέλει να σε γνωρίσει απ’ την αρχή, ιδανικά να μοιραστείς μαζί του όσα σε κανέναν δεν έχεις πει.  Να ανακαλύψει εσένα, όχι την εικόνα σου. Να σ’ ερωτευτεί για όσα είσαι κι όσα θες να γίνεις, για όσα αγαπάς και μισείς πάνω σου.

Όποιος αφιερώνει χρόνο για να σε μάθει, κοιτάει τον έρωτα κατάματα. Ξέρει πως ο χρόνος που κυλάει όσο γνωρίζετε ο ένας τον άλλον λειτουργεί μόνο προς όφελός σας και πως η ανώριμη κάψα της σάρκας, παραχωρεί τη θέση της στο παιχνίδι του μυαλού, το μόνο ικανό να ορίσει νικητές και χαμένους, αφού με την επιφάνεια κανείς δεν κέρδισε.

Σταμάτα να τρέχεις σαν να ‘σαι το άλογο κούρσας που έχουν ποντάρει πως θα βγει πρώτο. Κατέβασε ταχύτητα κι απόλαυσε τη διαδρομή. Μάθε τον συμπαίχτη που επέλεξες κι απόλαυσε το πιο δυνατό παιχνίδι της ζωής σου.

Συντάκτης: Μαρία Βίγλα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη