Είναι στιγμές που δε γνωρίζω τι αισθάνομαι, ακόμη κι αν το αισθάνομαι σε υπερθετικό βαθμό. Ένα φάσμα συναισθημάτων ξεχειλίζουν από μέσα μου σα λευκή φλόγα, απευθείας από τα βάθη της γης κι όμως, αδυνατώ να τα προσδιορίσω, πόσο μάλλον να τα κατανοήσω κιόλας. Τι είναι όμως τα συναισθήματα αν δεν τα αισθάνεσαι με κάθε κύτταρο της ύπαρξής σου; Ένα τίποτα είναι.

Σαν ανήσυχο πνεύμα δε γνώρισα όρια· με κάθε ευκαιρία αναμειγνύω τα συναισθήματά μου σαν ένα μαγικό φίλτρο -με άγνωστες φυσικά ιδιότητες κι αναρίθμητες παρενέργειες- και ταυτόχρονα προσπαθώ να τους προσθέσω και μια στάλα λογική, μήπως υπάρξει στο τέλος μια ισορροπία. Μάταια όμως, διότι ποτέ δεν ταίριαξε η χημική σύσταση του «νιώθω» με το «σκέφτομαι».

Τι συμβαίνει στη λογική όταν παίρνει το τιμόνι το συναίσθημα; Πού πηγαίνει; Δεν αντέχει την τρέλα που επικρατεί στο κορμί μου κι αλλάζει ήπειρο να μη με βλέπει; Ίσως προσπάθησε κάποια φορά να πάρει τον έλεγχο κι απέτυχε παταγωδώς κι ούσα απογοητευμένη, με εγκατέλειψε. Πάντα γυρίζει όμως, κακία δεν της κρατώ -ίσως παράπονο, μόνο, γιατί πάντα αργεί- και στην επιστροφή της έχει πάντα παρέα της την ενοχή, για να μου δείξει ότι κακώς έπραξα που δεν την επέλεξα εξ αρχής κι ορίστε τα αποτελέσματα. Βρίσκει χαλάσματα, κρανίου τόπος επικρατεί κατά την άφιξή της -και λογικό. Είναι γνωστό εξάλλου πως το συναίσθημα στα λάθος χέρια, φέρνει την καταστροφή. Το μετανιώνω όμως; Ποτέ.

Δεν έχω ακόμη μυηθεί στη φιλοσοφία της επιδερμικής προσέγγισης των συναισθημάτων, δε με ενδιαφέρει να τα απλοποιήσω, να μειώσω λέξεις, να τα συρρικνώσω, ούτε και να τα τιθασεύσω επιθυμώ. Τους επιτρέπω να ζουν ελεύθερα μέσα μου κι αντλώ γνώση από αυτά. Κάθε νέο ταξίδι και μια περιπέτεια, ίσα να κερδίσω τον τίτλο του συναισθηματικού νοήμονος πλάσματος και να λέω αύριο-μεθαύριο πως γνωρίζω καθετί που αισθάνομαι.

Στην ερώτηση «τι νιώθεις;» απαντώ μονίμως «νιώθω ο εαυτός μου, εσύ;» διότι τα συναισθήματά μου είμαι εγώ κι εγώ έχω συναισθήματα. Είμαστε αιώνια δεμένοι και δεν μπορώ -ούτε και θέλω- να σκεφτώ μια πραγματικότητα διαφορετική. Από το «σε σκέφτομαι» πάντα προτιμούσα το «σε νιώθω». Μη με παρεξηγείτε, αγαπώ τις αισθήσεις αλλά απεχθάνομαι αδιαμφισβήτητα κι απόλυτα τις σκέψεις διότι είναι ύπουλες και συνεχώς με μπερδεύουν. Την αγάπη κατάφερε κανείς να την εξηγήσει; Πώς εκφράζεται ο έρωτας με λογική περιγραφή;

Κι εγώ, μιλώντας πια σε σένα, πώς μπορώ να σε μισήσω που έφυγες και να σε εκδικηθώ με σαφήνεια; Με πιο κίνητρο ξεκίνησες να με ενδιαφέρεις; Ποια είναι η θεωρία του «μου λείπεις»; Υπάρχει συνοχή στο «με πονάει η απουσία σου»; Μήπως γνωρίζεις την ανάλυση του «φοβάμαι να ζω σε έναν κόσμο χωρίς εσένα»;

Μην περιμένετε να καταλήξω σε λογικό συμπέρασμα, είπαμε δε χρειάζεται σε όλα η λογική. Η επιλογή όμως είναι πάντα ανάμεσα σε δύο: συναίσθημα ή λογική; Και μην ακούσω δικαιολογίες τύπου «είδα και το συναίσθημα πού με έβγαλε» γιατί με κάτι τέτοια εγώ οργίζομαι. Το συναίσθημα δεν έχει προορισμό, δε μετράει αεροπορικά μίλια, είναι ταξίδι περίεργο. Μόνο η λογική θα σε πάει από το Α στο Β όπως είπε κι ο Αϊνστάιν. Και τώρα, κλείστε αυτό το άρθρο, παίρνω τα συναισθήματά μου κι έρχομαι να σας βρω να το συζητήσουμε.

Συντάκτης: Σταυρίνα Τσατσανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου