Λένε πως οι πιο τυχαίες γνωριμίες στη ζωή μας, είναι αυτές που καταλήγουν στα πιο όμορφα. Έτσι και στη δίκη μας ιστορία. Γνωριστήκαμε τυχαία μια άκυρη απλή καθημερινή ημέρα. Με κοίταξες σε κοίταξα κι αυτό ήταν. Νιώσαμε την απόλυτη χημεία διάχυτη στην ατμόσφαιρα. Και μπορεί τότε να μην ήξερα ούτε τ’ όνομά σου, αλλά ήξερα πως ένιωσα κάτι δυνατό.

Δεν άργησε η γνωριμία, η έξοδος, ο έρωτας. Στα μάτια σου είδα νεύρο, επιμονή, θέληση να γνωρίσεις το χάος πίσω από τα δικά μου μάτια. Δε σου έδωσα πολλά περιθώρια στην αρχή. Ωστόσο με κέρδισες με το σπαθί και την υπομονή σου.

Ξέρεις μου αρέσει στους ανθρώπους όταν κάνουν υπομονή για να έρθουν κοντά σ’ αυτό που θέλουν. Δείχνει ένα ενδιαφέρον όλο αυτό και δημιουργεί μια αύρα που σε τραβάει πάνω τους. Βλέπεις, πλέον δεν είναι και πολύ σύνηθες αυτό το φαινόμενο. Έχουμε συνηθίσει στα «διαβάστηκε», στα «να στείλω ή να περιμένω να στείλει;», στα «ας μην απαντήσω αμέσως, να ψηθεί» και σε διάφορα αλλά τέτοια. Ενώ εσύ, από την πρώτη στιγμή έδειξες το ποσό ήθελες να με γνωρίσεις. Δε μου παρουσίασες μόνο την εξωτερική ομορφιά σου αλλά κι εκείνη που πηγάζει από μέσα σου.

Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα κάτι υγιές κι εσύ ήρθες εσύ για να μου μάθεις πώς γίνεται. Απολαμβάνω την κάθε σου κουβέντα, την κάθε μας συζήτηση, τις πλάκες μας, τ’ όνειρά μας, τα θέλω μας. Μαζί σου έμαθα ότι δεν παίζει κανέναν ρόλο το χρονικό διάστημα που είσαι με κάποιον, αλλά το πώς σε κάνει να νιώθεις. Και αυτό είναι ό,τι πιο σωστό έχω ακούσει και το καταλαβαίνω όσο σε γνωρίζω.

Μ’ έχεις βάλει σ’ ένα τριπάκι διαφορετικό. Σε μια κατάσταση πρωτόγνωρη. Και ποιος να μου το έλεγε πως εγώ κάποια στιγμή στη ζωή μου θα σκεφτόμουν γάμους και παιδιά, ενώ τ’ απέφευγα όπως ο διάολος το λιβάνι; Και όμως μαζί σου κάνω όνειρα. Μ’ αφήνεις να κάνω όνειρα γιατί γνωρίζω πως κάνεις και εσύ. Και βλέπεις, δε διαφέρουν πολύ τα δικά μου από τα δικά σου. Νομίζω βασικά πως δε διαφέρουν καθόλου.

Μαζί σου μπορώ να είμαι ο εαυτός μου, να μην υποκρίνομαι κάτι που δεν είμαι. Και αυτό είναι το πιο ωραίο συναίσθημα που έχω νιώσει. Και θα σου πω κι ένα μυστικό. Όταν κάθεσαι στη γωνία του καναπέ -στην αγαπημένη μου θέση- ακουμπάς το κεφάλι σου στο χέρι σου και με κοιτάς, σ’ ερωτεύομαι ξανά από την αρχή.

Δε μου φτάνει ποτέ το μαζί σου. Δεν είναι ποτέ αρκετό και δε θα είναι ποτέ αρκετό. Μαζί σου ο χρόνος περνάει τόσο γρήγορα που δεν το καταλαβαίνω. Δε θέλω να κοιμάμαι για να μη χάνω ούτε δευτερόλεπτο μαζί σου. Ξυπνάω νωρίς το πρωί για να δω αν έχω μήνυμά σου. Κοιμάμαι αγκαλιά με το φούτερ σου όταν δεν είσαι εδώ και περιμένω να γυρίσεις. Αν δεν είναι αυτό έρωτας, τότε τι είναι; Τουλάχιστον εγώ έτσι το αποδίδω.

Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτό που είδα σε εσένα αλλά εύχομαι να μην το δει κανένας άλλος. Δεν ξέρω πόσο μπορεί να διαρκεί το για πάντα αλλά εύχομαι να το ζήσω μαζί σου.

Αφήστε τις πόρτες ανοιχτές δεν ξέρετε από πού μπορεί να τρυπώσει η ευτυχία.

Συντάκτης: Θεοδώρα Αντωνιάδου
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου