Μ ‘αρέσει να ονειρεύομαι. Μη φανταστείς ότι κοιμάμαι βέβαια, ξύπνια ονειρεύομαι. Κάθομαι αναπαυτικά στο καναπέ μου, εκείνες τις νύχτες τις σχεδόν καλοκαιρινές, δίπλα στο δροσερό αεράκι και την ξεχωριστή ευωδία των νυχτολούλουδων, μ ’ένα γεμάτο ποτήρι Moscato και την αγαπημένη μου μελωδία συντροφιά. Όσο τη νύχτα λοιπόν η πόλη κοιμάται, εμένα η φαντασία μου ξυπνά. Ονειρεύομαι έναν έρωτα κλέφτη, να αφαιρέσει κάθε ψήγμα λογικής που μου έχει απομείνει -έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν είχα και πολύ-, να ταξιδέψει στα όνειρα μου και σε άλλους τόπους, πιο μακρινούς, πιο χρωματιστούς, πιο ανέμελους. Ονειρεύομαι όλα μου τα συναισθήματα να ζωντανεύουν μπρος του και να στήνουν χορό, να με γιορτάζουν που τα αφήνω να παίρνουν τον έλεγχο -όταν κουράζομαι να προσποιούμαι πως πατάω γερά στη γη.

Έχω ταλέντο να ζω στα όνειρα μου, ελάττωμα ή προτέρημα δε γνωρίζω τι από τα δυο είναι, εξαρτάται φαντάζομαι και ποιον θα ρωτήσεις. Πιστεύω ακράδαντα πως αν δεν ονειρεύεσαι, δε ζεις και μ’ αυτό ζώ και πορεύομαι. Κάποιες φορές αν έχω κέφια, το παρακάνω κιόλας , γιατί μία ζωή την έχω, ας την ευχαριστηθώ. Τα ταξίδια που έχει κάνει το μυαλό μου, ίσως το σώμα μου να μην τα προφτάσει ποτέ, περίεργο δεν είναι; Να βρίσκεσαι ακίνητος στον καναπέ κι όμως το μυαλό σου να κολυμπά σε ποταμούς και θάλασσες. Μερικές φορές θα ορκιζόμουν πως έχω αισθανθεί τη δροσιά του νερού να με χαϊδεύει. Στα όνειρά μου χτίζω κόσμους και πολιτείες, απελευθερωμένους από τα δεσμά της καθημερινής ζωής. Απελευθερωμένα από διακρίσεις, αδικίες, φύλα, ταμπέλες, προβλήματα, άγχος, πόνο, αρρώστια, χωρισμούς, πολιτική, ανισότητα, φτώχεια, εγκλήματα, πολέμους, στερεότυπα, θυμό, φόβο. Βάζω στα σενάρια που φτιάχνω ανθρώπους με ανοιχτά μυαλά και μεγάλες καρδιές κι αφαιρώ ό,τι τους εμποδίζει να δουν σε βάθος ο ένας τον άλλον. Μηδενίζω τις αποστάσεις, όχι μόνο τις σωματικές μα και τις πνευματικές, όπως εκείνες που χωρίζουν τον παράδεισο από τη γη. Μη με παρεξηγείτε, το κάνω για να πραγματοποιήσω την ευχή όλων να ξανά δουν όσους έχασαν νωρίς. Δεν επιτρέπω στην πραγματικότητα να εισχωρήσει πριν την ανατολή, δική μου η φαντασία, δικοί μου και οι κανόνες.

Ρεαλιστές μπορούμε να είμαστε όλοι, εγώ επιλέγω να είμαι ονειροπόλος. Μεγάλωσα μ’ εκείνο το τραγούδι που λέει πως ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ κι επέλεξα να μην το πιστέψω. Εγώ πιστεύω στον δικό μου κόσμο, βάζω όλη μου τη δύναμη σ’ αυτήν την πίστη και κρατιέμαι γερά απ’ αυτή κάθε φορά που το έχω ανάγκη. Βρίσκω σ’ αυτήν ελπίδα και κουράγιο και μεταδίδω όσο μπορώ και στους συνανθρώπους μου. Αντλώ έμπνευση από την τέχνη και τη μουσική που πρώτη μου δίδαξε πως υπάρχουν κι άλλα μέρη να ανακαλύψω κι όπως ο John William Waterhouse ζωγράφισε τον πίνακα «The Soul of the Rose» έτσι κι εγώ ζωγραφίζω τη δική μου ζωή κι αντί για υπέροχα ροζ τριαντάφυλλα, βάζω κατακόκκινες καρδιές.

Κι αν όλοι μπορούσαμε να ζήσουμε μέσα από τα όνειρα μας; Ποιος θα ήταν άραγε ο πρώτος προορισμός; Η πρώτη αλλαγή; Η πρώτη κατάκτηση; Τι θα θέλατε να αποκτήσετε; Ποιοι θα ήσασταν; Κι αν μπορούσατε υποθετικά, τι σας εμποδίζει από το να είστε και στην πράξη;

Όλα ξεκινούν και τελειώνουν με μας, εμείς το Α εμείς και το Ω, κι αν αφαιρούσαμε όλα τα εμπόδια και τις «αλυσίδες» που μας δένουν στη γη, θα ξεχνούσαμε την ασφάλειά μας και θα κυνηγούσαμε όλα όσα ποτέ επιθυμήσαμε. Η ζωή γίνεται όσο όμορφη εμείς την κάνουμε, έχουμε στο αίμα μας τη δημιουργία, μα έχουμε και την καταστροφή. Στην τελική, όλα μια απόφαση είναι. Αν λοιπόν το όνειρο είναι η αρχή, η συνέχεια ποια θα μπορούσε να είναι;

Οραματίσου το και κατέκτησή τη, στόχευσε και ρίξε το βέλος σου, μπορείς κι εσύ, όπως κι εγώ, όπως όλοι. Αν όχι μόνος, τότε όλοι μαζί. Έτσι κι αλλιώς σ’ αυτήν τη ζωή κανένας δεν είναι πραγματικά μόνος.

Συντάκτης: Σταυρίνα Τσατσανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου