Σε μια προσπάθεια μου να ξεχάσω τη μορφή σου, βρέθηκα για ένα λεπτό μονάχα πίσω στη στιγμή που σ’ ερωτεύτηκα, έκανα ένα αποτυχημένο ταξίδι στον χρόνο για να έχω τη σιγουριά να πω, πως ήμουν καλύτερα πριν σε γνωρίσω. Μα τι ατυχία κι αυτή, να παλεύω σθεναρά να σε αφήσω και πάλι κοντά σου να βρίσκομαι. Αν υπάρχει διαφυγή, απόψε δεν τη βρίσκω και δε γνωρίζω εν τέλει κι άμα θέλω να τη βρω. Δεν πίστευα ποτέ μου πως είναι δυνατόν ένα ανθρώπινο θνητό ον να νιώσει τόσα συναισθήματα χωρίς να «ξεχειλίζει». Αναρωτιέμαι από τι υλικό να είμαι φτιαγμένη;

Ξεγύμνωσα όλο το μυαλό μου κομμάτι το κομμάτι, να βρω μια στιγμή μόνο δική μου, εγώ και ο εαυτός μου, μα σάστισα σαν αντίκρισα ότι ακόμα και τότε βρισκόσουν κι εσύ μαζί μου. Ακόμα κι όταν φεύγω σε κουβαλώ μαζί μου, ευχή να ‘ναι ή κατάρα; Βρίσκεσαι μέσα μου, κι δε σε αγγίζω -δεν ένιωσα ξανά άλλη φορά να μ’ αγγίζουν χωρίς καν να μ’ ακουμπάνε. Αν με θέλεις όντως, πράξε, γιατί δεν πιστεύω πια σε λέξεις, φοβάμαι. Ίσως να μην ξέρω το πραγματικό σου πρόσωπο, το τι σε πλήγωσε, τι σε κρατά άγρυπνο τις νύχτες, κρατούσες βλέπεις άμυνες πανίσχυρες.

Ξέρω όμως το ποιος είσαι, όταν δεν κοιτά κανείς, τη στιγμή που η νύχτα πέφτει και η πόρτα κλείνει και μένεις γυμνός εσύ και η αλήθεια σου. Σε γνώρισα μέσα από τα μάτια σου, μου μιλούσαν βλέπεις κι εγώ άκουγα, ακόμη ακούω. Εσύ με ξέρεις πιο καλά απ’ τον καθένα, αφού μέχρι κι εαυτός μου με πρόδωσε και σου μαρτύρησε όλα τα βαθιά μου μυστικά, φαντάσου. Ευάλωτη κι όμως νιώθω ασφάλεια μες την αγκαλιά σου, σαν σεντούκι που φυλάς δίπλα στην καρδιά σου, κανένα κακό να μη με βρει. Όταν φεύγεις όμως ένα κενό βαθύ με βασανίζει, πάρε με μαζί σου δε μ’ αρέσει εδώ. Μα πώς συμφώνησα να αφήσω τη ζωή μου σε έναν άνθρωπο που πραγματικά δε γνωρίζω; Θα ήμουν μάλλον άριστη στις λάθος αποφάσεις. Τόσα χρόνια πέρασαν κι ακόμη αδυνατώ να καταλάβω πως κάτι τόσο φαινομενικά λάθος το αισθάνομαι τόσο σωστό.

Έτσι είναι ο έρωτας. Έχει κάτι από παράδεισο και κάτι από κόλαση. Είναι σαν δυο αταίριαστοι εραστές που συνέχεια χάνονται και βρίσκονται, λίγο πριν χωριστούν οριστικά στη λεπτή γραμμή του λάθους. Σαν τη πατάς, βρίσκεσαι αλλού εσύ κι αλλού εγώ. Ήταν γνωστό εξάλλου πως μας χωρίζουν τόσα πολλά, μα μας ενώνουν κι άλλα τόσα. Δύσκολη μου έτυχε να ‘ναι αυτή η επιλογή. Είμαι αδιαμφισβήτητα ελεύθερη ψυχή, τι να διαλέξω; Χίλιους λόγους μπορώ να βρω να δραπετεύσω και τον έναν που με κρατά θα επιλέξω. Ακούω τα βήματα σου. Στάσου. Ένα βήμα ακόμα αν κάνεις προς τα εμένα και σε προειδοποιώ, στο λέω , δε θα αντέξω, θα έρθω να σε βρω και πια δε θα περπατώ, θα τρέξω. Που θα πάμε αν με ρωτάς, αλήθεια δε με νοιάζει, εμένα μου αρκεί, δε με πειράζει. Αν η μοίρα μας, μας το ‘χει να καταλήξουμε μαζί δε θα είμαι εγώ η τρελή που θα της αντισταθεί.

Έλα, φύγε και έλα πάλι ξανά. Μείνε δίπλα μου μέχρι ο ύπνος να με πάρει. Και υπόσχομαι δε θα σε χάσω, θα ‘μαι κοντά. Μου μυρίζει το άρωμα σου, δε χάνομαι έτσι απλά, μια διχάλα, δύο δρόμοι που ενώθηκαν σε μια βραδιά , μου πρόσφερες δυο τριαντάφυλλα και μερικά φιλιά και κέρδισες την αγάπη μου για πάντα κι ας κρύβεσαι για τώρα μακριά. Κι αν η ζωή ήταν μια πόρτα και είχε πολλά κλειδιά, για μένα κλείδωσε και εσύ κρατάς την κλειδαριά. Δε φοβάμαι πια, δεν είμαι μόνη, η στιγμή να με βρεις κοντοζυγώνει και θα γίνω έτοιμη με μιας, για μια ζωή να μ’ αγαπάς. Το αξίζω.

Συντάκτης: Σταυρίνα Τσατσανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου