Φιλί, σκοτείνιασμα, τίτλοι τέλους. Το happy end κάθε ταινίας, που σε αφήνει με μια ευχάριστη επίγευση. Ακόμα και να ήταν η απόλυτη μπούρδα, ένα ωραίο φιλάκι στο τέλος με ένα συνειρμό ότι τα δυο πιτσουνάκια θα ζήσουν καλά κι εμείς καλύτερα, δίνουν ένα θετικό vibe.

Βέβαια η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Το φιλάκι είναι η αρχή κι όχι το τέλος. Το τέλος θα έρθει μετά από πολλά φιλάκια, τα οποία στην αρχή είναι παθιάρικα και γεμάτα θέρμη και στο τέλος θα είναι πιο αδιάφορα κι από αυτά που σε ‘βαζαν να δίνεις στο χέρι του πάτερ όταν ήσουν παιδί και σε τραβολογούσαν στην εκκλησία κάθε Κυριακή.

Το ‘χουμε ζήσει όλοι κάποια στιγμή. Είτε την αποξένωση είτε την τόση εξοικείωση, που στο τέλος σκότωσαν τον έρωτα. Είτε συνέβη το ένα είτε το άλλο, το τελικό αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Δυο άνθρωποι μόνοι, εγκλωβισμένοι στη σχέση που οι έξω από αυτή τη ζούσαν περισσότερο από αυτούς που ήταν μέσα. Άλλες τελείωσαν με συναίνεση, άλλες όμως με απιστία και σύγκρουση.

Θα ‘λεγε κανείς ότι τώρα πια η χημεία δε θα ήταν τόσο δύσκολο να βρεθεί. Σε αντίθεση με άλλες εποχές, τον άνθρωπό μας τον επιλέγουμε οι ίδιοι κι ο γονέας που κάποτε ήταν βελιγκέκας σήμερα παροτρύνει να πάρεις όσο χρόνο χρειάζεσαι για να σιγουρευτείς για την επιλογή σου. Όλα με το μέρος μας απ’ τη μια, καμία δικαιολογία για το πώς καταφέρνουμε και κατακερματίζουμε ακόμα και τη χημεία που τόσο δύσκολα βρίσκουμε απ’ την άλλη.

«Αγαπιόμαστε αλλά δεν είμαστε ερωτευμένοι». Τόσο ειρωνικό, αλλά συνάμα και τόσο καθημερινό, που δεν κάνει εντύπωση σε κανένα. Ναι, το να υπάρχει αυτή η κατάσταση μεταξύ δυο ανθρώπων που έχουν ζήσει μαζί είκοσι χρόνια, ίσως και να είναι φυσιολογικό. Όταν όμως το ακούς μετά το δεύτερο χρόνο ή ακόμα και νωρίτερα, είναι λάθος εκτίμηση. Όχι λάθος εκτίμηση για το τι συνέβη στον έρωτα, αλλά για το αν υπήρξε ποτέ, ή παρεξηγήθηκε με την κάψα του αγνώστου, που όταν έγινε γνωστό, πετάχτηκε στην άκρη και παραδόθηκε στη λήθη.

Τις καταλαβαίνεις πανεύκολα αυτές τις σχέσεις που έχουν πάρει τροχιά προς τον «κουβά». Βλέπεις ανθρώπους που έχουν παραιτηθεί απ’ την εμφάνισή τους, ανθρώπους που δεν έχουν κοινά ενδιαφέροντα, που κοιτάζουν ο ένας τον άλλο σαν μοσχάρια. Ζευγάρια που έπαψαν να είναι δημιουργικά κι απλά επιβιώνουν, σε μια σχέση που περισσότερο είναι συνήθεια παρά ευεργέτημα. Δυο μορφές καρκίνου προσβάλλουν τον έρωτα. Μία είναι η εξοικείωση κι η άλλη είναι η αποξένωση. Κι οι δυο μεταστατικές, κι οι δυο θανατηφόρες.

Το πάθος δεν είναι απλά τεστοστερόνη κι εφηβικές ορμόνες, όπως κάποιοι θέλουν να το χαρακτηρίζουν. Δεν είναι φθηνό και δεν είναι αναλώσιμο. Το πάθος σε συνδυασμό με το συναίσθημα είναι η τέλεια μορφή επικοινωνίας, ένα μυστήριο που πάντα φτάνεις στο τσακ να λύσεις, αλλά ποτέ δε λύνεται, εθίζοντάς σε στο ατέρμονο κυνήγι του. Είναι έκφραση, χειρονομίες, πληρότητα.

Ο έρωτας είναι από μόνος του ένας ζωντανός οργανισμός. Δεν έχει ύλη κι εκεί ερχόμαστε εμείς για να του τη δώσουμε. Κι όπως κάθε ζωντανός οργανισμός, έτσι κι αυτός θέλει τροφή για να ζήσει κι αέρα για να αναπνέει. Κι όπως έλεγε κι η γιαγιά μου, «Φάε κι ας μην πεινάς. Τρώγοντας έρχεται η όρεξη».

 

Επιμέλεια Κειμένου Αλέξη Φαραντούρη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης