Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι, είπε κάποτε η Βίκυ Μοσχολιού και δε θα μπορούσε να με βρει περισσότερο σύμφωνη. Σχεδόν σε κάθε παρέα υπάρχει κάποιος που αισθάνεται περισσότερο μόνος. Είναι συνήθως αυτός που παρακολουθεί τα πάντα γύρω του ν’ αλλάζουν με ραγδαίους ρυθμούς κι ο ίδιος δυσκολεύεται ν’ ακολουθήσει.

Όσο είσαι μικρός αυτά δε σε πολυνοιάζουν. Βγαίνεις με αντροπαρέες, γυναικοπαρέες ή αγόρια κορίτσια αχταρμάς και διασκεδάζεις. Τα ζευγαράκια στις παρέες τα χαίρεσαι, τα πειράζεις, καμιά φορά ονειρεύεσαι το δικό σου ταίρι.

Κατά το σύνηθες, έρχεται κι αυτή η στιγμή που βρίσκεις το δικό σου έτερον ήμισυ και πια η παρέα έχει μεγαλώσει. Βγαίνετε συχνά ζευγάρια, κανονίζετε διακοπές μαζί και όλα είναι καλά, όλα είναι ανθηρά.

Κάποιες φορές όμως τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Κάποιες φορές βρίσκεται ένας ή μια που έχει μείνει εκεί, στις συνήθειες των είκοσι χρόνων, χωρίς σταθερούς παράγοντες στη ζωή του, χωρίς αλλαγή νοοτροπίας.

Είναι αυτός που λογικά θα παντρέψει όλη την παρέα κι ακόμα θα είναι μόνος. Θα παρατηρεί τους νεανικούς του φίλους να ωριμάζουν, ν’ αναλαμβάνουν ευθύνες κι ενώ θα χαίρεται γι’ αυτούς, θα αισθάνεται παράλληλα και λίγο αποξενωμένος. Όχι γιατί οι φίλοι του τον βγάζουν στην απ’ έξω –δε θα ήταν φίλοι αν το έκαναν αυτό– αλλά γιατί πλέον οι υπόλοιποι έχουν άλλα ενδιαφέροντα και άλλες ασχολίες.

Η εφηβική του παρέα έχει πια αλλάξει κι εκείνος μένει στάσιμος. Ενώ οι άλλοι συζητούν για το σπίτι που θα φτιάξουν εκείνος δηλώνει στην καλύτερη των περιπτώσεων κωλομπαράς και στη χειρότερη επιλέγει να χάνεται στο γραφείο και να δουλεύει ως το πρωί. Αυτές τις βαθύτερες σκέψεις του δε θα σου τις συζητήσει μάλλον ποτέ, γιατί φοβάται μην παρεξηγήσεις τις σκέψεις του και μη θεωρήσεις ότι φθονεί την ευτυχία σου.

Προσοχή – προσοχή. Δεν εννοώ σε καμιά περίπτωση ότι το μπακούρι (ή εργένης, όπως θέλεις πες το) της παρέας μένει απαραίτητα πίσω. Αρχικά, η έκφραση «μένω πίσω» είναι διαφορετική για τον καθένα. Για σένα μπορεί να σημαίνει ότι δεν έχεις σχέση, για μένα ότι δε δουλεύω πάνω σ’ αυτό που σπούδασα, για τον τρίτο και τα δυο αυτά μαζί. Το μπακούρι της παρέας μπορεί να είναι πιο μπροστά απ’ όλους σας γιατί πολύ απλά αυτόν τον τρόπο ζωής έχει επιλέξει.

Γιατί κάποιοι είναι μόνοι και γουστάρουν άπειρα. Δεν είμαστε όλοι πλασμένοι οικογενειάρχες. Δε νιώθουν καμιά μοναξιά, νοητά είναι ακόμη είκοσι χρονών και χτυπιούνται δίχως έλεος στα κωλάδικα χωρίς να τους νοιάζει να κάνουν στο άμεσο μέλλον οικογένεια. Η δουλειά τους ήταν και θα είναι η ίδια, χωρίς αλλαγές και προοπτικές εξέλιξης, χωρίς αυτό να είναι κατακριτέο. Είναι ευχαριστημένοι μ’ αυτό. Αυτούς τους παραδέχομαι και τους βγάζω το καπέλο.

Εγώ αναφέρομαι κυρίως σ’ αυτούς που βλέπουν τα χρόνια να περνούν κι νιώθουν πως έχουν βαλτώσει. Πως κατέληξαν παρατηρητές της ίδιας τους της ζωής και παραπονιούνται γι’ αυτό. Μπορώ να τους καταλάβω ως ένα σημείο, γιατί καλώς ή κακώς δεν περνούν όλα από το χέρι μας. Οι συγκυρίες μπορεί να μην ήταν ευνοϊκές και να μην πήρες ποτέ τη θέση εργασίας που ήθελες ή άξιζες. Μπορεί να μη βρήκες ποτέ τον άνθρωπο με τον οποίο θεωρείς πως θα μπορούσες να περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου. Κι αυτό σεβαστό.

Αυτό που δεν ανέχομαι είναι η αδράνεια. Αν νιώθεις ότι θέλεις να προχωρήσεις στην προσωπική ή επαγγελματική σου ζωή, δεν έχεις παρά να το κάνεις. Δεν υπάρχει τίποτα να σε κρατάει κι είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι θέλεις. Προσπάθησε να βρεις τη δουλειά που σε εκφράζει, βρες ένα χόμπι, γνώρισε κι άλλους ανθρώπους, πάρε το ρίσκο και νοίκιασε επιτέλους μόνος σου που κοντεύεις να πατήσεις τα σαράντα και μένεις με τους δικούς σου.

Ή στην τελική, αν δε θέλεις να το προσπαθήσεις, μην γκρινιάζεις γι’ αυτό. Εσύ το επέλεξες.

 

Συντάκτης: Σοφία Καλπαζίδου