Κάθε που σε πιάνουν οι ανασφάλειές σου, με ρωτάς γιατί σε επέλεξα. Τι ήταν αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον και τι με έκανε να μείνω. Να ξέρεις ότι η ερώτησή σου αυτή καθόλου δε μ’ αρέσει. Αν δεν καταλαβαίνεις εσύ τι είναι αυτό που σε κάνει μοναδικό, είμαστε δύσκολα μωρό μου.

Επειδή όμως ο καθένας ελκύεται από διαφορετικά πράγματα, θα στα πω όλα μια φορά κι αυτή η κουβέντα δε θα ξαναγίνει.

Αρχικά σε διάλεξα γιατί ήξερες να παρατηρείς. Ήξερες να λατρεύεις πάνω μου πράγματα που δεν παρατηρούσε κανείς. Το ότι χορεύω μπροστά στον καθρέφτη ενώ ντύνομαι, το αυτί μου το περίεργο, το ότι αν με χαιδεύεις σε συγκεκριμένο σημείο του χεριού με παίρνει ο ύπνος.

Έπειτα γιατί με φρόντιζες. Αλλά όχι με τον τρόπο τον κλασικό, τον χιλιοειπωμένο. Μένω γιατί κάθε πρωί δοκιμάζεις τον καφέ μου να δεις αν τον πέτυχες, γιατί προχθές που γύρισα πτώμα από τη δουλειά μου μαγείρεψες, γιατί τις προάλλες που μ’ έπιασαν τα ψυχολογικά μου με σήκωσες να χορέψουμε στη μέση του σαλονιού. Γιατί μαζί σου η καθημερινότητα δε γίνεται ρουτίνα, αλλά γλυκιά συνήθεια.

Κυρίως όμως σε ξεχώρισα για τον τρόπο που μπορείς να με βάζεις στη θέση μου. Για τον τρόπο που η προσωπικότητά σου δε χάνεται δίπλα στη δική μου, για τον τρόπο που ξέρεις να στέκεσαι μέσα μου χωρίς να είσαι εγώ. Σε διάλεξα γιατί ξέρεις να γίνεσαι ένα μαζί μου, παραμένοντας εσύ.

Γλωσσάδικο ήμουν από μωρό, «καταφερτζού» με φώναζε ο πατέρας μου.

Πάντα οι σχέσεις μου ήταν σχέσεις ανταγωνισμού. Αυτός θα υποχωρήσει πρώτος όχι εγώ, αυτός θα μου κάνει τα χατίρια όχι εγώ και πάει λέγοντας. Η μάνα μου το παρατήρησε πρώτη φορά και μου πέταξε διακριτικά « Δεν είναι αγώνας δρόμου οι σχέσεις, κορίτσι μου». Δεν το έκανα επίτηδες αλλά τους γύρω μου τους πατούσα, τους έκανα υποτακτικούς μου και το χειρότερο είναι πως δεν το καταλάβαιναν. Ή ακόμα χειρότερα το καταλάβαιναν και το επέτρεπαν. Με άφηναν να κυκλοφορώ ξυπόλυτη στα μέσα τους, διαλύοντας ό,τι μου κάνει κέφι. Κι αν χόρευα στα χαλάσματα, αυτοί μου χτυπούσαν παλαμάκια να μου δώσουν το ρυθμό.

Ε, αυτούς τους μικρούς μου διασκεδαστές τους κρατούσα όσο τραβούσε η όρεξή μου, γνωρίζοντας πάντα ότι υπήρχε ημερομηνία λήξης.

Ο έρωτας είναι πρόκληση και πόσο μπορεί να σε προκαλέσει ένας υποτακτικός; Την πρόκληση την αναζητάς και τη βρίσκεις στα ίσα ή μεγαλύτερα από σένα.

Πάντα κομπάρσοι στο ίδιο έργο οι περαστικοί οι έρωτές μου, με καμιά ελπίδα για ρόλο πρωταγωνιστικό. Περίμεναν μάταια το happy end σε μια παράσταση δίχως αρχή.

Mέσα από σένα μαθαίνω ν’ αγαπώ, μαθαίνω να μην έχω πάντα δίκιο, μαθαίνω να ζητώ συγνώμη όταν πρέπει, να υποχωρώ, να βάζω τα «θέλω» σου στο ίδιο σημείο με τα δικά μου-ίσως και πιο πάνω μερικές φορές. Κάτι μεγαλύτερο από αυτό, δε μπορείς να καταφέρεις.

Λατρεύω να σε θαυμάζω γιατί ξέρω πως όσο σε θαυμάζω, θα σε επιλέγω ξανά και ξανά ανάμεσα σε όλους τους άλλους.

Έχω ανάγκη να σε τοποθετώ ψηλά, στο θρόνο που έχτισα εγώ για σένα, να σε κάνω το δικό μου, μικρό, προσωπικό θεό. Κι αυτό γιατί μου έδειξες ότι μπορείς να με κουμαντάρεις και να με χειρίζεσαι. Να αντέχεις τις υπερβολές μου, να ξέρεις πώς να φερθείς όταν φωνάζω, να μη δίνεις σημασία σ’ αυτά που σου λέω νευριασμένη.

Σε θέλω δίπλα μου γιατί ξέρεις πολύ καλά τι αξίζεις για να μη μ’ αφήνεις να σε πατάω και παράλληλα γνωρίζεις πόσο αξίζω εγώ.

Δεν υπάρχει λοιπόν άλλη απάντηση από αυτή: Σε επέλεξα γιατί είσαι εσύ και οποιαδήποτε άλλη παραλλαγή σου δε θα μου ήταν αρκετή. Γιατί όσο είμαστε μαζί η Γη γυρίζει λίγο πιο γρήγορα και όλες οι Δευτέρες μοιάζουν με Κυριακές.

Κι εγώ αυτόν που αλλάζει τους νόμους της φύσης και μπορεί να δημιουργεί Κυριακές καθημερινά, δεν τον αφήνω με τίποτα.

Συντάκτης: Σοφία Καλπαζίδου