Θέλεις λοιπόν, να γίνεις συγγραφέας; Και προσπαθείς, προσπαθείς σκληρά, γράφεις, σβήνεις, σκίζεις, πετάς και πάλι απ’ την αρχή. Κι εκεί το χάνεις.

Γιατί όσοι έγιναν όντως συγγραφείς δεν προσπάθησαν γι΄αυτό. Δεν αποφάσισαν ότι θ’ ακολουθήσουν αυτήν την πορεία, γιατί δε δηλώνεις ότι θα γίνεις συγγραφέας, δεν είναι επάγγελμα. Είναι χαρακτηριστικό του εαυτού σου, είναι ένα μ’ εσένα, είναι εσύ. Όπως κάποιος μπορεί να είναι ντροπαλός ή τολμηρός, αποφασιστικός ή δειλός, έτσι κάποιοι είναι συγγραφείς.

Δεν προσπάθησαν γι’ αυτό, δεν έκαναν μαθήματα γιατί κάποια πράγματα δε διδάσκονται, δεν τους βγήκε βεβιασμένα. Όπως εσύ όταν εκνευρίζεσαι αναπνέεις γρηγορότερα, έτσι εκείνοι όταν εκνευρίζονται πρέπει να βγάλουν το θυμό τους στο χαρτί. Εσύ κλαις όταν στενοχωριέσαι, εκείνοι όταν στενοχωριούνται αρπάζουν τον κοντινότερο στιλό.

Όπως εξηγεί ο αγαπημένος Μπουκόφσκι, αν χρειάζεται να το δείξεις  σε κάποιον για να νιώσεις καλύτερα, δεν είσαι έτοιμος. Και δεν είσαι έτοιμος γιατί όσοι γράφουν, γράφουν για εκείνους, αποκλειστικά. Δε γράφουν για να εντυπωσιάσουν εσένα, δε γράφουν για να κάνουν φιγούρα, δε γράφουν γιατί επιζητούν το θαυμασμό ή την επιβεβαίωσή σου. Γράφουν γιατί δεν μπορούν αλλιώς.

Γιατί δεν υπάρχει άλλη λύτρωση, γιατί όσα βαραίνουν την ψυχή μπορούν να τα εκφράσουν μόνο με την πένα, γιατί το γράψιμο είναι εκτόνωση, ξέσπασμα, ανάσα, αυτοκριτική και τελικά ανακούφιση. Είναι ένας τρόπος να γλιτώσεις από την παράνοια ή και να βυθιστείς ακόμα περισσότερο σ’ αυτή.

Κι αν είσαι γεννημένος γι’ αυτό, αν είσαι από τους τυχερούς που τους έχει δοθεί αυτό το χάρισμα, μην αναρωτιέσαι αν θα το ανακαλύψεις και πότε. Θα σε βρει εκείνο κι όταν σε βρει θα το ξέρεις. Μπορεί να είναι βράδυ μετά από ποτό, μπορεί να είναι σε στιγμή πλήρους νηφαλιότητας, μπορεί να είναι σε στιγμή απόγνωσης ή υπέρμετρης χαράς. Ίσως να είσαι πολύ μικρός ή ίσως να είσαι πολύ μεγάλος. Όταν έρθει η ώρα όμως θα το ξέρεις. Γιατί ακόμα κι αν δεν έχεις ξαναγράψει, ακόμα κι αν ως τώρα κάθε άρθρο, ποίημα ή βιβλίο προκαλούσε το γέλιο ή το χλευασμό σου, θα νιώθεις την ανεξήγητη ανάγκη να καταθέσεις την ψυχή σου σε πέντε γραμμές.

Γιατί ναι, το γράψιμο τελικά είναι πάνω από όλα ανάγκη. Ανάγκη που αν με κάποιον τρόπο δεν ικανοποιήσεις, το πλάκωμα θα παραμείνει στο στήθος σου, οι σκέψεις στο κεφάλι σου θα χορεύουν άτακτα αδυνατώντας να μπουν σε σειρά, το πρόβλημα θα μπερδεύεται με τη λύση –αν αυτή υπάρχει, και κανένας φίλος και καμιά συμβουλή δε θα είναι ικανά να κατευνάσουν τον πανικό μέσα σου.

Κι αν προσπαθήσεις να βρεις άλλον τρόπο για να τα καταφέρεις, αν μπεις στη διαδικασία να μιμηθείς άλλους, αν δοκιμάσεις χιλιοειπωμένες εκφράσεις που θυμίζουν περισσότερο προϊόντα εμπορίου παρά δημιουργία, δε θα τα καταφέρεις. Αν το κάνεις για ν’ αποκτήσεις χρήματα ή φήμη, αν σ’ ενδιαφέρει μόνο σαν χόμπι και δε σου είναι απαραίτητο, πάλι δε θα τα καταφέρεις.

Δεν υπάρχουν οδηγίες για να σε κατευθύνουν, δεν υπάρχουν πεπατημένες οδοί και βιβλιαράκια με συχνές ερωτήσεις. Ο τρόπος είναι ένας και είναι ταυτόχρονα ίδιος και εντελώς διαφορετικός για τον καθένα.

There is no other way. And there never was.

 

Υποσημείωση: Ο τίτλος πάρθηκε από το μεταφρασμένο ποίημα του Τσαρλς Μπουκόφσκι «So you wanna be a writer?».

Συντάκτης: Σοφία Καλπαζίδου