Σπίτι μου δεν είναι εκεί που γεννήθηκα, ούτε εκεί που γεννήθηκαν οι γονείς μου.

Σπίτι μου είναι το καφέ που παίζει απαλή τζαζ στο δίπλα στενό, είναι η διαδρομή για το πανεπιστήμιο που περνάει μέσα απ’ το καταπράσινο παρκάκι, είναι μια νύχτα με τους φίλους με κρασί και τσιγάρο, είναι η μια αγκαλιά που μέσα της ξεχνάω το όνομά μου, είναι οι Κυριακές που ξυπνάω στη μία το μεσημέρι και χουζουρεύω μέχρι τις τρεις, είναι η ιεροτελεστία του πρωινού καφέ, είναι η μυρωδιά κανέλας.

Σπίτι μου είναι ό,τι με κάνει να νιώθω ευτυχισμένη, χαρούμενη, γεμάτη. Τα σπίτια σπάνια είναι κτίρια, δωμάτια. Τις περισσότερες φορές είναι συναισθήματα, άνθρωποι ή ακόμη και συνήθειες. Ονομάζεις κάτι σπίτι σου γιατί εκεί νιώθεις οικεία. Νιώθεις να γαληνεύεις, σαν να χάνεσαι κάπου μέσα τους. Είναι εκεί που μπορείς να σκέφτεσαι ό,τι θες, όπως το θες, για όσο θες. Εκεί που μπορείς να συζητήσεις, να φωνάξεις, να εκτονωθείς. Εκεί που δεν κρίνεις και δεν κρίνεσαι. Εκεί που είσαι ο εαυτός σου και αρέσεις. Εκεί που υπάρχουν προβλήματα και λύσεις ταυτόχρονα. Εκεί που, αν και έξω βρέχει, εσύ νιώθεις ζεστασιά. Είναι και εκεί που η σιωπή σου είναι αρκετή. Εκεί που δε χρειάζονται τα πολλά λόγια. Εκεί που νιώθεις απλά εσύ.

Ίσως όλα αυτά που νιώθεις να κρατάνε στιγμές, δευτερόλεπτα, κι αν είσαι από τους τυχερούς ίσως ώρες, μέρες. Η ευτυχία να ξέρεις δεν κρατάει παραπάνω. Δεν μπορεί να κρατήσει παραπάνω. Έρχεται, φεύγει και ξανάρχεται. Αυτή είναι όμως η ομορφιά της. Πώς αλλιώς θα την εκτιμούσες; Αν όλη σου η ζωή ήταν μια παρατεταμένη ευτυχία, για ‘σένα θα ήταν δεδομένη. Τώρα όμως είναι στόχος. Ξέρεις πώς είναι να πονάς, να λυπάσαι, να απελπίζεσαι, να θυμώνεις. Και ακριβώς επειδή το ξέρεις, προσπαθείς να το αποφύγεις ή να το μειώσεις. Γι’ αυτό και βρίσκεις τα σπίτια σου, τις διεξόδους σου, την ευτυχία τη δικιά σου.

Ίσως πάλι ν’ αναλώθηκες στην καθημερινότητά σου, να μιζέριασες πίσω από ατελείωτες “to-do -lists”. Τα σπίτια σου είναι ένα χρωματιστό διάλειμμα στην κατά τα άλλα ασπρόμαυρη σου ζωή. Είναι ο λόγος που ξυπνάς την Τρίτη το πρωί, γιατί ξέρεις ότι το βράδυ έχει ποδόσφαιρο. Ο λόγος που δε σε πειράζει που σήμερα όλη μέρα είσαι πάνω από ένα βιβλίο, γιατί ξέρεις ότι μετά σε περιμένει μια αγκαλιά στο σπίτι. Ο λόγος που δεν παραιτήθηκες όταν άκουσες τον εξάψαλμο απ’ το αφεντικό, γιατί ξέρεις ότι απόψε θα βγεις το ραντεβού που περίμενες μια βδομάδα. Ο λόγος που δε φρίκαρες όταν έκανες ένα τρομερό λάθος στη δουλειά, γιατί απόψε θα πας στο αγαπημένο σου μπαράκι. Τα σπίτια σου, σου δίνουν κίνητρο, κάνουν τις μέρες σου να αξίζουν, κάνουν τα προβλήματα σου πιο μικρά, κάνουν την καθημερινότητα όσο γίνεται πιο ξεχωριστή.

Αφήνουν πάνω στη μέρα σου ένα κομματάκι δικό σου κι έτσι νιώθεις πιο εσύ. Κάνουν εσένα, λιγάκι πιο εσένα. Αν δεν υπήρχαν αυτά, αμφιβάλλω αν θα άντεχες μια ολόκληρη μέρα σ’ αυτό το μεγάλο γραφείο ή σ’ αυτό το γκρίζο πανεπιστήμιο. Αμφιβάλλω αν θα ερωτευόσουν, αν θα γελούσες, αν θα ζούσες.

Ο κάθε ένας άνθρωπος έχει τα δικά του σπίτια ανάλογα με τις συνήθεις και τα γούστα του. Μην ψάξεις όμως τα σπίτια σου στα μεγάλα και γυαλιστερά. Ψαξ’ τα στα απλά, στα μικρά. Ψαξ’ τα σε κάτι που κάνεις κάθε μέρα. Ψαξ’ τα σε ανθρώπους, σε τόπους, σε ηλιοβασιλέματα. Ή ακόμη σε μυρωδιές, σε γεύσεις, σε ακούσματα. Σε βόλτες ή σε διαδρομές. Σε αγαπημένα βιβλία ή σε παλιές ταινίες. Σε παραλίες ή σε μια γωνιά της πόλης.

Όπου και να βρεις το σπίτι σου φρόντισε να πηγαίνεις εκεί συχνά. Φρόντισε να σε κάνει ευτυχισμένο.

Για μια, δύο ή τρεις στιγμές. Λίγη σημασία έχει. Αρκεί να σε κάνει.

Συντάκτης: Ναταλία Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή