Άραγε, πόσες λέξεις έχουν γραφεί στο όνομα αυτού του Αυγούστου; Πόσες ελπίδες έχει αρπάξει στα κρυφά αυτός ο τύπος; Πόσες στιγμές φυλάει χωρίς καν να μας ρωτάει; Τι μήνας, ρε παιδάκι μου…

Όλοι, μαζί κι εμείς –ας μην κρυβόμαστε–, μιλούν για έναν Αύγουστο κλέφτη. Για κάτι όνειρα που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, για κάτι χρωστούμενα, για ανθρώπους που άργησαν να φανούν. Ζητούν απ’ τον καημένο, εκείνον που ‘ναι ντυμένος με τα χρώματα της δύσης, να τους δώσει όσα δεν τόλμησαν, όσα δείλιασαν, όσα αγαπούν κι εύχονται κάθε βράδυ στ’ αστέρια, αλλά δυστυχώς δεν κυνηγούν ποτέ. Ύστερα, όταν οι προσευχές τους δεν πιάνουν τόπο, κατηγορούν τον Αύγουστο αντί τον εαυτό τους. Αστείο, ε; Να κατηγορείς το καλοκαίρι σου, την πιο όμορφη περίοδο της ζωής, την ευκαιρία σου να ζήσεις όσα σε στοίχειωναν ολόκληρους χειμώνες. Να κατηγορείς τον Αύγουστό σου.

Κι όμως! Του ρίχνουν ευθύνες βαριές, ασήκωτες και σκληρές, τον αναφέρουν στις συζητήσεις τους μανιωδώς και συνέχεια περιμένουν από αυτόν, κάτι προσδοκούν. Να ‘ρθει εκείνος ή εκείνη, να συμβεί το αναπάντεχο, να γίνει επιτέλους κάτι που θα ταράξει τη βαρετή κι άοσμη καθημερινότητά τους, να μπει λίγο καλοκαιρινό φως, τέλος πάντων, μέσα στην καρδιά τους.

Να σου πω, όμως, κάτι; Το καλοκαίρι δε θα το νιώσεις ποτέ αν απλά περιμένεις. Ο Αύγουστος είναι θαύμα από μόνος του, σκέτη μαγεία, μια ατελείωτη γιορτή. Δεν έχει, όμως, τίποτε άλλο να σου δώσει, σου κάνει απλά το χατίρι κι υπάρχει. Δεν είναι αυτό αρκετό; Σε κοιτάει επίμονα και σου φωνάζει αγανακτισμένος να ζήσεις. Τον ακούς;

Σου δίνει την ευκαιρία να πάρεις αυτό το πολυπόθητο τηλέφωνο ή να στείλεις το μήνυμα που τόσο πολύ θες, να τολμήσεις όλα αυτά που φοβάσαι, κι ας την πατήσεις στο τέλος, να ρισκάρεις μία φορά χωρίς να σκεφτείς τις συνέπειες. Να πάρεις πίσω όσα σου στέρησαν εκείνες οι βροχές, τα γκρίζα σύννεφα κι η κακοκαιρία της χειμωνιάτικής σου ψυχής.

Το καλοκαίρι υπάρχει για να το ζεις στο έπακρο, για να σπας τα όρια και τα «πρέπει» σου, βαρεθήκαμε πια να το ακούμε. Ο Αύγουστος είναι εδώ για να σου θυμίσει πως ακόμα και τα τέλη μπορούν να ‘ναι πανέμορφα. Μελαγχολικά μεν αλλά υπέροχα. Η δύση είναι αναπόφευκτη, τα πάντα εξάλλου κάποια στιγμή τελειώνουν -θέλοντας και μη. Η μαγκιά είναι όμως –κι εκεί θα σε παραδεχτώ– καθώς θα βλέπεις τον ήλιο να χάνεται εσύ να ‘σαι πλήρης, γεμάτος και νικητής του στοιχήματος με τον εαυτό σου. Να βλέπεις το φινάλε σαν ζωγραφιά μπροστά σου κι εσύ να γελάς. Να γελάς, ρε. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη νίκη απ’ αυτή.

Ούτε ο Αύγουστος σού χρωστάει τίποτε, λοιπόν, ούτε κανένας. Ας σταματήσουμε να πετάμε το μπαλάκι αλλού κι ας αναλάβουμε μία φορά την ευθύνη μας. Κανείς δε σου χρωστάει. Εσύ χρωστάς, σε ‘σένα και μόνο. Ο χειμώνας είναι ακόμη και στο άκουσμά του τόσο δύσκολος, το ξέρεις άλλωστε πολύ καλά. Φρόντισε, τουλάχιστον, να ‘χεις δυναμώσει μέσα απ’ το καλοκαίρι σου, μέσα απ’ τα χρώματα του μήνα αυτού, του μαγικού αλλά τόσο παρεξηγημένου, που όλοι αγαπάμε να μισούμε.

Να, δες τον! Σου κλείνει το μάτι και σε περιμένει. Πήγαινε και κάνε τον να αξίζει.

Συντάκτης: Γωγώ Κυριακίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη