Ουφ, Αυγούστιασε!
Κάθε χρόνο, μόλις μπαίνει ο Αύγουστος, είναι σαν να ανοίγει μια μυστική πόρτα που οδηγεί σε έναν κόσμο λίγο πιο αργό, λίγο πιο ζεστό, λίγο πιο… αληθινά καλοκαιρινό. Ο ήλιος καίει πιο τρυφερά, λες και ξέρει ότι φτάνει σιγά σιγά στο τέλος του ταξιδιού του, και ο αέρας μυρίζει αντηλιακό, αλάτι και παιδικές αναμνήσεις που δε λένε να γεράσουν. Τα βράδια γεμίζουν έρωτα και φως. Πανσέληνοι που καθρεφτίζονται στις θάλασσες, βλέμματα που κρατούν λίγο παραπάνω, φιλιά που μοιάζουν με υποσχέσεις – ακόμη κι αν ξέρεις πως ίσως δε θα κρατήσουν ως τον Σεπτέμβρη. Κι εσύ, μ’ ένα χαμόγελο που δεν το ελέγχεις, σκέφτεσαι: «Αυτό είναι… Τώρα φτιάχνονται οι ιστορίες που θα κουβαλάω μέσα μου όταν θα κάνει κρύο και θα βρέχει».
Ο Αύγουστος πάντα είχε μια δική του μαγεία. Μια γεύση παράξενη, σαν παλιό γλυκό του κουταλιού που φυλάς για ξεχωριστές στιγμές. Είναι ο μήνας που, χωρίς να το καταλάβεις, σου πιάνει απαλά το παιδί που ήσουν κάποτε από το χέρι και σου λέει με τη φωνή της μνήμης: «Έλα, θυμάσαι; Τότε που όλα ήταν πιο απλά; Έτσι πρέπει να είμαστε πάντα…» Είναι τα μεσημέρια που σε βρίσκουν ξαπλωμένο σε μια ξεθωριασμένη πλαστική καρέκλα, μισοβρεγμένο, με ένα κομμάτι καρπούζι να στάζει κόκκινους χυμούς ως τον αγκώνα σου. Κι ας σε τυλίγει η κάψα σαν βαρύ σεντόνι, δε σε νοιάζει∙ γιατί ξέρεις ότι το βράδυ θα σε βρει με μια παγωμένη μπίρα δίπλα στη θάλασσα, με αλμύρα στα χείλη και άμμο ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών.
Είναι τα καλοκαίρια των παιδικών μας χρόνων∙ εκείνα τα αξέχαστα καλοκαίρια που μετρούσαμε τα παγωτά σαν παράσημα, που παίζαμε ρακέτες μέχρι να μας μαλώσουν οι διπλανοί, που κοιμόμασταν σε μεταλλικά κρεβάτια που έτριζαν ρυθμικά, με εκείνη τη μυρωδιά από το φιδάκι για τα κουνούπια να πλανιέται στον αέρα σαν τρυφερή απόδειξη ότι ζήσαμε τη μέρα μας κάτω απ’ τον ήλιο και τώρα πρέπει να επιβιώσουμε από την επιδρομή των κουνουπιών. Βράδια με πανηγύρια στο χωριό, σουβλάκι με το τραγανό ψημένο ψωμάκι, καρφωμένο στην κορυφή, τραγούδια που σιγοτραγουδούσαν οι θείοι μας και άστρα που έμοιαζαν τόσο κοντά, λες και μπορούσες να τα πιάσεις αν άπλωνες λίγο παραπάνω το χέρι.
Αύγουστος είναι κι οι έρωτες… Αχ, αυτοί οι καλοκαιρινοί, οι παράφοροι, που μοιάζουν να γεννιούνται από το τίποτα. Ξεκινούν με ένα τυχαίο βλέμμα στην ξαπλώστρα δίπλα, ένα χαμόγελο που κρατάει λίγο παραπάνω απ’ όσο πρέπει. Συνεχίζονται με μια παγωμένη μπίρα στην παραλία, κουβέντες που χάνονται μέσα στο θρόισμα των κυμάτων κι ένα άγγιγμα που καίει πιο πολύ κι από τον μεσημεριανό ήλιο. Και καταλήγουν –ή ίσως και όχι, ποιος ξέρει– σε ένα φιλί κάτω απ’ την πανσέληνο, από εκείνα που μοιάζουν με υπόσχεση και αφήνουν στο στόμα τη γεύση του καλοκαιριού.
Αύγουστος είναι τα βράδια που αφήνεις τα παπούτσια στην άκρη και περπατάς ξυπόλητος στην άμμο, νιώθοντας τη δροσιά της να σου θυμίζει ότι είσαι ζωντανός. Είναι τα γέλια που βγαίνουν αβίαστα, δυνατά, λες και δεν υπάρχει αύριο. Είναι εκείνη η στιγμή που λες στον εαυτό σου «δε με νοιάζει τι ώρα θα κοιμηθώ» και για λίγο ζεις όπως θα έπρεπε να ζούμε πάντα: χωρίς πρόγραμμα, χωρίς φίλτρα, με την καρδιά να χτυπάει δυνατά, γεμάτη ζωή και ελευθερία.
Αύγουστος είναι κι εκείνες οι μέρες που, ακόμη κι αν δε φύγεις από την πόλη, ακόμη κι αν δεν πάρεις ούτε ένα καράβι για κάποιο νησί, κάτι αλλάζει στον αέρα. Τα μαγαζιά αδειάζουν, οι δρόμοι ησυχάζουν, κι η πόλη μοιάζει ξαφνικά πιο ανθρώπινη, πιο τρυφερή. Νιώθεις πως η ζωή χαλαρώνει τους ρυθμούς της, σαν να σου χαρίζει ένα μικρό διάλειμμα, μια βαθιά ανάσα που τόσο είχες ανάγκη. Κι η ανεμελιά, αυτή που πίστευες πως έχει χαθεί για πάντα, επιστρέφει σιγά σιγά και κάθεται δίπλα σου – σαν παλιά, αγαπημένη φίλη που ξέρει ότι πάντα θα τη δέχεσαι πίσω.
Κι εσύ, χαμογελάς αδιόρατα και ψιθυρίζεις: «Ουφ… Αυγούστιασε!» Σαν να αφήνεις για λίγο κάτω όλα τα βάρη, σαν να παίρνεις μια βαθιά ανάσα που μοσχοβολάει θάλασσα, ήλιο και παιδικές αναμνήσεις. Ένας μικρός αναστεναγμός ανακούφισης, που χωράει μέσα του όλα όσα αγαπάς για το καλοκαίρι – κι όλα όσα εύχεσαι να κρατήσουν λίγο παραπάνω.
Γι’ αυτό, άφησε για λίγο τα «πρέπει» στην άκρη. Πάρε αντηλιακό, καλή παρέα, λίγη μουσική και μια καρδιά πρόθυμη για ιστορίες που θα θυμάσαι όταν οι μέρες ξαναγίνουν ίδιες και βαρετές. Κι αν φέτος δεν έχεις μεγάλες διακοπές, δεν πειράζει. Άνοιξε μια παγωμένη μπίρα στο μπαλκόνι, κοίτα την πανσέληνο και χάρισε στον εαυτό σου μια υπόσχεση: πως κι αυτός ο Αύγουστος θα γεμίσει με μικρές, πολύτιμες στιγμές – από εκείνες που δε χρειάζονται πολλά για να συμβούν, αλλά χωρούν μέσα τους ολόκληρη τη ζωή. Γιατί, στο τέλος, αυτές οι απλές, οι αληθινές στιγμές, είναι που μας κρατούν όρθιους όταν οι μέρες μικραίνουν, το καλοκαίρι ξεθωριάζει και μένει μόνο η γλυκιά του ανάμνηση να μας ζεσταίνει.
