Θέλω να με κρύψεις μέσα στα όνειρά σου, μέσα στη ζωή σου, μέσα στην ύπαρξή σου, μέσα στα μάτια σου. Γιατί έχω αδειάσει και φοβάμαι. Φοβάμαι εκείνα τα άδεια ξενύχτια μου, ψάχνοντας ένα αστέρι για μία ευχή, να μπορέσω να βγάλω μία άκρη.

Να μπορέσω να μετρήσω αντίστροφα. Εκεί όπου ένα «τικ» του ρολογιού ν’ αρκεί έτσι ώστε στο «τακ» ν’ έχουν αλλάξει όλα. Να έρθει εκείνη η στιγμή του χρόνου, που θα μπορέσεις να με κάνεις να πιστέψω πως δεν μπορούν όλα να είναι απλά ένα παιχνίδι. Ότι δεν αρκεί ένα «τώρα» για να χαθούν όλα μέσα σε μία αγκαλιά. Να χαθούν τόσο μακριά όσο αυτά απέχουν απ’ το χάος ενός φιλιού.

Κι αν γίνομαι «εσύ», είναι γιατί μπορώ. Γιατί όταν με κοιτάς μπορώ κι αλλάζω. Κι αν έχω πληγωθεί κι αναρωτιέμαι «ποιος μπορεί να ερωτευθεί;» με σένα θέλω να κάνω μία νέα αρχή. Μαζί σου θέλω να φύγω, μακριά απ’ το τώρα, μακριά απ’ εδώ.

Αυτό μόνο ζητάω. Αυτό μόνο θέλω. Να με βγάλεις έξω απ’ τη μιζέρια μου. Να με σηκώσεις απ’ τον βολικό καναπέ μου. Να με βγάλεις απ’ τις ζεστές πιτζάμες μου κι ας περπατήσουμε γυμνοί μέσα στο χιόνι ή στη βροχή. Αρκεί να μου κρατάς το χέρι, τράβα με ακόμα, αν χρειαστεί και δείξε μου τον κόσμο σου.

Δείξε μου πώς μπορούν κι αλλάζουν οι εικόνες απ’ το παράθυρο ενός τρένου, ενός αεροπλάνου, ενός λεωφορείου. Δείξε μου πώς είναι να σε κρατάει κάποιος αγκαλιά μέσα σε μια διαδρομή κι η σιωπή του να μιλάει τόσο δυνατά. Γιατί βαρέθηκα τα ίδια και τα ίδια. Βαρέθηκα τα μεγάλα λόγια.

Χτύπα το κουδούνι του σπιτιού μου αργά τα μεσάνυχτα. Ξύπνα με και δώσε ζωή στα όνειρά μου. Σ’ εκείνα που χάνομαι μαζί σου στην έρημη πόλη. Σ’ εκείνα που περπατάμε αντικριστά και γελάμε. Σ’ εκείνα που χαζεύουμε βιτρίνες. Σ’ εκείνα που μας βρίσκει το πρωί σ’ ένα παγκάκι. Σ’ εκείνα που υπάρχεις μόνο εσύ κι εγώ.

Γιατί έρχονται στιγμές που όλα, πραγματικά, μου μοιάζουν ξένα. Απ’ εκείνες που νομίζεις ότι οι μέρες κι ο χρόνος έχουν ξεχαστεί σε κάτι φρένα. Και καθετί καινούργιο μου μοιάζει ξαναφορεμένο. Μου μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Γι’ αυτό σου λέω, έλα και πάρε με μια βόλτα στο σκοτάδι. Να χαθούμε κι όπου βγει. Αρκεί να αισθάνομαι τη φωνή σου να μου ψιθυρίζει. Αρκεί να είμαστε εσύ κι εγώ. Κι όπου μας βγάλει.

Για μένα παράδεισος, άλλωστε, μπορεί να είναι παντού. Πάνω απ’ τα βουνά κι ακόμα πιο πέρα μακριά. Φτάνει στην αλήθεια μου να χάνονται οι αισθήσεις μου. Τα μυστικά μου να γίνονται ένα μ’ εσένα. Αρκεί να μην ξέρει κανείς το όνομά μας. Να βρούμε την αρχή απ’ το κάτι καινούργιο και να γλυτώσουμε απ’ το παλιό.

Γιατί ο χρόνος περνάει γρήγορα και θέλω να ζήσω λίγο απ’ την τρέλα σου. Θέλω να ζήσω λίγο απ’ τον έρωτά σου. Όπου κι αν είναι. Με όποιον τρόπο κι αν είναι. Φτάνει να με κάνεις να χαμογελάω. Πήγαινε με, λοιπόν, οπουδήποτε. Οπουδήποτε περισσότερο απ’ εμένα.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη