Και τι δε θα ‘δινα να διάβαζα το μυαλό σου. Ή καλύτερα να σου πω τι σκέφτηκε το δικό μου εκείνη τη στιγμή που σε είδα να τρέχεις στον απέναντι δρόμο, στην πρώτη συνάντησή μας. Να περνάς από μπροστά μου, καθώς καθόμουν στη γωνία του στενού που σε περίμενα.

Εκεί όπου το βλέμμα μου θόλωσε όταν αντίκρισε την εικόνα σου από μακριά. Εκεί που χτυπήματα άρχισαν να σκάνε από παντού καθώς πλησίαζες κοντά μου. Εκεί που δεν πίστευα στα μάτια μου, καθώς το βλέμμα μου καθάριζε. Εκεί που σκέφτηκα πως «αποκλείεται να το ζω αυτό και κάποιος βρήκε χρόνο να μου κάνει πλάκα».

Αν και σου είπα τι σκέφτηκα όταν σε είδα, το ωραίο είναι ότι το σκέφτομαι ακόμα και τώρα. Κάθε που φορά που σου μιλάω στο τηλέφωνο. Κάθε που περιμένω να σε δω. Κάθε που είμαι δίπλα σου, μαζί σου, αγκαλιά σου και γύρω σου. Και κάθε που σε κοιτάω επίμονα, να ξέρεις, αυτό σκέφτομαι.

Μακάρι να είχα τη δύναμη, να μπορούσα, να διάβαζα και τη δική σου σκέψη. Αν και μου αρκεί που ταξιδεύω κάθε φορά που με κοιτάς, θα ήθελα και το λίγο παραπάνω στα επίμονα βλέμματά σου. Να μη χρειαζόταν να ψάχνω απαντήσεις σε εκείνα τα «τι;» κάθε φορά που με καρφώνεις.

Κι αν είναι μαγεία όλα αυτό κι ένα μυστήριο που πρέπει να λύσω ή ν’ ανακαλύψω, είναι κι η επιμονή μου να μάθω την αλήθεια κι αν αυτή συνδέεται με τα σενάρια του μυαλού μου. Εκείνα που ξεκινάνε καθώς παίρνεις μία βαθιά αναπνοή. Καθώς χαμογελάς χωρίς λόγο. Καθώς μ’ ακουμπάς ερωτικά και κάθε φορά που με φιλάς.

Τι σκέφτεσαι και δε μου λες; Σκεφτόμαστε άραγε το ίδιο; Μήπως ταξιδεύεις αλλού; Μήπως ψάχνεις να βρεις τις δικές μου σκέψεις; Μήπως φοβάσαι να μιλήσεις; Μήπως είναι όλα αυτά ή μήπως τίποτα απ’ αυτά;

Δεν είναι η ανασφάλειά μου. Είναι εκείνη η απάντηση που ψάχνει να βρει η καρδιά σε εκείνους τους χτύπους που είχαν ξεχάσει να χτυπούν. Είναι εκείνες οι απαντήσεις που θα με κάνουν να σε θέλω ακόμα περισσότερο. Εκείνες οι απαντήσεις που θα με κάνουν να χαμογελάσω λίγο παραπάνω. Γιατί μου έλειψε όλο αυτό. Μου έλειψε να θέλω και να ελπίζω. Όχι γενικά, αλλά σε κάτι συγκεκριμένο. Κι αυτό θέλω να είσαι εσύ.

Κι αν μία τέτοια ερώτηση μου έρχεται τις πιο δικές μας ώρες είναι γιατί θέλω να ξέρω αν θες να ‘σαι εκεί, όσο το θέλω κι εγώ. Να γίνει δικό σου αυτό που πιθανό δε βρίσκω τον τρόπο να σου δώσω. Κι αν αναρωτιέσαι γιατί, θα σου πω «γιατί θέλω να κρατήσει πολύ».

Κι αν σε ρωτήσω τι σκέφτεσαι, γι’ ακόμη μία φορά, μην απαντήσεις. Απλά άφησε το μυαλό μου να κάνει τα δικά του σενάρια. Άφησέ το να ταξιδέψει. Να πιστέψει. Να δεχθεί και να ηρεμήσει. Και μετά ρώτησέ με ό,τι θέλεις κι εσύ. Μπορεί απάντηση να μην πάρεις. Άλλωστε δεν περιμένω απαντήσεις σ’ όλες τις ερωτήσεις.

Ίσως γιατί ξέρω τι θα μου πεις; Ίσως γιατί ξέρω τι θα μου κρύψεις.  Αλλά να ξέρεις πως σε σκέφτομαι πολύ. Δουλεύω πολύ. Αγαπώ πολύ και γενικά όλα πολύ. Κι ακόμα πιο πολύ, θέλω το μυαλό σου.

 

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη