Όλοι κρύβουμε μέσα μας ένα μικρό φιλόσοφο, ποιητή και στιχουργό. Όλοι, λίγο ή πολύ, βρίσκουμε έναν τρόπο έκφρασης μέσα από κείμενα και λέξεις, θέλοντας να δηλώσουμε τα βαθύτερα συναισθήματά μας, αλλά και να περάσουμε μηνύματα.

Άλλοτε με υπονοούμενα κι άλλοτε ξεκάθαρα. Απέναντι σ’ έναν ή τρίτα πρόσωπα, για κάτι που βιώνουμε έντονα και θέλουμε απλά να κοινοποιηθεί και να γνωστοποιηθεί. Πού ακριβώς; Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και πιο συγκεκριμένα στο facebook.

Αυτό το μέσο, που έρχεται να ξεπεράσει κάθε είδους στερεότυπα κι ανασφάλειες –κλειδώνοντας εσένα πολλές φορές– σ’ έναν κόσμο δικό σου και φυσικά μοναδικό. Εκείνον τον κόσμο που σε κάνει να πιστεύεις πως το Πυθαγόρειο θεώρημα  περίμενε τη σελίδα σου για να γίνει γνωστό.

Εκείνο που σε κάνει να πιστεύεις πως ο Ρωμαίος, η Ιουλιέτα κι ο Άμλετ βρήκαν τον χαμένο ήρωά τους ανάμεσα στους διαλόγους τους μέσα απ’ τον τοίχο του προφίλ σου. Κάτι που μάλλον είχε ξεχάσει να υπογράψει ο Σαίξπηρ και το προώθησε σ’ εσένα για να γίνει γνωστό στο ευρύτερο κοινό σου.

Κι επειδή όσο ζεις, ελπίζεις, σ’ εκείνα τα λίγα λεπτά δημοσιότητας που αντιστοιχούν σε χεράκια, φατσούλες, καρδούλες και πολλά «ουάου», οικειοποιείσαι σε κάτι που μάλλον δεν είναι δικό σου. Δεν μπορεί όμως κανένας να σε κατηγορήσει για τίποτα.

Ένα τέλειο background, με λίγο χρώμα και πολλή φαντασία, έρχονται να σε κάνουν δημιουργό των πιο τέλειων φράσεων. Έρχονται να σε κάνουν εκείνον τον ατακαδόρο, που ακούει στο όνομα Ντένυ Μαρκορά με μία Μαρούσκα να γράφει. Κι όλοι ν’ αναρωτιούνται «τι είπε ο ποιητής»;

Κάπου κάτι είδες, κάπου κάτι άκουσες, κάτι κάπου διάβασες και ξαφνικά μπήκαν στο μυαλό σου όλα εκείνα τα φιλοσοφικά ένστικτα. Εκείνα που ήρθαν για να σε κάνουν ακόμα έναν Δον Κιχώτη της ελληνικής γραφής. Γιατί αν πιάσουμε την αγγλική το πράγμα είναι χειρότερο. Απ’ εκείνο που αν δεις το «δείτε μετάφραση», σίγουρα έχεις χαθεί μέσα σ’ αυτήν.

Και μαζί μ’ εσένα έχουν χαθεί κι οι χιλιάδες, ή δεκάδες, ακόλουθοί σου. Σε βαθμό τέτοιο που πολλές φορές τους φτάνεις σε σημείο ν’ αναρωτιούνται ποιος είσαι τέλος πάντων ή πού μπορεί να κρύβεις τόσο μεγάλο ταλέντο. Όχι φυσικά στα χείλη γιατί θα το ήξεραν, αλλά στα λεγόμενά σου μέσα στο facebook.

Τελικά, τι είναι αυτό που προσπαθείς να αποδείξεις; Μπορεί πολλά αλλά και τίποτα. Μπορεί το πόσο έξυπνος ή αθώος είσαι. Μπορεί απλά ν’ αισθάνεσαι τόσο οικεία με κάποια πράγματα, σε βαθμό που τα έχεις υιοθετήσει, ξεχνώντας την πηγή τους.

Έλα όμως, που έρχεται εκείνη η στιγμή, που βρίσκεται κάποιος στο δρόμο σου και με μεγάλο θαυμασμό ρωτάει «δικό σου είναι αυτό που έγραψες;». Και τότε ασπρίζεις, κοκκινίσεις ή πρασινίζεις. Ανάλογα το είδος της ντροπής. Γιατί αν είναι δικό σου το ξέρεις, αν όμως όχι, άντε να βρεις ποιος το είπε.

Είναι σαν να παίρνεις ένα παλιό λαϊκό άσμα που μιλάει για σπίτια που έκλεισαν απ’ τα τσιγάρα και τα ποτά κι έγιναν μέσα σε μία νύχτα οι βραδιές που χάθηκαν από καπνούς και πιόματα σε τέσσερις τοίχους δίχως πόρτα.

Επομένως, αν κάτσεις να σκεφτείς, θα συνειδητοποιήσεις ότι γιαλαντζί φιλόσοφοι υπάρχουν πολλοί. Αν θέλεις να είσαι ένας απ’ αυτούς, δικό σου είναι το θέμα. Ξέχνα λοιπόν ονόματα, πηγές και τίτλους και δώσε τον πόνο και το νόημα που θέλεις στον τοίχο σου. Κανείς δε θα παρεξηγήσει.  Το πολύ-πολύ να γελάσει λίγο. Όσο για τα υπόλοιπα, η ιστορία θα δείξει και θα σ’ αναδείξει. Απ’ εσένα εξαρτάται.

 

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη