Υπάρχουν εκείνα τα μικρά μυστικά που συνθέτουν και εκφράζουν τον τέλειο έρωτα. Εκείνες οι ερωτικές κινηματογραφικές στιγμές, που περνάνε μπροστά απ’ τα μάτια σου, με ζευγαράκια χέρι-χέρι ή ένα χέρι περασμένο τρυφερά στον ώμο ή στην τσέπη του παντελονιού του άλλου.

Ζευγαράκια που φοράνε μπλουζάκια που συνδέονται μεταξύ τους με αστεία κι ερωτικά λογότυπα, ίδια παπούτσια ή τέλεια συνδυασμένα –χρωματικά κι ενδυματολογικά– μεταξύ τους. Ζευγαράκια που χάνονται στη θέα μιας βιτρίνας, με σακούλες στο χέρι.

Παιχνίδια που συνθέτουν το τέλειο παζλ, ανάμεσα στην υπομονή του πωλητή και την κουρτίνα του δοκιμαστηρίου. Ανάμεσα στην υπομονή και του καροτσιού απ’ το σούπερ μάρκετ, που στροβιλίζει γύρω απ’ τα ράφια, περιμένοντας να γεμίσει με το πιο μυρωδάτο μαλακτικό ρούχων ή το ιδανικότερο απορρυπαντικό για το πάτωμα, με μία δόση απ’ έρωτα.

Και χάνεσαι μέσα στις εικόνες αυτές και σκέφτεσαι πόσο τρυφερό κι όμορφο είναι κάτι τέτοιο. Τόσο που σου προκαλεί εκείνο το χαμόγελο συμπάθειας κι εκείνο το «αχού τα μωρέ» στη θέα τέτοιων στιγμών. Που σίγουρα κι εσύ το έχεις ζήσει.  Κι αν όχι, θα ήθελες πάρα πολύ, έστω και για μία φορά να το είχες κάνει.

Τι κρύβεται, όμως, πραγματικά, πίσω απ’ όλο αυτό; Ποιες θεωρίες συνωμοσίας έχουν στηθεί, προκειμένου να σου υπενθυμίσουν και να σε πείσουν ότι κάτι τέτοιο αποδεικνύει πόσο καλά λειτουργεί ένα ζευγάρι; Κι αν όλο αυτό μοιάζει σαν ένα μικρό ραντεβού, ποιος ο λόγος να πρέπει να συνδέεται με ψώνια;

Και στην τελική, αναρωτήθηκες αν αρέσει σ’ όλους να σε πηγαίνουν βόλτα για ψώνια ή να τους πηγαίνεις εσύ; Μάλλον όχι. Γιατί αν το έκανες, σίγουρα θα μπορούσες να καταλάβεις, όχι φυσικά αν τίθεται θέμα τσιγκουνιάς, αλλά ότι τίθεται θέμα ψυχικής και πνευματικής αρμονίας. Εκτός κι αν ο απώτερος σκοπός σου είναι άλλος.

Ξέρεις, εκείνη η γλυκιά φράση «θα μου το πάρεις αυτό;», που φεύγει άθελα απ’ το στόμα σου, αλλά κρύβει τόσα ερωτηματικά που κάνουν το έτερο ήμισυ να σκέφτεται ταυτόχρονα χίλια διαφορετικά πράγματα.

Εκτός αν τίθεται θέμα ανάγκης στο να αποδείξεις –στους υπόλοιπους– ότι έχεις δίπλα το τέλειο ταίρι. Γιατί το «μωρό, μου πάει αυτό;» ή « μήπως να πάρω μεγαλύτερο νούμερο;» ή η ανάλυση πάνω απ’ το ψυγείο για τη βραστή ή καπνιστή γαλοπούλα, στο τέλος θα οδηγήσουν σε πονοκέφαλο.

Θα οδηγήσουν σε εκείνα τα βλέμματα συμπόνιας, απ’ τον πωλητή ή τους γύρω σου, μ’ εσένα να προσπαθείς να κρύψεις την αμηχανία σου κάτω απ’ ένα χαμόγελο. Και ποιος το θέλει αυτό; Κι αν στην αρχή είναι αδιάφορο κι αρέσει, στην πορεία αρχίζει και τσιτώνει σιγά-σιγά. Τι; Τα νεύρα φυσικά.

Γι’ αυτό βάλε και τη ζήλια σου να δουλέψει λιγάκι. Γιατί ενώ εσύ χάνεσαι ανάμεσα στις τάσεις «άνοιξη-χειμώνας-καλοκαίρι», κάποιο μάτι μπορεί ν’ αρχίζει να παίζει ανάμεσα στις εναλλαγές των ρούχων. Και κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν το θέλεις.

Όπως δε θέλεις να αποκαλυφτεί η πιθανή σπατάλη σου κι ο άπειρος χρόνος που χάνεις στο shopping therapy. Άλλωστε, γι’ αυτό το λένε έτσι. Δεν είναι ομαδική θεραπεία, είναι ατομική. Σκέψου και την ανάγκη σου –δε θα πούμε την τρέλα σου– να γυρίσεις όλα τα σούπερ μάρκετ, προκείμενου να κάνεις deal, στις καλύτερες προσφορές. Γιατί, λοιπόν, να δώσεις σε κάποιον την εικόνα του ψυχαναγκαστικού -ή και του τσιγκούνη;

Και πίσω απ’ όλο αυτό, ίσως να υπάρχει ένα μυστικό. Εκείνο που οδηγεί, άθελα πάντοτε, στον έλεγχο. Εκείνο τον έλεγχο που φτάνει να γίνεται επιρροή. Ανάμεσα στο να βγάλεις από πάνω σου τα μαύρα και να φορέσεις όλα τα χρώματα του κόσμου. Να αφήσεις τα στενά και να πας λίγο στα πιο φαρδιά.

Να σου θυμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ενώ θέλεις κάτι απεγνωσμένα, έρχεται η άλλοτε εκνευριστική φωνή της λογικής που σου υπενθυμίζει ότι κάτι τέτοιο το έχεις και δεν το χρειάζεσαι. Κι ενώ εσύ το θέλεις, αλλά δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά σκέφτεσαι την επόμενη φορά να πάρεις μαζί σου το κολλητάκι σου ή να βγεις για ψώνια παρέα με τη μοναξιά σου.

Κι εκεί που σκέφτεσαι, ποιος ήταν αυτός ο έξυπνος άνθρωπος που ξεκίνησε τις online αγορές, την ίδια στιγμή σκέφτεσαι ότι έχει και την ομορφιά του όλο αυτό. Εκείνη την ομορφιά που ξεχνιέται στα παιχνίδια και τη φαντασίωση που κρύβεται μέσα στα δοκιμαστήρια. Σ’ εκείνη την ερωτική στιγμή που χάνεται μέσα στην ανάγκη της γνώμης, αλλά και στο αίσθημα ότι κάποιος σε νοιάζεται. Εκείνη τη στιγμή όπου και το πιο άσχημο ρούχο πάνω σου, μπορεί φαντάζει τέλειο.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη