Πώς να είναι, άραγε, να ξεκινάει η μέρα σου δίχως μια γουλιά καφέ; Ν’ ανοίγει το πρώτο βλέφαρο χωρίς ν’ ακούσεις τον ήχο απ’ τη φραπιέρα; Να μην κοιτάς, με ανυπομονησία, την κάθε σταγόνα που πέφτει απ’ την καφετιέρα του γαλλικού ή έστω να μετράς τις φουσκάλες απ’ τον ελληνικό καφέ;

Πώς γίνεται να ζεις το «χαλαρά» με μια κούπα τσάι ή έστω ένα ποτήρι φυσικό χυμό, μέσα στη φράση «θα βγω για καφέ»; Και πώς γίνεται να πιάνεις μια θέση σε μια καφετέρια για να πιεις μια σοκολάτα; Και στην τελική, πώς καταφέρνεις να ζεις, χωρίς να κυλάνε στις φλέβες σου σταγόνες απ’ έναν freddo espresso!

Εντάξει, δεν είχες και στο χωριό σου, αλλά σίγουρα θα ήθελες να έχεις ένα τέτοιο μηχάνημα στον πάγκο της κουζίνας σου. Ή μήπως όχι. Μα υπάρχουν τόσα και τόσα υπέροχα σχέδια. Όπως τέλεια σχέδια σε βάζα, υπάρχουν για τη ζάχαρη και τον καφέ σου. Μάλλον και πάλι δεν πείθεσαι.

Δεν απολαμβάνεις τον καφέ και προφανώς κάθε είδους υπαινιγμός ή απορία γύρω απ’ αυτό σου προκαλεί αντίστοιχες απορίες κι εκνευρισμό. Σίγουρα, δεν αποτελείς μια μειονότητα. Γιατί απ’ ό,τι φαίνεται, με την τιμή που έχει πάρει, θα αποτελείς κι απ’ τους τυχερούς του είδους. Κι εκεί που βάζαμε χρυσά δόντια, σύντομα θα βάζουμε κόκκους καφέ.

Μπορείς να χαίρεσαι, λοιπόν, γι’ αυτά τα πιο λευκά σου δόντια. Να χαίρεσαι για τις αϋπνίες που δεν έχεις και φυσικά για εκείνες τις μικρές ταχυκαρδίες που θα ερχόντουσαν και θα έφευγαν ανάμεσα στα διαλείμματά σου. Να χαίρεσαι που πετάγεσαι απ’ το κρεβάτι σου με την ίδια ευκολία που έπεσες πάνω σ’ αυτό. Και φυσικά να χαίρεσαι που δε χρειάζεται να κοιτάς το ρολόι για το πρωινό ή το απογευματινό καφεδάκι σου.

Θα πρέπει να ξέρεις, όμως, ότι χάνεις καθετί αντιοξειδωτικό που σου προσφέρει. Όπως κι εκείνα τα διεγερτικά του χαρίσματα, σε μια προσπάθεια δίαιτας. Δε θέλεις να μάθεις, φυσικά, για τη συχνότητα επαναλήψεων σεξουαλικών επαφών και τα επίπεδα της λίμπιντο που ανεβάζει. Και δεν είναι λόγια. Επιστήμονες τα λένε.

Άσε που χάνεις εκείνη τη μία και μοναδική ευκαιρία να βρεθεί στο τραπέζι σου κάποιος που θα ξέρει να λέει το φλιτζάνι κι εσύ δε θα μάθεις τα μελλούμενα επειδή δεν πίνεις καφέ. Και να σου οι σκέψεις κι ο διχασμός για ένα μέλλον που έρχεται μπροστά σου κι εσύ το διώχνεις.

Και μετά αναρωτιέσαι γιατί όλοι οι άλλοι απορούν μαζί σου. Και μαζί μ’ αυτούς απορείς κι εσύ. Απορείς για όλα εκείνα που μπορεί να κρύβονται μέσα σ’ ένα ποτήρι φραπέ με πολύ αφρό κι ένα μάτι που γουρλώνει σε κάθε ρουφηξιά του.

Εκείνο το «αχ, δεν μπορώ χωρίς καφέ» που βγαίνει απ’ το στόμα κάποιου και που καταντάει ενίοτε εκνευριστικό. Τόσο που έρχεται να σου θυμίσει την επόμενη φορά που θα τον καλέσεις σπίτι σου να του πεις να φέρει και τον καφέ του μαζί του. Γιατί δε θέλεις να χάσεις και τα τυχερά σου.

Εκείνα τα τυχερά που σε βρίσκουν να πρέπει να δώσεις απαντήσεις σ’ ερωτήματα του τύπου «πότε θα πάμε για καφέ;». Λες και χάθηκαν οι ευκαιρίες για ένα ποτό ή τσάι. Κι ο εκνευρισμός μεγάλος. Τόσο που πρέπει να μάθεις να φτιάχνεις κιόλας έναν καφέ. Ή έστω να έχεις μερικά φακελάκια καβάτζα σπίτι σου, γιατί δεν ξέρεις ποτέ τι ξημερώνει δίπλα σου.

Βάλε, λοιπόν, μια άνω τελεία κι ας μοιράσεις τις αντιθέσεις σου μ’ έναν εξαρτημένο του καφέ. Βάλε και λίγο φαντασία. Τόση όσο χρειάζεται. Μην είσαι τελείως φλατ και δες το λίγο πιο χαλαρά το θέμα. Απλά μια γρανίτα αν λιώσει, δεν πίνεται.

Ένας φραπές, όμως; Γίνεται πιο τέλειος.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη