Είναι αλήθεια πως κάθε οικογένεια έχει τους δικούς της κανόνες και τις ξεχωριστές της συνήθειες. Κάπως έτσι μοιράζονται κι οι ρόλοι για να ισορροπούν οι σχέσεις των μελών της. Μεγαλώνουμε μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, υιοθετούμε συμπεριφορές, κοπιάρουμε εικόνες κι υπάρχουν κι αρκετές περιπτώσεις που κληρονομούμε, ανάμεσα σε καλές, και κάποιες κακές συνήθειες των γονιών μας. Ίσως να μην το αντιληφθούμε άμεσα ή ίσως και να μη θέλουμε να το παραδεχτούμε, αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν ισχύει.

Ήδη απ’ την παιδική σου ηλικία, θα θυμάσαι να τριβελίζει στ’ αφτιά σου η πιο κλισέ φράση των γονιών σου, που εξακολουθείς να την ακούς μέχρι και την ενηλικίωσή σου αλλά και πολύ αργότερα: «Εσύ δεν έμοιασες σε μένα, αλλουνού παιδί πρέπει να ‘σαι εσύ». Κι όμως, βλέπουν τον εαυτό τους μέσα από εσένα, κι ίσως αυτό είναι που δεν μπορούν να διαχειριστούν. Το βλέπεις, άλλωστε, κι εσύ, σου φωνάζει το έρμο το DNA κι εσύ κλείνεις τ’ αφτιά σου. Τι κι αν προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως διαφέρεις, κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, σε κάποια έστω πράγματα, θα γίνεις ίδιος οι γονείς σου· στη συμπεριφορά, στην κοσμοθεωρία, στα χούγια ή και σε όλα αυτά μαζί.

Οι γονείς δε βαριούνται να μας λένε πως αυτοί δεν ήταν σαν εμάς στην παιδική κι εφηβική τους ηλικία, υποστηρίζοντας φυσικά πως ήταν αγγελούδια, μέχρι να ‘ρθουν οι παππούδες, δηλαδή οι δικοί τους γονείς, και να υποστηρίξουν το ακριβώς αντίθετο. Στην πραγματικότητα μπορεί να μην έκαναν τα ίδια με μας αλλά πολύ χειρότερα.

«Τίμα την οικογένειά σου και μάθε να ζεις με τα ελαττώματά της» λένε. Πολλές φορές βάζουμε μια μάσκα και προσπαθούμε να κρύψουμε τα συναισθήματά μας, παρουσιάζοντας κάτι άλλο που ίσως απέχει κατά πολύ απ’ την αλήθεια μας, βάζοντας σε πρώτο πλάνο τον εγωισμό και καλύπτοντας επιφανειακά τα ελαττώματά μας. Απ’ τους δικούς μας, όμως, δεν μπορούμε να κρυφτούμε, άρα αναγκαζόμαστε να μάθουμε να συνυπάρχουμε χωρίς μάσκες, με όλα τα κουσούρια μας στη φόρα και την υπομονή να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλον. Κάπως έτσι συνηθίζουμε συμπεριφορές που ίσως και να μας ενοχλούσαν, μέχρι που τις κάνουμε και δικές μας.

Τα ελαττώματα των δικών μας που στη συνέχεια κληρονομήσαμε απ’ αυτούς έρχονται αθόρυβα και στρογγυλοκάθονται στον χαρακτήρα μας, με αποτέλεσμα εμείς να μη μας τα αναγνωρίζουμε τις περισσότερες φορές. Θα τα εντοπίσουν άλλοι πάνω σε μας και τότε θα καταλάβουμε. Έπειτα είναι επιλογή μας το αν θα παραδοθούμε ή θα προσπαθήσουμε να μας βελτιώσουμε, αλλάζοντας κι απομακρύνοντας τον εαυτό μας απ’ τα αρνητικά στοιχεία του, ακόμα κι αν αυτά πέρασαν σε μας μέσα απ’ τη συνύπαρξη με την οικογένειά μας.

Είμαστε η συνέχεια των γονιών μας, εκείνοι είναι που μας πλάθουν, είναι λογικό να τους μοιάζουμε στα όμορφα και στα στραβά τους -αυτό όμως δε σημαίνει πως είμαστε καταδικασμένοι να μείνουμε κόπιες τους. Άλλοι υιοθέτησαν απ’ τους δικούς τους μικρές συνήθειες στον τρόπο που καθαρίζουν το σπίτι, που μπορεί κάποτε να αγγίζουν τα όρια του ψυχαναγκασμού, αλλά τουλάχιστον δεν επηρεάζουν τρίτους κι άλλοι συμπεριφορές ολόκληρες, έγιναν πιο απότομοι ή πιο καυστικοί, γιατί έτσι έμαθαν απ’ τους γονείς τους, κι αυτό θεώρησαν σωστό.

Όλοι έχουμε ελαττώματα, το θέμα είναι να ελέγχουμε όσο περισσότερο μπορούμε τη συνέπεια που έχουν πάνω στους άλλους. Όλοι κουβαλάμε πάνω μας την οικογένειά μας, εκεί μέσα διαμορφωθήκαμε και γίναμε αυτοί που είμαστε, αυτό δε σημαίνει πως δεν μπορούμε να μας αλλάξουμε, αν το θελήσουμε.

Συντάκτης: Ανδρέας Πετρόπουλος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη