Μπομπονιέρες, νυφικά, κουστούμια, προσκλητήρια, καλεσμένοι, κουμπαριά, εκκλησία ή δημαρχείο και δε συμμαζεύεται. Πολλοί εκείνοι που, ακόμα κι αν σε κάποια φάση της ζωής τους σταμάτησαν να το παραδέχονται, κρυμμένοι πίσω από ατάκες σου στιλ «εγώ δεν κάνω για παντρειά», έχουν στον νου τους σχεδιάσει και περιμένουν πώς και πώς εκείνη την παραμυθένια, ονειρική και σύμφωνη με τα γούστα τους ημέρα του γάμου τους.

«Σήμερα γάμος γίνεται», λοιπόν, κι η καμπάνα χτυπάει χαρμόσυνα αλλά όχι για άλλους. Γιατί εκεί έξω κυκλοφορούν ερωτευμένοι που δεν επιλέγουν να επισημοποιήσουν τον έρωτά τους φορώντας ένα κουστούμι κι ένα νυφικό αντίστοιχα. Δεν πιστεύουν στα ιερά δεσμά της γαμήλιας διαδικασίας αλλά στην αφοπλιστικά ιερή δύναμη της αγάπης. Γι’ αυτούς ο γάμος δεν υφίσταται. Δίνουν όρκους ζωής που καθημερινά ανανεώνουν, μέσα απ’ τις πράξεις τους, και χτίζουν ισχυρά θεμέλια μέσα απ’ την ανεπίσημη αλλά αυθεντική πίστη κι αφοσίωση στον δεσμό τους.

Ορκίζονται κι υπογράφουν αιώνια αγάπη με βλέμματα και κινήσεις, χωρίς να χρειάζονται εγγυήσεις μιας γραφειοκρατίας. Δεν κρίνουν τον γάμο, δε χλευάζουν την αξία του γι’ αυτούς που τον επιλέγουν, απλώς δεν αποτελεί γι’ αυτούς απαραίτητη προϋπόθεση για το δικό τους καλύτερο αύριο, για τη δική τους ασφάλεια και την επισφράγιση των συναισθημάτων τους. Η σχέση τους για εκείνους ισχυροποιείται και κερδίζει όντως την αιωνιότητα όταν γίνουν γονείς. Όταν κρατήσουν στα χέρια τους τον καρπό της αγάπης τους. Όταν αποκαλούνται –κι απ’ τους άλλους πια– οικογένεια -γιατί οι ίδιοι έτσι ένιωθαν ακόμα κι όταν ήταν μόνο οι δυο τους.

«Μα ανύπαντροι γονείς;». Κι όσο κι αν η ιδέα αυτή σοκάρει –δυστυχώς– ακόμα τα συντηρητικά μυαλά, τα παιδιά σ’ αυτές τις οικογένειες μεγαλώνουν εξίσου καλά, με φροντίδα, ενδιαφέρον κι αγάπη, με οτιδήποτε είναι αναγκαίο για την υγιή ανάπτυξή τους μέσα απ’ το γονικό πλαίσιο.

Το ότι οι άνθρωποι αυτοί επέλεξαν να μην παντρευτούν, δε δίνει σε κανέναν το δικαίωμα να τους πετάξει την ταμπέλα των ανεύθυνων γονιών. Κι όσο κι αν για τις οπισθοδρομικές στερεοτυπικές κοινωνικές αντιλήψεις ό,τι δε μοιάζει στο συνηθισμένο, γίνεται αυτομάτως λιγότερο ικανό, οι άνθρωποι αυτοί μεγαλώνουν τα παιδιά τους σ’ ένα περιβάλλον συνειδητής αγάπης, που δεν τους κρατάει μαζί ένα χαρτί αλλά η αμοιβαία επιθυμία. Μεγαλώνουν παιδιά ελεύθερα, με ιδανικά, όχι συμβιβασμένα.

Κάνουν κυριολεκτικά τη διαφορά κι αντανακλούν στα παιδιά τους το σωστό οικογενειακό πρότυπο, εκείνο ενός πραγματικά αγαπημένου ζευγαριού, τη στιγμή που πολλά παντρεμένα ζευγάρια έχουν πέσει θύματα της ασφυκτικής πίεσης που πηγάζει απ’ την επίσημη δέσμευση και παραμένουν εκεί σαν αιχμάλωτοι του ίδιου τους του εαυτού. Στην καταπίεση και τις απαιτήσεις ενός γάμου δεν είναι λίγες οι φορές που χάνεται η αίγλη μιας ήρεμης και ζεστής ατμόσφαιρας.

Οι άνθρωποι που αποφάσισαν να ζήσουν μαζί και να αποκτήσουν παιδιά χωρίς να παντρευτούν δεν επιβάλλουν σε κανέναν, πόσο μάλλον στα παιδιά τους, τον δικό τους πρότυπο. Δεν απαιτούν να σκέφτονται όλοι όπως εκείνοι, ούτε υποστηρίζουν με κυνικές διαθέσεις την επιλογή τους, αναιρώντας όλους τους άλλους. Η επιλογή τους να μην παντρευτούν είναι μια απόφαση που βγήκε από κοινή συναίνεση.

Δεν έχουν ανάγκη από ρύζια αλλά από συναισθηματικές ρίζες και κρατώντας τον έρωτά τους αναμμένο μεγαλώνουν τα παιδιά τους σε ένα υγιέστατο οικογενειακό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον ελευθερίας και διαφορετικότητας, όπου τα «θέλω» δε βασίζονται στα «πρέπει» και στα στέφανα.

 

Συντάκτης: Κυριακή Πολυχρονιάδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη