Δευτέρα πρωί, μέσα στο μετρό σκέφτεσαι πως θα περάσει πάλι και αυτή η εβδομάδα. Μαθητής, φοιτητής, εργαζόμενος, σωστό στρατιωτάκι!

Υποχρεώσεις, προθεσμίες, τρέξιμο, γκρίνια, άγχος και μετά ανάμεσα σ’ όλα αυτά κάπου το μυαλό σου χάνεται, κάπου σκαλώνει άσχημα. Σ’ εκείνο τον καφέ που κατέληξε από το πουθενά σε μονοήμερη εκδρομή και δε λες να τη βγάλεις απ’το μυαλό σου. 

Μα δεν μπορείς να αντισταθείς, κάθε φορά που χτυπάει το τηλέφωνό σου και η οθόνη φωτίζεται από το όνομα της. Σκέφτεσαι «σε ποιο μαγικό μέρος θα με ταξιδέψει πάλι;»

Έτσι ήτανε η Αφροδίτη, φευγάτη και ταξιδιάρα! Ήξερε τα πιο ψαγμένα μπαράκια στο κέντρο, το καλύτερο βρώμικο στις τρεις το πρωί. Μαζί της ξεχνούσες τι μέρα και χρονιά ήτανε, το όνομα  και το επάγγελμα σου.

Θα αναρωτιέστε φυσικά ποιος νορμάλ μέσος άνθρωπος με μια καθημερινή δουλειά που του απορροφά όλο τον ελεύθερο χρόνο του, τα κάνει όλα αυτά. Καταρχήν για να μην σπαζοκεφαλιάζετε άλλο, θα σας λύσω την απορία και θα σας πω ότι η Αφροδίτη δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος.

Γνωριστήκαμε πριν τρία χρόνια σε ένα ταράτσα πάρτυ κάπου στο κέντρο σ’ ένα σπίτι φίλου φίλης. Με έσυραν παρά την θέλησή μου γιατί βαριόμουν αφόρητα και δεν είχα και τι άλλο να κάνω μόνη στο σπίτι, Αύγουστο μήνα με αυτήν την αναθεματισμένη ζέστη. Αυτό που με μάγεψε σ’ εκείνη, από την πρώτη στιγμή ήταν ο τρόπος που μιλούσε για μέρη,τοπία και ανθρώπους που ίσως να μη γνωρίσεις ποτέ.

Παρ’όλα αυτά σου μετέδιδε το ίδιο πάθος και λαχτάρα, να παρατήσεις αύριο κιόλας την σχολή/δουλειά σου,να ρίξεις ένα σακίδιο στον ώμο και απλά να την ακολουθήσεις χωρίς να ξέρεις το που, το πώς και κυρίως το για πόσο. Έτσι, κάθε φορά κατάφερνε εξίσου καλά να σε ταξιδέψει μέσα απ αυτήν την λάμψη που είχαν τα μάτια της όταν εξιστορούσε το τελευταίο της ταξίδι στην Ασία με όλα τα ευτράπελα που είχε περάσει.

Η Αφροδίτη ήταν ακομπλεξάριστο, ανοιχτόμυαλο άτομο, δεν την απασχολούσε αν κάθε φορά που ταξίδευε έπρεπε να μοιραστεί την καμπίνα της με άλλους τρεις αγνώστους και που θα ‘πρεπε να στερηθεί βασικές ανάγκες για μέρες. Σε εκείνη έβλεπα αυτό το κομμάτι του εαυτού μου, το ανυπότακτο που δεν μπορεί να μπει σε καλούπια, δε συμβιβάζεται και δεν υποτάσσεται. 

Όσο τη χάζευα να μιλάει αλλοπαρμένη για όλα τα τρελά που κατά περιόδους της συνέβαιναν, έβλεπα κομμάτια του εαυτού μου.

Ήταν η δική μου έξοδος κινδύνου απ’ αυτή την μουντή καθημερινότητα.

Κάθε φορά που κανονίζαμε να συναντηθούμε ένιωθα ότι έστω και για λίγο ταξίδευα στην χώρα των θαυμάτων και ήμουν εγώ η Αλίκη, εγώ, κυρίαρχος των ονείρων μου.

Από μικρή από τα ταξίδια του μυαλού και του σώματος, αγαπούσα κυρίως τα πρώτα. Αυτή η μαγική στιγμή που κλείνεις τα μάτια και χαλαρώνεις και νιώθεις ότι βρίσκεσαι αλλού.

Να μάθετε λοιπόν να προσέχετε σε ποιους δίνετε την ευκαιρία για μια θέση στην καρδιά σας. Όχι βέβαια κανείς δεν γεννήθηκε μ΄ αυτήν την πολύτιμη ικανότητα έμφυτη, υπάρχουν όμως αυτοί που γεννήθηκαν με το σωστό προαίσθημα την σωστή στιγμή.

Οι φευγάτοι είναι αξιολάτρευτοι, να τους αγαπάτε. 

Να μάθετε να διαλέγετε συνοδοιπόρους σας σ’αυτό το δύσκολπ ταξίδι της ζωής, ανθρώπους λιγάκι τρελούτσικους και αλλοπαρμένους με καθαρή καρδιά και βλέμμα, που δε μιλάνε συχνά καθώσπρέπει αλλά μόνο καθώς θέλουν. Nα μην τους φοβάστε, μα να τους αγκαλιάζετε.

Αυτοί που φοβάστε είναι αντικατοπτρισμός των ονείρων και των κρυφών σας πόθων.

Αν τους δεχτείτε χωρίς να τους κατακρίνετε, χωρίς να τους αλλάξετε θα αποδεχτείτε εκείνο το ανυπότακτο κομμάτι σας, που χρόνια τώρα παλεύετε να αποβάλλετε σαν να΄ναι κάτι βρώμικο και δεν χωράει στον καθαρό σας κόσμο.

Αφήστε πια τους σοβαρούς ανθρώπους, μπουχτίσαμε από δαύτους.

 

Συντάκτης: Δήμητρα Τζελίνη