Πόσες φορές έπιασες τον εαυτό σου, βλέποντας ζευγάρια στο δρόμο, να αναρωτιέσαι τι βρίσκει ο ένας –ο πιο εμφανίσιμος πάντα– στον άλλον; Κι εσύ το κάνεις, κι όλοι μας, όσο κι αν προσπαθούμε να πατάξουμε την ενίοτε ρηχή πλευρά του χαρακτήρα μας. Για δοκίμασε, τώρα, να ανατρέξεις πίσω σε όλες σου τις σχέσεις. Συνεχίζεις να τους βρίσκεις όλους όμορφους; Ή οι φίλοι σου συμφωνούσαν πάντοτε με την αντίληψη που είχες ως προς την εμφάνισή τους;

Κι εδώ τίθεται το ερώτημα. Γιατί κάποιοι άνθρωποι να φαίνονται στα μάτια μας πιο όμορφοι από ό,τι σε άλλους; Και γιατί να διαφοροποιείται η άποψή μας για την εμφάνισή τους όταν μπούμε στη διαδικασία να τους γνωρίσουμε; Σε αυτό το σημείο έρχεται να βρει βάση η ρύση του Αλ Μπερνστάιν, ο οποίος υποστήριξε πως «η ομορφιά έγκειται στην καρδιά του παρατηρητή».

Είναι αλήθεια αυτό. Παρατήρησέ το. Όσοι αγαπάμε μας φαίνονται όμορφοι. Επειδή πολύ απλά ξυπνούν μέσα μας τα πιο όμορφα συναισθήματα. Κι εφόσον μας κάνουν να νιώθουμε με αυτό τον τρόπο, πώς γίνεται να μη βλέπουμε όλο τον κόσμο πιο λαμπερό; Συμπεριλαμβανομένων κι αυτών. Ή μάλλον, ειδικότερα αυτών.

Πώς μπορείς να μη βλέπεις κάποιον όμορφο, όταν στα μάτια του αντικρίζεις την πιο ωραία εκδοχή του εαυτού σου; Εσένα, όπως δε σε έχεις ξαναδεί ποτέ. Όταν βλέπεις το χρώμα τους να απλώνει το δίχτυ του σε όλες εκείνες τις γκρίζες μέρες που έζησες πριν τον γνωρίσεις και να τις παγιδεύει. Όταν συνειδητοποιείς πως πλέον αυτό έγινε το αγαπημένο σου χρώμα κι ότι με αυτό θες να βάψεις όλη την υπόλοιπη ζωή σου. Όταν βλέπεις στο χαμόγελό του να καθρεφτίζονται οι πιο καθαρές στιγμές σου μαζί του. Όταν νιώθεις ότι κάθε φορά που βλέπεις το συγκεκριμένο πρόσωπο ταξιδεύεις σε μέρη που δεν είχες τολμήσει καν να φανταστείς και ξέρεις πως δε θες να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς αυτό.

Και για να γίνει αυτό, έπαιξαν ρόλο κάποια άλλα στοιχεία, που σε παρότρυναν να δεις πέρα απ’ την εξωτερική εμφάνιση. Η ευγένειά του, η αίσθηση του χιούμορ του, η ευφυΐα του, η μεγαλοψυχία του, η αυθεντικότητά του. Σε επέλεξαν και σε οδήγησαν σε ένα δωμάτιο που είχες μόνο εσύ το εισιτήριο της εισόδου. Σε έναν χώρο, όπου μπορούσες να δεις πιο καθαρά την ουσία του ανθρώπου που είχες απέναντί σου -χωρίς να παρενοχλείσαι από το πλαστικό περιτύλιγμα. Σε έναν χώρο, όπου σου δόθηκε η ευκαιρία να έρθεις σε επαφή με τις προθέσεις, τις απόψεις και την κοσμοθεωρία του. Να εκτιμήσεις αυτά που μόνος του πάλεψε για να αποκτήσει κι όχι αυτά με τα οποία απλώς έτυχε να γεννηθεί.

Ξαφνικά, η κοιλίτσα ξεκίνησε να μοιάζει με το πιο αναπαυτικό μαξιλάρι, τα πεταχτά αυτιά το πιο χαριτωμένο χαρακτηριστικό που έχεις δει, η μεγάλη μύτη ελκυστική για κάποιον ανεξήγητο λόγο, όπως και το κενό ανάμεσα στα δόντια. Τα ανακατεμένα μαλλιά όταν ξυπνάει, το πιο εντυπωσιακό χτένισμα και τα νυσταγμένα μάτια ασύγκριτα με κάθε άλλα. Οι ελιές που άλλοτε θα σε ενοχλούσαν, σου φαίνονται τώρα μοναδικές, ενώ το μυτερό σαγόνι δε σε ενοχλεί, αφού βρίσκεται κάτω απ’ το πιο αντιπροσωπευτικό χαμόγελο που έχεις αντικρίσει ποτέ. Και, ας μην ξεχνάμε ότι, για να βρίσκεις όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που συνιστούν το πρόσωπό του αψεγάδιαστα, συνέβαλε κι η ευτυχία του που βρίσκεσαι στη ζωή του, καθώς αυτή αντανακλάται πάνω του.

Κοίτα να αγαπάς. Ακραία, ανεμπόδιστα κι απόλυτα. Γιατί όταν αγαπάς, διαφοροποιείται το «είναι» σου, ο κόσμος σου ολόκληρος. Γιατί η αγάπη αλλάζει όχι μόνο το πώς βλέπεις τους γύρω σου, αλλά και τον εαυτό σου τον ίδιο. Γιατί σου μαθαίνει να εντοπίζεις το άσπρο μέσα στο μαύρο. Να βλέπεις και να εκτιμάς τα καλά πράγματα στους ανθρώπους, ακόμη κι αν αυτά υπερκαλύπτουν δεκάδες άλλα άσχημα.

Μόνο αυτή έχει τη δύναμη να ημερεύει τα θηρία σου, να ησυχάζει τις σκέψεις σου και να δίνει ταυτότητα στα όνειρά σου. Όνειρα που ίσως εκπληρωθούν στο πλευρό εκείνου του ανθρώπου που δε θα απορρίψεις λόγω της εμφάνισής του.

Συντάκτης: Ελένη Σιήμη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη