«Αν θες να είσαι κάτι πρέπει να σε βλέπουν»

«Αν δε σε βλέπουν τότε είσαι ένα τίποτα»

Κι έτσι, πάνω στην ανάγκη του να αισθανθεί κάποιος επιβεβαίωση, και στην εκπλήρωση αυτής μέσω της προβολής και της έκθεσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Luka Magnotta αποφάσισε να κάνει κάτι. Κάτι που θα έστρεφε όλα τα βλέμματα πάνω του. Κάτι που θα έλουζε το πρόσωπό του με τα φώτα της δημοσιότητας. Κάτι που θα τον έθετε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Κάτι που θα είχε τη δύναμη να τοποθετήσει το όνομά του σε συζητήσεις ακόμη και μεταξύ ατόμων που είχαν άγνοια για το ποιος είναι, τι είναι ή πως μοιάζει από κοντά.

Και πράγματι έκανε κάτι. Κάτι το φρικιαστικό και αποτρόπαιο. Μία ανθρωποκτονία.

 

Luka Magnotta didn't act like a schizophrenic person, psychiatrist says | CBC News

 

Το 2012, ο 29χρονος αυτός άντρας καναδικής καταγωγής με το όνομα Luka Magnotta, σε δημόσια ανάρτηση στον λογαριασμό του στα social media, μοιράστηκε με τους ακολούθους του ένα βίντεο που ο ίδιος κατέγραψε και στο  οποίο απαθανατίζει τη βίαιη και αποκρουστική δολοφονία του 33χρονου φοιτητή Jun Lin, με τον ίδιο τον Magnotta να διατελεί στον ρόλο του δράστη. Και μιλάμε για ρόλο,  διότι στο μυαλό του Magnotta αυτό ακριβώς είναι που συνέβαινε εκείνη τη στιγμή. Υποδύονταν έναν ρόλο. Εμπνεύστηκε ένα σενάριο που ήξερε πως θα προκαλέσει. Μία πλοκή και ένα θέαμα που θα σοκάρει και θα απασχολήσει την κοινή γνώμη. Απένειμε στον εαυτό του τον ρόλο του πρωταγωνιστή. Διότι η ναρκισσιστική διαταραχή με την οποία διαγνώσθηκε δε θα του επέτρεπε ποτέ να αναλάβει οποιονδήποτε άλλο ρόλο.

Τοποθέτησε την κάμερα. Την έβαλε να μαγνητοσκοπεί. Απαθανάτισε τη φρικαλεότητά του. Και αυτό ήταν… It’s a wrap. Από εκεί και πέρα την επιμελήθηκε, της φόρεσε και μία μουσική επένδυση και σαν άλλος περήφανος για το κατόρθωμά του δημιουργός, το δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Για όλον τον πλανήτη το περιστατικό αυτό αποτέλεσε χωρίς κανένα περιθώριο αμφιβολίας μία ειδεχθή δολοφονία. Για εκείνον δεν ήταν παρά μία ακόμη προσθήκη, λίγο περισσότερο content, για τον λογαριασμό του.

 

The many sides of Montreal murder victim Lin Jun - The Globe and Mail

 

Ο Luka Magnotta σκότωσε. Βάρβαρα βίαια και με πρωτοφανή σκληρότητα, τεμαχίζοντας το θύμα του και αποστέλλοντας μέσω ταχυδρομείου τα διαμελισμένα μέρη του σώματος σε σχολεία της χώρας. Μα κυρίως και πάνω απ’ όλα το έκανε με πλήρη συνείδηση των πραττομένων του και με κίνητρό του τη δόξα, την αναγνώριση και την επιβεβαίωση. Ναι σκότωσε. Αλλά γιατί; Για δύο εξοργιστικούς λόγους.

Πρώτον για να τον δουν.

Δεύτερον επειδή μπορούσε.

Έχοντας ήδη πριν από το περιστατικό αυτό έντονη και δυναμική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκείνο το οποίο γίνεται εν τέλει αντιληπτό για την προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία του είναι, πως επεδίωκε, σχεδόν κατά τρόπο απελπισμένο και απεγνωσμένο, να καταστεί γνωστός και να προσελκύσει το ενδιαφέρον δημοσιεύοντας πάντοτε τολμηρό, ακραίο και αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Όπως προαναφέρθηκε ο Magnotta μεταξύ των άλλων ψυχικών διαταραχών με τις οποίες διαγνώσθηκε ήταν μία προσωπικότητα σοβαρά ναρκισσιστική. Η ύπαρξή του επιβεβαιωνόταν και είχε νόημα, μόνο όταν περιτριγυρίζονταν από θεατές.

Για τον Magnotta δεν είχε σημασία εάν η φήμη που του αποδίδονταν ήταν καλή ή όχι. Δεν τον ενδιέφερε εάν ήταν περιβόητος ή ξακουστός. Δεν τον απασχολούσε το όνομά του να ξεστομίζεται συνοδευόμενο με αίσθημα θαυμασμού ή αποστροφής. Του ήταν παντελώς αδιάφορο όπως αποδείχτηκε εάν ο λόγος της δημοφιλίας του σχετιζόταν με κάποιο επίτευγμα ή μία δολοφονία. Δεν τον ένοιαζε για ποιον λόγο, με ποια αιτία και με ποια αφορμή θα ασχολούνταν κάποιος μαζί του. Αυτό που είχε σημασία για εκείνον και που τον ικανοποιούσε δεν ήταν παρά απλώς να ασχολούνται μαζί του ανεξαρτήτως. Να του δίνουν προσοχή, να τον κοιτούν, να τον παρατηρούν, να τον γνωρίζουν. Ακόμη και αν δεν τον χειροκροτούν. Ακόμη και αν δεν τον επευφημούν. Ακόμη και αν η όλη προβολή που λάμβανε και δεχόταν συνίστατο σε ένα κύμα οργής και αγανάκτησης απέναντι στις πράξεις του. Ακόμη και υπό τις συνθήκες αυτές και με αυτές τις προϋποθέσεις ένα πράγμα είχε σημασία. Η προβολή, η έκθεση,  η δημοσιότητα, η αναγνώριση. Το clout…

 

Luka Magnotta Dismember Slay Case: Head found at Montreal park belongs to victim Jun Lin, police say - CBS News

 

Ο Magnotta υπό το πρίσμα της ψυχιατρικής επιστήμης είναι άλλο ένα παράδειγμα της τοξικής αρρενωπότητας. Ένα προϊόν της πατριαρχικής κοινωνίας που επιβάλλει στους άντρες να υιοθετήσουν αυτή την κλασσική εικόνα του «ματσο» άντρα. Να είναι δυνατοί, σκληροί και αρχηγοί. Να επιβάλλονται, να έχουν τον έλεγχο και την εξουσία. Αυτό ακριβώς επεδίωξε να προβάλλει και ο Magnotta. Σκοτώνοντας τον Jun Lin και καταγράφοντας τη στιγμή της δολοφονίας, είχε στο νου του πως απέδειξε το ποιος είναι ο ισχυρός. Ποιος είναι ο κυρίαρχος. Ποιος είναι ο πραγματικός άντρας. Έδειξε ότι είχε τη δύναμη να επιβληθεί. Είχε τον έλεγχο και την επιλογή. Είχε την επιλογή να αφαιρέσει τη ζωή του Jun Lin ή να του επιτρέψει να ζήσει. Ήταν στο χέρι του. Και επέλεξε το πρώτο. Για να αποδείξει την υπεροχή του ως κυρίαρχο αρσενικό. Να την αποδείξει όμως όχι στο θύμα του. Όχι στην αστυνομία και σε όσους εργάστηκαν πάνω στην υπόθεσή του. Να την αποδείξει σε όλους. Να τον δει όσος περισσότερος κόσμος γίνεται.

Όλα αυτά φυσικά δεν αποδείχθηκαν παρά μόνο στο αρρωστημένο και διαταραγμένο μυαλό του. Γιατί για κάθε άλλο σώφρων και νοήμων άνθρωπο ό,τι συνέβη δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία απόδειξη του τι είναι ικανό να διαπράξει ένα άτομο που έχει δεχθεί λανθασμένες επιρροές και έχει ανατραφεί και γαλουχηθεί με προβληματικά κοινωνικά πρότυπα. Ένας άνθρωπος για τον οποίον η αξία του αρχίζει και τελειώνει με την προσοχή των άλλων, που τροφοδοτείται και συντηρείται όσο υπάρχει «κοινό» να τον παρατηρεί, και που ισούται με τον αριθμό των ματιών που στέκονται πάνω του.

Διότι ο Magnotta και ο κάθε Magnotta δεν ήταν κυρίαρχος και ισχυρός. Ήταν στην πραγματικότητα ένας χαρακτήρας αδύναμος και ανασφαλής και έτσι άλλωστε δικαιολογείται το γεγονός πως αναζητούσε και επεδίωκε απελπισμένα την προβολή και την επιβεβαίωση. Δεν ήταν alpha male, ούτε «άντρας», ούτε γνήσιο αρσενικό ή οτιδήποτε τέτοιο. Διότι μετά την πράξη του αυτή, με την ίδια ευκολία που αφαίρεσε εκείνος τη ζωή ενός ανθρώπου, το ορθότερο θα ήταν να αφαιρεθεί από κάθε αναφορά σε εκείνον οποιοσδήποτε προσδιορισμός που προσιδιάζει σε άνθρωπο. Διότι  ένας άντρας αν μη τι άλλο είναι αναμφίβολα άνθρωπος. Και ο Magnotta (και ο κάθε Magnotta) σίγουρα δεν είχε μέσα του τίποτα το ανθρώπινο.

Συντάκτης: Παναγιώτα Παπακωνσταντίνου