Η βαρεμάρα γενικά έχει πολύ κακό όνομα στην πιάτσα. Ο άνθρωπος που βαριέται, υποτίθεται ότι δεν είναι καθόλου δραστήριος, δεν ενδιαφέρεται για την εξέλιξη, να δώσει το κάτι παραπάνω, λειτουργεί διεκπεραιωτικά και μίζερα. Το νόμισμα όμως έχει πάντα δύο όψεις και τα πράγματα ίσως να μην είναι έτσι ακριβώς. Κι αυτό γιατί η βαρεμάρα μπορεί να μην είναι γενικευμένη, αλλά να καλύπτει ορισμένους πολύ συγκεκριμένους τομείς. Μεταξύ μας μιλάμε τώρα, ποτέ δεν υπήρξαν στιγμές που βαρεθήκατε απίστευτα να ολοκληρώσετε μια εργασία ή μια υποχρέωση ή μια αγγαρεία που σας φορτώθηκε ή απλώς δεν μπορούσατε να αποφύγετε; Μερικοί άνθρωποι απλώς βαριούνται περισσότερα πράγματα απ’ το μέσο όρο.

Μην τους μπερδεύουμε με τους φυγόπονους ή τους τεμπέληδες. Ο τεμπέλης βαριέται και την ύπαρξή του την ίδια, βαριέται να δουλέψει, να κάνει μερικά χιλιόμετρα παραπάνω για να δει ένα καινούριο μέρος, δε θα σε εξυπηρετήσει ποτέ, βαριέται το διάβασμα, το περπάτημα και να ξύσει λίγο παραπάνω από την επιφάνεια. Ο φυγόπονος, πάλι, προσπαθεί να αποποιηθεί των ευθυνών του, δε θα μπει ποτέ μπροστά για να σώσει την κατάσταση, δε θα αναλάβει λίγη δουλειά παραπάνω όταν το απαιτεί η περίσταση και οι προθεσμίες, δεν αγαπά τις ξεκάθαρες κουβέντες και τις συζητήσεις που ενδεχομένως θα τον ζορίσουν και η λίστα συνεχίζεται και για τους δύο εις το διηνεκές.

Εκείνος που βαριέται (θα έλεγα «ο βαρεμένος», αλλά παραπέμπει εντελώς αλλού) μπορεί να βαριανασαίνει και να σιχτιρίζει την τύχη του για όλα τα παραπάνω, αλλά δε θα τα αποφύγει. Αντίθετα, θα προσπαθήσει να τα φέρει εις πέρας όσο το δυνατόν συντομότερα και ολοκληρωμένα, αφενός για να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα, αφετέρου για να μη χρειαστεί να ξανασχοληθεί με αυτά. Βαριέται να ασχοληθεί με οτιδήποτε δεν άπτεται των ενδιαφερόντων του, οτιδήποτε δεν του προσφέρει ευχαρίστηση ή του τρώει πολύτιμο χρόνο που θα αξιοποιούσε διαφορετικά, αλλά δε θα σφυρίξει αδιάφορα, ούτε θα υποσχεθεί κάτι που δε θα πραγματοποιήσει ποτέ. Δε θα σε αφήσει ξεκρέμαστο. Γίνεται απίστευτα εφευρετικός, σκαρφίζεται νέους τρόπους για να τελειώνει η δουλειά μια ώρα αρχύτερα, έχει ταλέντο στο να βρίσκει νέες διαδρομές με λιγότερη κίνηση, να εντοπίζει τα καλύτερα προγράμματα που μετατρέπουν τα pdf σε word ώστε να μην κάθεται να αντιγράφει, είναι εξπέρ στις ηλεκτρονικές αιτήσεις και αγορές, ώστε να μη στήνεται σαν τον μπούφο σε ουρές, μπορεί να πακετάρει πράγματα στο μισό χρόνο και φέρεται σαν να έχει τέσσερα χέρια, αφού έχει εξασκηθεί στο να τα χρησιμοποιεί ταυτόχρονα ώστε να χρονοτριβεί λιγότερο, ετοιμάζονται γρήγορα και ό, τι άλλο φανταστείς. Ανάλογα το τι βαριούνται, κάνε τους αντίστοιχους συνειρμούς.

Δε φημίζονται για την υπομονή τους, δεν είναι ιδιαίτερα τελειομανείς και δεν κολλάνε σε λεπτομέρειες -χωρίς να είναι και απόλυτο αυτό. Απλώς επιθυμούν να μη χάνουν τον πολύτιμο χρόνο τους με πράγματα που δεν τους ικανοποιούν ή που βαριούνται φριχτά ή που σιχαίνονται. Έτσι, αναγκαστικά, στύβουν το μυαλό τους για να ξεμπερδεύουν μια ώρα αρχύτερα. Θα συνδυάσουν τα ασυνδύαστα, είναι multitasking και σαν αποτέλεσμα γλιτώνουν κόπο, χρόνο, νεύρα και υπερωρίες. Ο λόγος τους είναι μεστός και περιεκτικός αφού, αν βαριούνται μια συζήτηση, θα φροντίσουν να είναι αρκετά σαφείς για να κλείσει το θεματάκι. Είναι σβέλτοι και συχνά βγάζουν διπλάσια δουλειά στον μισό χρόνο για να αφοσιωθούν σε κάτι διαφορετικό, πιο ενδιαφέρον. Πριν αρχίσουν οτιδήποτε το έχουν οργανώσει έτσι, ώστε να μη χάσουν κι άλλο χρόνο στο ενδιάμεσο διερωτώμενοι τι κάνουν μετά.

Και δε θα βαρεθείς ποτέ κι εσύ μαζί τους, αφού φροντίζουν και οι συναναστροφές τους να είναι εξίσου ενδιαφέρουσες. Δε θα χάσουν μέρες με βαρετούς ανθρώπους, σε βαρετές σχέσεις, δε θα σαπίζουν πάνω σε ένα καναπέ, παρεκτός κι αν το έχουν πραγματική ανάγκη, δε θα αποφύγουν την επίλυση προβλημάτων. Δεν έχουν ούτε χρόνο, ούτε διάθεση για παραπάνω βαρεμάρα. Το δικό τους «βαριέμαι» δε σημαίνει τεμπελιά, αλλά «δε με ενδιαφέρει»

Γι’ αυτό σου λέω. Η βαρεμάρα, πού και πού, είναι απίστευτα παραγωγικό και ωφέλιμο συναίσθημα. Ξεκουνάει, δίνει ιδέες, προτρέπει και δεν αναβάλει. Μια ζωή την έχουμε, απ’ όσο γνωρίζουμε. Γιατί να βαριόμαστε που βαριόμαστε και να μην περιορίσουμε απλώς το μέγεθος της βαρεμάρας;

Συντάκτης: Κατερίνα Δούκα
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.