Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ίσως ό,τι πιο περίπλοκο έχουμε να αναλύσουμε και να φέρουμε εις πέρας. Η θεωρία της σχετικότητας μοιάζει με διακεκομμένα παιδικά σχέδια μπροστά στο «τέρας» των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Δε μιλάμε αποκλειστικά για ερωτικές σχέσεις αλλά και για φιλικές, άλλες πιο στενές άλλες λιγότερο, για γονεϊκές με ισχυρούς δεσμούς και για άλλες με σχεδόν ανύπαρκτους, για επαγγελματικές που είτε είναι αρμονικές είτε τεταμένες.

Σε κάποια φάση θα υπάρξουμε οι κακοί στις εμπειρίες άλλων κι ο βαθμός που θα πληγώσουμε κάποιον ποικίλλει ανάλογα με τις συνθήκες και τα γεγονότα. Πώς θα αισθανόμασταν μετά από μία πράξη που ενδεχομένως ενόχλησε ή στεναχώρησε κάποιον άλλο; Το συναίσθημα κατόπιν εορτής είναι καθαρά υποκειμενικό και προσωπικό αλλά συνδέεται άμεσα με τη λέξη «τύψεις.» Τις νιώθουμε αυτόματα ή επειδή δεν τις νιώσαμε άμεσα κι εξαρχής έπειτα από λανθασμένους χειρισμούς στις προσωπικές μας σχέσεις; Τι ισχύει και τι δεν ισχύει όταν πρόκειται για τις περιβόητες τύψεις; Τις νιώθουμε για την πράξη αυτή καθαυτή ή για το γεγονός ότι όταν έπρεπε δεν έκαναν την εμφάνισή τους;

Πολλοί έχουμε βρεθεί σε θέση να πρέπει να διακόψουμε κάτι διότι πλέον δε μας καλύπτει, δεν το αποζητάμε με το ίδιο σθένος όπως στην αρχή ή βρέθηκε κάτι διαφορετικό που ανταποκρίνεται περισσότερο στις τρέχουσες ανάγκες μας. Όσα περιγράφω ακούγονται ωμά, σκληρά, χωρίς συναίσθημα, μπορεί ακόμα να διχάζουν αλλά όντως συμβαίνουν. Απιστίες που έρχονται και απλώς μας δείχνουν πως η σχέση ήταν τελειωμένη, παράλληλες σχέσεις ή απλές περιπέτειες αυτοεπιβεβαίωσης που μας έκαναν στην πορεία να χάσουμε τόσο τον εαυτό μας όσο και αυτούς που υποτίθεται πως αγαπούσαμε. Βέβαια αν δεν υπήρχαν κι αυτές οι εμπειρίες δε θα ήμασταν σε θέση να εκτιμήσουμε άλλα πράγματα.

Όταν διαλύεις κάτι το οποίο έχτιζες με έναν άλλο άνθρωπο με τον οποίο κάνατε κοινά όνειρα, νιώθεις ενοχές και πιστεύεις ότι έγινες ο κακός της υπόθεσης. Σκέφτεσαι πως εάν είχες κοινό να σε παρακολουθεί θα σε δίκαζαν όλοι ως άλλο λαϊκό δικαστήριο, όπως άλλωστε συνηθίζουμε να πράττουμε ως κοινωνία, καταδικάζοντας οτιδήποτε φαινομενικά δεν έτυχε σε εμάς. Οπότε τι γίνεται όταν δε νιώθεις τύψεις για την πράξη της ενδεχόμενης απιστίας, της «διάλυσης» ή της «προδοσίας;» Νιώθεις τύψεις για το γεγονός ότι δεν ένιωσες τύψεις για αυτό που έκανες. Πόσο περίπλοκο όλο αυτό και πώς μπορεί να εξηγηθεί;

Ίσως βαθιά μέσα σου νιώθεις πως έπραξες σωστά. Πως ήταν μια κατάσταση δυσλειτουργική που απλώς διαιωνιζόταν όσο εσύ ανέβαλλες να πάρεις αποφάσεις. Ακούγεται άσχημο για πολλούς αλλά έτσι έχουν τα πράγματα. Όταν πια δε νιώθεις όπως ένιωθες για οποιοδήποτε λόγο, το μυαλό πρέπει να υπερτερήσει έναντι της καρδιάς και απλώς να προχωρήσεις. Μπορεί αυτό να κακοκαρδίσει τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου αλλά θα βάλει τα πράγματα σε τάξη και θα σου εξοικονομήσει χρόνο, αφού κάτι το οποίο «ξεφούσκωσε» είναι θέμα χρόνου να λήξει.

Πόσο περίεργο είναι να νιώθεις άσχημα επειδή δεν ένιωσες αυτά που οι άγραφοι κανόνες επιβάλλουν, επειδή δεν ήρθες σε δύσκολη θέση και οι τύψεις δεν έκαναν την εμφάνισή τους, ενώ σε αντίστοιχη περίπτωση άλλοι δε θα μπορούσαν να κλείσουν μάτι απ’ αυτές. Κι όμως δε χρειάζονται τύψεις επειδή δεν ένιωσες τύψεις! Μάλιστα το ότι δεν είχες τύψεις μπορεί να δείχνει πως τελικά αυτό που έκανες ήταν για σένα το σωστό, ακόμα κι αν σε κάποιους άλλους δεν ήταν αρεστό.

Συντάκτης: Γιώργος Γκαρακλίδης
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.