«Αν ήμουνα εγώ θα το ξεχνούσα», «αν ήμουνα στη θέση σου εγώ δε θα ‘παιρνα τηλέφωνο», «εγώ θα προχωρούσα». Θα ‘κανα έτσι, θα ‘κανα αλλιώς. Πρώτο πρόσωπο ενικού, «εγώ», «εγώ», «εγώ». Αν ήσουνα εγώ, μα έλα που δεν είσαι! Πόσες φορές ήρθαν άνθρωποι που αγαπάς και με απελπισία στο βλέμμα σε ρώτησαν «τι θα ‘κανες εσύ στη θέση μου;» Πόσες φορές είτε υποκινούμενος από αυτή τους την ερώτηση, είτε απλά παρασυρόμενος από την ασφάλεια της σιγουριάς σου και την απουσία οποιασδήποτε συναισθηματικής ανάμειξης, άρθρωσες τη φράση που δεν έπρεπε με τίποτα να πεις: «Αν ήμουνα στη θέση σου».

Τώρα θα μου πεις, και τι να απαντήσω σε έναν άνθρωπό μου που ‘ρχεται σε μένα απελπισμένος, ψάχνοντας λύσεις στους προβληματισμούς και στα διλήμματά του; Που με ρωτάει γιατί μετράει τη γνώμη μου και βασίζεται πάνω σ’ αυτή; Ακριβώς όμως επειδή τη μετράει, εσύ μέτρα τα λόγια σου. Όσο κι αν προσπαθείς να μπεις στη θέση εκείνου του ανθρώπου, γιατί τον νοιάζεσαι και τον αγαπάς και θέλεις να του δώσεις την πιο βάσιμη συμβουλή, μην ξεχνάς το πιο βασικό: Δεν είσαι και ποτέ δε θα είσαι αυτός. Μπορείς να υποθέσεις, να φανταστείς, να υπολογίσεις. Όμως ποτέ δε θα γίνεις ο ίδιος εκείνος άνθρωπος, με τα ίδια συναισθήματα τη δεδομένη στιγμή, τον ίδιο τρόπο σκέψης και την ίδια προσωπικότητα.

Είναι δύσκολο, το ξέρω. Μάθαμε όλοι να είμαστε ειδικοί συμβουλάτορες, να λέμε με σιγουριά στον άλλο τι να κάνει ή τι θα έπρεπε να είχε κάνει. Είναι στη φύση του ανθρώπου να επιδεικνύει τις γνώσεις του, τον ωραίο του λόγο και τα επιχειρήματά του. Είναι στη φύση του για τους άλλους να είναι πάντα ο καλύτερος ψυχολόγος. Ο ειδικός.  Δεν είναι κακό, έτσι προάγονται οι σχέσεις, οι ουσιαστικές επαφές μεταξύ των ανθρώπων, εκφράζοντας συναισθήματα, δίνοντας συμβουλές, χρησιμοποιώντας την ενσυναίσθηση. Μόνο που συνήθως, ο συναισθηματικά εμπλεκόμενος, δεν καταλαβαίνει από επιχειρήματα, από λογική και στοιχεία. Οδηγείται από το ένστικτο και απλώς ψάχνει κάποιον να του πει πως κάνει το σωστό, να γίνει συνοδοιπόρος του σε ένα ταξίδι αβέβαιο, γεμάτο ανασφάλειες και ερωτηματικά. Όλοι θέλουμε να είμαστε δίπλα σ’ αυτούς που αγαπάμε, να βρίσκουμε μαζί τις καλύτερες δυνατές λύσεις σε ό,τι μας προβληματίζει. Ειδικά γιατί γνωρίζουμε πως πολλές φορές βασίζονται πάνω μας.

Η μαγκιά όμως κρύβεται στην ισορροπία λογικής και συναισθήματος. Ναι, ακόμα και σε μια τέτοια επαφή, σε μια τέτοια περίπτωση. Το πάθος και η επιθυμία να βοηθήσεις το άτομο αυτό είναι που σε κάνουν να παρουσιάζεσαι σίγουρος για το τι θα έκανες εσύ στη θέση του. Να κάνεις τις υποθέσεις σου για το ποια απόφαση θα έπαιρνες και τι δρόμο θα τραβούσες, να φαντάζουν βεβαιότητες. Κι ο άλλος άνθρωπος, όντας ευάλωτος τη δεδομένη στιγμή που ζητά τη δική σου συμβουλή, ακολουθεί πολλές φορές το δικό σου δρόμο αντί για το δικό του, γιατί σε εμπιστεύεται. Λάθος, μεγάλο λάθος. Λάθος γιατί αυτός δεν ξέρει τι να κάνει κι εσύ δεν ξέρεις τι πραγματικά θα έκανες στην ουσία. Κι ακόμα κι αν έκανες αυτό που λες, ίσως να ήταν το σωστό για σένα. Όμως μην ξεχνάς, το επίκεντρο εδώ δεν είσαι εσύ.

Είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε την υγιή συμβουλή από την προκατειλημμένη. Είναι περίπλοκο να κάνουμε ένα βήμα πίσω όταν ο άνθρωπος που σημαίνει τόσα πολλά για μας, ζητάει απεγνωσμένα μια γνώμη για να πιαστεί. Όχι, δε θα αποφύγεις να τον συμβουλεύσεις, να τον βοηθήσεις, να είσαι δίπλα του. Οι απολυτότητες είναι που πρέπει να αποφεύγονται. Και η χρήση του πρώτου ενικού όταν μιλάμε για το δεύτερο ή το τρίτο. Σκέψου τι θα έκανε αυτός, τι θα ήθελε εκείνος ο άνθρωπος κι όσο μπορείς, να κρίνεις τι θα τον έκανε εκείνον προσωπικά να νιώσει καλύτερα. Το τι θα έκανες εσύ, είναι τουλάχιστον άσχετο και αχρείαστο στην προκειμένη περίπτωση.

Δεν είσαι άλλος και ούτε πρόκειται να γίνεις. Πες το όσες φορές χρειάζεται για να το εμπεδώσεις. Δεν είναι η δική σου η ζωή που είναι σε διαπραγμάτευση. Ακούγεται τραβηγμένο, υπερβολικό, όμως ξεκινώντας από τις πιο μικρές αποφάσεις ο καθένας μας διαμορφώνει μια πορεία. Χάραξε εσύ τη δική σου κι άσε τον άνθρωπο που έρχεται σε ‘σένα να ‘χει τη δική του μοναδική διαδρομή. Μπορεί να έχεις δίκιο, μπορεί το τι θα έκανες εσύ να φαντάζει σωστό, λογικό. Επίτρεψέ του όμως να κάνει λάθος, φτάνει να είναι ένα λάθος δικό του, να του ανήκει.

Την επόμενη φορά, λοιπόν, που στην πόρτα σου θα βρεθεί ένας φίλος, ένας συγγενής, ένας άνθρωπος της καρδιάς σου, έχοντας εκείνο το βλέμμα στα μάτια του, που θα σε ρωτήσει «Εσύ τι θα έκανες αν ήσουνα στη θέση μου;», κάθισε και σκέψου δυο φορές πριν μιλήσεις. Εξήγησε στον άνθρωπο αυτό, ως τρίτος και πιο αντικειμενικός θεατής, τις προοπτικές των διαθέσιμων επιλογών του χωρίς να τείνεις σε κάποια συγκεκριμένη. Πες του τη γνώμη σου, απόφυγε όμως να του πεις «κάνε αυτό».  Δείξ’ του πως, ό,τι κι αν επιλέξει στο τέλος, εσύ δίπλα του θα είσαι έτσι κι αλλιώς και κάν’ τον να νιώσει σίγουρος για ό,τι κι αν αποφασίσει να κάνει ο ίδιος. Γιατί αυτός είναι που βρίσκεται στη συγκεκριμένη θέση.

Συντάκτης: Άνδρη Χριστοφή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου