Ταμπέλες κι επικεφαλίδες, ονομασίες που δίνονται προς εξασφάλιση μιας κάποιου είδους επιβεβαίωσης. Αίσθησης κατάκτησης, αν θες. Ότι εκείνος ο άνθρωπος είναι ο «δικός σου» και μ’ έναν τρόπο τον έχεις κατοχυρώσει. Βαφτίζοντας τις συναναστροφές ως «fling», «ξεπέτες», «σχεδόν σχέσεις», «εντελώς σχέσεις», «σοβαρές σχέσεις». Η λέξη «σοβαρή», πιστεύω θα συμφωνήσεις πως προσδίδει κάποιου είδους μονιμότητα. Μια λέξη που για να τολμήσεις να την ξεστομίσεις, ξέρεις πως ο άλλος άνθρωπος δε θα το βάλει στα πόδια, δε θα τρομάξει, θα συμφωνήσει με την επικόλληση αυτού του επιθέτου δίπλα στη σχέση σας. Θα πρέπει να έχει περάσει στο πλάι σου ένα Α χρονικό διάστημα. Η ερώτηση παρ’ όλ’ αυτά είναι πόσο διαρκεί και μέχρι ποιο γράμμα πρέπει να φτάσετε για να καρφώσετε σε γερά θεμέλια τη δικιά σας ταμπέλα.

Ίσως να ‘σαι κι εσύ απ’ αυτούς που θα ενστερνιστούν την άποψη πως για να βεβαιωθείς πως αυτή η σχέση είναι σοβαρή, θα πρέπει απαραιτήτως να περάσει κάποιος καιρός, να ζήσεις με τον άνθρωπο εκείνο. Να μάθεις τις ιδιοτροπίες του κι αυτός τις δικές σου. Να τις αγαπήσεις και να αγαπηθείς. Να δεις μια καθημερινότητα πέρα απ’ τη σπίθα και τις καρδούλες που πετάγονται απ’ τα μάτια σου το πρώτο διάστημα. Να καταλάβεις και να βεβαιωθείς τέλος πάντων πως το άτομο αυτό με το οποίο έχεις καταλήξει σ’ αυτό το «διακανονισμό» σχέσης, μπορεί να φέρει στους ώμους του και τη σοβαρότητα αυτής. Γιατί είναι άλλο να λες ότι βγαίνεις με κάποιον άνθρωπο, άλλο ότι είστε μαζί κι άλλο πως το πάτε σοβαρά. Ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει αυτό για τον κάθε ένα διαφορετικό άνθρωπο και το πώς αντιλαμβάνεται ένα τέτοιο κόνσεπτ.

Δε σε αδικώ, όλοι μας χαρακτηριζόμαστε από ανασφάλειες, φοβίες και σίγουρα κάποια στάνταρ που απαιτούμε –κι όχι αδίκως– να πληροί το δικό μας το ταίρι. Όχι επειδή είμαστε ιδιότροποι, ούτε καβαλημένοι. Απλώς να, δεν ταιριάζουμε όλοι με όλους. Οπότε για να βεβαιωθούμε πως ταιριάζουμε με το εκάστοτε ταίρι σε ένα ικανοποιητικό ποσοστό, πρέπει αυτό το συμπέρασμα να βγει μέσα από δοκιμασίες, εμπειρίες και πολλές φορές, δυσκολίες. Όχι, δεν πρόκειται να βάλει κανείς τη σχέση του να περάσει μέσα από φωτιές και κύματα για να καταλήξει εάν μπορεί να καταστεί αντάξιος σημαιοφόρος της προαναφερθείσας ταμπέλας. Όμως ούτε και μπορεί μέσα απ’ την πρώτη γνωριμία και τα μέλια της αρχής να κατασταλάξει και να πει με σιγουριά πως ναι, «αυτό» που έχουμε μ’ αυτό τον άνθρωπο είναι μέχρι εκεί ή πάει και πιο πέρα.

Απ’ την άλλη όμως, ίσως η ίδια η χρήση της λέξης να ‘χει λίγο παρεξηγηθεί. Ίσως να φαντάζει τόσο μεγάλη και μακρινή. Ίσως πάλι να ζούμε σε μια εποχή όπου υπάρχει η ανάγκη να ξεκαθαρίζουμε πότε έχουμε σοβαρές προθέσεις και πότε όχι. Κι αυτό πιθανό να μην ισχύει μόνο στον σχεσιακό τομέα αλλά και σε άλλους. Έτσι λοιπόν παρασυρόμενοι από την ανάγκη μας να δηλώσουμε ή αντιστοίχως ν’ ακούσουμε εκείνη τη λέξη, της έχουμε αφιερώσει μια θέση τόσο ψηλά και μακριά, που μερικές φορές θεωρούμε πως καταλήγει να είναι άπιαστη. Στην τελική όμως, πόσο απέχει μια φρέσκα σχέση η οποία χαρακτηρίζεται από αποκλειστικότητα κι αλληλοσεβασμό, από μια άλλη μακροχρόνια που ίσως να την περιγράφουν αντίστοιχες αξίες;

Ακόμα λοιπόν κι αν έχεις καταλήξει πως έχεις πατήσει το πόδι σου μέσα στο μαγικό κόσμο της σχέσης προσφάτως κι αν βρίσκεσαι ακόμη στα ρηχά, αυτό δε σημαίνει πάντοτε πως αυτή σου η σχέση στερείται του δικαιώματος να χαρακτηριστεί ως «σοβαρή». Αυτός ο προσδιορισμός συνήθως περιγράφει εκείνη τη συναναστροφή με τον άνθρωπό σου όπου ερωτικά υπάρχεις εσύ μόνο γι’ αυτόν κι αυτός μόνο για σένα. Όπου κατέχετε κι οι δυο σας από μια σημαντική κι ίσως μοναδική θέση στην καρδιά και το μυαλό του άλλου ατόμου. Εφόσον έφτασες μέχρι εκείνο το σημείο της απόφασης δήλωσης σχέσης, μέσα σε μια πραγματικότητα όπου οι άνθρωποι λίγο δυσκολευόμαστε ν’ αφεθούμε και να δημιουργήσουμε κάθε λογής δεσμούς, τότε αυτό δεν υστερεί σε σοβαρότητα συγκριτικά με άλλες διαρκείας.

Η παγίδα ίσως κρύβεται στην ίδια την προσπάθεια βαφτίσματος αυτής της κατάστασης. Στην ανάγκη να ονομάσεις κάπως αυτό το πράγμα γιατί αλλιώς θα σε ρωτάει ο εαυτός και ο περίγυρός σου. Θα πρέπει ν’ απαντήσεις κι επίσης οι απαντήσεις σου να είναι ικανοποιητικές κι εμπεριστατωμένες. Να καλύψουν κάθε είδους απορία που πιθανόν προκύπτει. Οπότε καταλήγω κι ίσως συμφωνήσεις, πως δεν είναι αυτοσκοπός η προσδοκία σοβαρότητας στη σχέση. Η κάθε σχέση θα πρέπει να ‘ναι σοβαρή κι αστεία, μονότονη και μοναδική, συνηθισμένη και περίεργη. Όλοι οι χαρακτηρισμοί μπορούν να χωρέσουν, φτάνει αυτοί οι οποίοι τη ζουν να έχουν διαλέξει τις έννοιες, τα συναισθήματα και τις υποστάσεις.

 

Συντάκτης: Άνδρη Χριστοφή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου