«H οικογένεια είναι το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο» είπε η πριγκίπισσα Diana, μια από τις πιο αγαπητές μητρικές φιγούρες και προσωπικότητες όλων των εποχών. Είναι γεγονός, πως η μορφή και η σύσταση της οικογένειας έχει αλλάξει κατά πολύ τις τελευταίες δεκαετίες. Όλο και περισσότερα παντρεμένα ζευγάρια επιλέγουν τη διέξοδο του διαζυγίου, χωρίς αυτό να συνεπάγεται πως δεν μπορούν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους -γιατί όχι- και την οικογένειά τους. Τα παιδιά ως συνήθως επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος αυτών των αλλαγών, καθώς ο κόσμος τους όλος κλονίζεται και καλούνται να προσαρμοστούν σε προσθαφαιρέσεις ατόμων στο σπίτι, κι όχι μόνο.

Επιστημονικά άρθρα αναφέρουν τις ανησυχίες ενός παιδιού σχολικής ηλικίας, όταν κάποιος από τους γονείς του ξαναπαντρεύεται. Μ’ ένα δεύτερο γάμο να πραγματοποιείται, το παιδί χάνει ό, τι ελπίδες είχε για επανένωση των γονέων του και συνειδητοποιεί πως η αρχική του οικογένεια δεν πρόκειται ποτέ ξανά να υπάρξει κάτω από την ίδια στέγη. Ακόμα ένα μεγάλο κεφάλαιο, είναι τα πρωτόγνωρα συναισθήματα που βιώνει το παιδί. Για παράδειγμα, πιθανόν να αισθάνεται τύψεις πως, αν δείξει αγάπη στον θετό γονέα, αυτομάτως «προδίδει» ή ρισκάρει να χάσει την αγάπη του βιολογικού γονέα.

Το παιδί αρχικά θα νιώσει άβολα στην ιδέα ύπαρξης δύο μητέρων ή δύο πατεράδων κι αναμενόμενο είναι το φαινόμενο να συγκρίνει συνεχώς το «νέο πρόσωπο» (βλέπε θετό γονέα), με τον βιολογικό γονέα. Μέσα στις ανησυχίες του παιδιού είναι και οι νέοι κανόνες που θα ισχύουν πλέον στο σπίτι. Στην οικογένεια προστίθεται δεύτερο άτομο στο γονεϊκό ρόλο, ίσως και με δικά του παιδιά, που σημαίνει νέα ρουτίνα, νέες ευθύνες δουλειές του σπιτιού και πιθανή δυσκολία του παιδιού στην εξεύρεση του δικού του, ιδιωτικού χώρου.

Ευτυχώς, με τις αλλαγές, έρχονται και νέες ελπίδες! Ελπίδα για αρμονική συμβίωση στο σπίτι με τον θετό γονέα και τα παιδιά του και την ανάπτυξη καλών σχέσεων μαζί τους. Το παιδί χρειάζεται χρόνο για να γνωρίσει καλύτερα και να νιώσει άνετα με τους θετούς γονείς. Τα στοιχεία των ερευνών δείχνουν πως τα νεαρά σε ηλικία παιδιά, αναπτύσσουν γρηγορότερα καλές σχέσεις με τους θετούς γονείς, ενώ όσο μπαίνουν στην εφηβεία δυσκολεύονται περισσότερο ν’ αλλάξουν τον μέχρι τώρα τρόπο ζωής τους.

Συγκεκριμένα, ερευνητές του University College London (UCL), με επικεφαλής την καθηγήτρια Έλμα Φιτζίμονς διαπίστωσαν ότι τα παιδιά 7 έως 14 ετών που βιώνουν τη διάλυση του γάμου των γονιών τους, έχουν αύξηση στα συμπτώματα άγχους και μελαγχολίας, καθώς και στις διαταραχές συμπεριφοράς. Τα νεαρότερα παιδιά, 3 έως 7 ετών έχουν πολύ μειωμένες πιθανότητες να αναπτύξουν τέτοια προβλήματα. Οι ερευνητές συμπέραναν πως ο χωρισμός των γονέων και η διάσπαση της οικογένειας είναι κρίσιμη για τον ψυχισμό των εφήβων, όταν συμβαίνει αργά στην παιδική ηλικία, όχι όμως όταν συμβαίνει νωρίς.

Σε περιπτώσεις όπου οι γονείς ξαναπαντρεύονται και κάνουν άλλη οικογένεια, ένα ποσοστό των παιδιών, με το πέρασμα του χρόνου, προσαρμόζεται αρκετά καλά στις νέες οικογενειακές συνθήκες, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Συναντάμε, όμως και τη μερίδα παιδιών που νιώθουν ότι δεν ανήκουν σε καμιά οικογένεια κι είναι εντελώς αποπροσανατολισμένα, καθώς βλέπουν τον γονέα τους να ξεκινά μια νέα οικογένεια και νιώθουν παραπάνω σαν «ένας ξένος».

Κάθε παιδί, αξίζει και θα πρέπει να αισθάνεται πως έχει τη δική του ταυτότητα και πως ανήκει κάπου· σε μια οικογένεια, σε μια ομάδα με κοινά ενδιαφέροντα, στην κοινότητα την οποία μεγαλώνει. Η έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για σύνδεση είναι βαθιά ριζωμένη στη βιολογία μας. Το αίσθημα του «ανήκειν» ξεκινά πριν από τη γέννηση, μέσω της σύνδεσης που εμφανίζεται μεταξύ της μητέρας και του εμβρύου. Κάνοντας τα παιδιά να αισθάνονται ότι ανήκουν κάπου, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής τους, είναι ο πιο προνοητικός τρόπος για μια θετική και υγιή μετάβαση στην ενηλικίωση, αναφέρει η Dr. Kelly-Ann Allen στην Psychology Today. Αν το παιδί νιώθει πως δεν ανήκει στην ίδια του την οικογένεια, πώς αναμένεται από αυτό να ενσωματωθεί σε άλλες κοινωνικές ομάδες όταν μεγαλώσει;

Παιδίατροι και ψυχολόγοι δίνουν λύσεις με απλές συμβουλές στους γονείς που δημιουργούν δύο οικογένειες. Οι γονείς πρωτίστως θα πρέπει να δείξουν κατανόηση στα παιδιά που ίσως να μην έχουν ακόμη αποδεχθεί το χωρισμό των βιολογικών γονέων και να τους δώσουν χρόνο να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση. Είναι απαραίτητο να δημιουργήσουν μια ομαλή «περίοδο προσαρμογής» όταν τα παιδιά τους καλούνται να ζήσουν κάτω από την ίδια στέγη με τον θετό γονέα ή/και τα παιδιά του. Τα παιδιά χρειάζονται περισσότερο χρόνο από τους ενήλικες για να συνηθίσουν ένα νέο τρόπο ζωής. Δεν θα πρέπει κανένας γονέας να βάζει τα παιδιά σε δίλημμα επιλογής μεταξύ θετού και βιολογικού γονέα καθώς η πράξη τους αυτή επιβάλλει τρομερό συναισθηματικό στρες στα παιδιά.

Οι πιο πάνω χειρισμοί απαιτούν ειλικρίνεια από μέρους των γονέων, αποφασιστικότητα και σταθερότητα. Θα πρέπει να προσθέσουν ευαισθησία αλλά και καλή θέληση για την καλύτερη δυνατή εξέλιξη της νέας οικογένειας που θα δημιουργήσουν. Κάθε άνθρωπος δικαιούται μια νέα ευκαιρία για να ευτυχίσει στη ζωή του. Στο κομμάτι της οικογενειακής ευτυχίας, οι γονείς καλούνται να προσθέσουν και τα παιδιά τους και να τ’ αγκαλιάσουν με αγάπη σ’ αυτό το μεταβατικό στάδιο της ζωής τους. Κάθε παιδί ανήκει κάπου, με πρώτη και καλύτερη τη θαλπωρή της οικογένειάς του, είτε πρόκειται για μία είτε πρόκειται για δύο!

Συντάκτης: Μαρία Χρίστου-Πιερίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου