Εκείνες τις φορές που οι λέξεις μοιάζουν πολύ φτωχές για να εκφράσουν όσα πρέπει να λεχθούν, απλά κοιταζόμαστε. Δεν ξέρω πώς γίνεται, μα τα βλέμματά μας αποτελούν την καταλληλότερη οδό για να ταξιδέψουν όσα θέλουμε να μοιραστούμε. Λες και μπορώ να τρυπήσω το πρόσωπό σου και να δω όλα όσα σκέφτεσαι. Όλα όσα θέλεις να πεις και δεν τολμάς. Ή δεν ξέρεις πώς να τα πεις. Ή δε θα ‘πρεπε να τα πες.

Κοιταζόμαστε στην παρέα και με το βλέμμα σού λέω πόσο θα ‘θελα να εξαφανιστούν όλοι και να μείνουμε οι δυο μας. Προσπαθώ να μην ανοιγοκλείνω τα μάτια, αλλά δεν το καταφέρνω. Το καταλαβαίνεις και χαμογελάς δαγκώνοντας τα χείλη. Θέλω να πούμε πράγματα που αφορούν μόνο εμάς, να γελάσουμε μαζί, να σε πειράζω. Με κοιτάς έντονα για λίγο κι ευθύς στρέφεις το βλέμμα αλλού. Ντρέπεσαι να μη δω τι σκέφτηκες.

Κάποτε μου ‘ναι αδύνατο να βάλω τα συναισθήματά μου σε λέξεις. Δεν μπορώ να συντάξω τις προτάσεις, ο λόγος μου δε θα ‘χει συνέχεια και σίγουρα δε θα βγαίνει κανένα νόημα. Γι’ αυτό σωπαίνω και στέκω μόνο να σε κοιτάω. Παρατηρώ το σχήμα των ματιών σου, το χρώμα και με το βλέμμα, σου λέω πόσο πολύ δε θέλω να φύγεις. Μ’ ακούς, έτσι δεν είναι; Το καταλαβαίνεις απ’ τα μάτια μου.

Με πνίγει η φυγή σου αλλά δε θέλω να το ομολογήσω. Διαβάζω στην έκφρασή σου την αγωνία για το τι θα γίνει όταν φύγεις. Σχηματίζονται στο βλέμμα σου ο φόβος κι η λύπη ταυτόχρονα. Με τα χείλη δε θα πούμε τίποτα, το ξέρω, μα οι σιωπές μας δηλώνουν όλα αυτά που μας πνίγουν. Προσπαθώ να σε καθησυχάσω πως όλα θα πάνε καλά, πως τίποτα δε θα αλλάξει, αλλά έτσι όπως χάνομαι στο βλέμμα σου, δεν μπορώ παρά να νιώσω πως ούτε εσύ θέλεις να φύγεις.

Τελικά, περισσότερα μπορώ να εκφράσω με τη σιωπή παρά με τα λόγια. Περισσότερα μπορώ να σου μαρτυρήσω με το βλέμμα παρά με τα χείλη. Σαν να γίνονται οι σκέψεις εικόνες που προβάλλονται μόνο για ‘σένα. Σαν να συνδέονται όλα όσα νιώθω σε μια αόρατη κλωστή που καταλήγει σε ‘σένα.

Πώς αλλιώς να σου πω «Παράτα τα όλα κι έλα κοντά μου»; Δε λέγονται αυτά, όσο κι αν θέλω να το φωνάξω. Διακυβεύονται τόσα πολλά και κινδυνεύουν τόσες καταστάσεις που όμορφα τις έχεις στρώσει, που ποτέ δε θα σου ζητούσα να διαλύσεις τα πάντα για να ‘σαι μαζί μου. Μπορώ, όμως, να σε κοιτάζω. Μπορώ να σε χαζεύω με τις ώρες και με τα μάτια να σου λέω όλα όσα απαγορεύεται ν’ ακούσεις.

Διαμαρτύρεσαι καμιά φορά, γιατί στρέφω το βλέμμα αλλού καθώς μιλάμε. Μάντεψε! Φοβάμαι, είναι απλό. Φοβάμαι μήπως αντικρίσεις την ένταση όλων αυτών που αισθάνομαι για ‘σένα, τρομάζω μήπως καταλάβεις όλα εκείνα που θα ‘θελα να ζήσουμε παρέα, δειλιάζω στη σκέψη του να μάθεις όσα ονειρεύτηκα για μας. Για εκείνη την ευκαιρία που δεν είχαμε ποτέ.

Αν καμιά φορά διακρίνεις στο βλέμμα μου θυμό, να ξέρεις ότι είναι ειλικρινής, αυθεντικός. Διερωτάσαι γιατί; Γιατί όλα αυτά που σου λέω κοιτώντας σε, κάποια μέρα θα με πνίξουν, θ’ ανέβουν μέχρι πάνω στον λαιμό και θα φράξουν την αναπνοή μου. Αυτό με κάνει να θυμώνω, γιατί οι σκέψεις δε γίνονται πράξεις άμα ζωγραφίζονται μόνο στο βλέμμα. Τα συναισθήματα δεν ενώνουν τα σώματα, αν δεν εκφραστούν, κι οι απορίες παραμένουν άλυτες, ντυμένες με αμφιβολία κι ανασφάλεια, σε κάθε κλείσιμο των βλεφάρων.

Θα συνεχίσω να σου λέω όσα κρύβω απλά κοιτάζοντάς σε. Ξέρω, θα καταλάβεις. Ευτυχώς, δηλαδή, γιατί τις περισσότερες φορές όλα εκείνα που διαβάζεις στο βλέμμα μου, δεν τα παραδέχομαι ούτε στον ίδιο μου τον εαυτό.

 

Συντάκτης: Μαριάννα Φλώρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη