Φαινόταν απ’ την αρχή ότι θα ήταν μία σχέση με δυσκολίες. Τι δυσκολίες δηλαδή, εμπόδια ολόκληρα. Έπρεπε να κρύβεστε για να συναντηθείτε, να προσέχετε μη σας πάρει κανένα μάτι. Σαν ήρωες από ταινία του σινεμά πηγαίνατε στην ίδια καφετέρια για να καθίσετε χωριστά –ο ένας με μια εφημερίδα, η άλλη μ’ ένα περιοδικό– μόνο και μόνο για να ‘στε στον ίδιο χώρο. Ακόμα και σε μαγαζιά για ψώνια κανονίζατε να πάτε την ίδια ώρα για να βλέπεστε έστω από μακριά.

Είχες ακούσει ότι οι μυστικές σχέσεις ιντριγκάρουν, διατηρούν τη φλόγα αναλλοίωτη και το πάθος άσβεστο, οι πεταλούδες στο στομάχι παραμένουν ζωντανές και το χτυποκάρδι εμφανίζεται κάθε φορά που βλέπετε ο ένας τον άλλο. Όμως εσύ ήξερες ότι το δέσιμο αυτής της σχέσης δε στηριζόταν στη μυστικότητά της, αλλά σ’ εκείνο που βίωνες κάθε φορά που συναντιόσασταν. Οι συζητήσεις που κάνατε, τα πειράγματα, τα αστεία, οι ζεστές αγκαλιές, η αίσθηση ότι ήσασταν μαζί ενάντια σ’ έναν κόσμο που το απαγόρευε.

Ώσπου ήρθε η μέρα της αποκάλυψης. Η μέρα που το μυστικό μαθεύτηκε παντού, που εξαπλώθηκε σαν φωτιά σε αγριόχορτα, ανεξέλεγκτη και πεινασμένη. Απ’ το ένα στόμα στο άλλο πληροφορίες ταξίδευαν με ταχύτητα φωτός. Στο τέλος το ‘χαν μάθει όλοι.

Ήταν η πρώτη και μεγαλύτερη δοκιμασία που περνούσε η σχέση σας κι εσείς, πλάτη με πλάτη, προστατεύατε με δύναμη κι αποφασιστικότητα ο ένας τον άλλον. Δεν εξηγήσατε σε κανέναν τίποτα, τους αφήσατε όλους να λένε τα δικά τους και να προσπαθούν να σας συνετίσουν. Ακούσατε με αδιαφορία απειλές και προειδοποιήσεις ενώ υπομείνατε με στωικότητα συναισθηματικούς εκβιασμούς. Ήταν εντυπωσιακό πόσο ευρηματικοί μπορούσαν να γίνουν οι δικοί σας άνθρωποι προσπαθώντας να σας πείσουν για το μεγάλο λάθος που κάνατε.

Τίποτα δεν έπιασε. Το δικό σας δέσιμο δεν υποχωρούσε μπροστά σε τίποτα. Είχατε ο ένας την αγκαλιά του άλλου, το μόνο φάρμακο ενάντια σε κάθε επίθεση. Ας έλεγαν ό,τι ήθελαν· εσείς θα ήσασταν μαζί.

Αφού πέρασε λίγος καιρός και κόπασε η καταιγίδα, το πήραν απόφαση φίλοι και συγγενείς ότι εσείς οι δυο δε θα χωρίζατε. Έπαψαν οι βόλτες να ‘ναι μυστικές, τα τηλεφωνήματα σύντομα κι οι συναντήσεις σε απόμερες καφετέριες μες στην αγωνία. Πλέον μπορούσατε να χαρείτε ο ένας τον άλλον τόσο όμορφα και τόσο ελεύθερα που έμοιαζε με όνειρο. Ένα παραμύθι που γινόταν πραγματικότητα! Υπήρχε μεγαλύτερη ευτυχία απ’ το να περπατάτε παρέα στη θάλασσα πιασμένοι χέρι-χέρι; Κι ας σας έβλεπαν δεκάδες μάτια, τι πείραζε;

Οι μέρες διαδέχονταν η μία την άλλη κι εσείς δενόσασταν περισσότερο. Δύο ζωές που πορεύονταν μαζί, συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον, στηρίζοντας αποφάσεις, βοηθώντας στις κακοτοπιές. Δύο μισά που έφτιαχναν ένα υπέροχο ολόκληρο. Και τελικά… Πόσος καιρός πέρασε όταν παρατήρησες την αλλαγή;

Οι βόλτες μειώθηκαν, γιατί ξαφνικά δεν υπήρχε χρόνος. Οι συζητήσεις περιορίζονταν σε θέματα ρουτίνας, οι στιγμές τρυφερότητας σχεδόν εξαφανίστηκαν. Τα βράδια καθόσασταν στον καναπέ απασχολημένοι στο κινητό του ο καθένας, μέχρι που ο ένας απ’ τους δύο θα έλεγε «πάω για ύπνο» κι ο άλλος ακολουθούσε λίγο αργότερα.

Προσπάθησες να μοιραστείς την ανησυχία σου, αλλά δε βρήκες ανταπόκριση. Όταν εξέφρασες ότι δε βλέπεστε αρκετά κι ότι δεν περνάτε χρόνο μαζί, η απάντηση ήταν ότι είναι η ιδέα σου. «Έτσι είναι η καθημερινότητα» σου επισήμανε.

Αλλά δεν ήταν η ιδέα σου. Ο χρόνος ξέφτιζε κάθε μέρα εκείνο το όμορφο δέσιμο που σας είχε κρατήσει μαζί όλο αυτό τον καιρό ενάντια σε όλους. Το ότι ο σύντροφός  σου είχε κλειστεί στον εαυτό του έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα.

Άδικα περίμενες κάποια αλλαγή ή κάτι που να θυμίζει τα παλιά. Όσο πήγαινε η κατάσταση χειροτέρευε, μέχρι που μια μέρα αποφάσισες να τραβήξεις το μαχαίρι απ’ την πληγή και να δεις αν τελικά θα επιβιώνατε μαζί.

Σου είπε φυσικά ότι σ’ αγαπάει κι ότι πάντα θα ‘σαι το πιο ξεχωριστό πλάσμα. Άκουγες τις δικαιολογίες και τις εξηγήσεις σαν μέσα από τούνελ· ο ήχος δεν έφτανε καθαρός σε ‘σένα. Είπε ότι έπρεπε να φύγει γιατί οι σχέσεις πνίγουν τους ανθρώπους και δεν τους αφήνουν να εξελιχθούν, ότι έψαχνε να βρει την πορεία στη ζωή, αλλά δεν ήταν εύκολο, ότι σίγουρα δε θα καταφέρει να ξαναβρεί έναν τόσο καλό άνθρωπο όσο εσύ, ότι, ότι…

Μετά από τόσο κόπο, τόση αγωνία και τόσα δάκρυα, μετά τον πόλεμο που δεχτήκατε από όλους, ήρθε το τέλος εκ των έσω..! Είναι δυνατόν; Όσα δεν κατάφεραν να πετύχουν οι άλλοι ερχόταν με τόση ευκολία το άλλο σου μισό, ο άνθρωπος για τον οποίο πάλεψες να ‘σαι μαζί του, να τα καταστρέψει όλα.

Δεν κατάλαβες ποτέ πού χάλασε η συνταγή, δεν ξέρεις το γιατί. Το μόνο που σου ‘χει απομείνει είναι εκείνη η βαθιά απογοήτευση, ότι πολέμησες για κάτι που δεν άξιζε. Κάτι που ήταν φθηνό, προσωρινό και λίγο.

Συντάκτης: Μαριάννα Φλώρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη