Πόσες φορές δεν είπες πως σήμερα θα βγεις νωρίς, χαλαρά για μια μπίρα και πως δεν είσαι για πολλά-πολλά αλλά η κατάληξη της εξόδου σου ήταν να επιστρέφεις σπίτι νωρίς το πρωί;

Ο λόγος ήταν και θα είναι πάντοτε η καλή παρέα. Τα καλύτερα σκηνικά συμβαίνουν στα λεγόμενα στέκια της πόλης, που πηγαίνεις με έναν-δύο φίλους στην αρχή και σιγά-σιγά μαζεύονται κι άλλοι γνωστοί και φίλοι ώσπου γίνεστε μια μεγάλη παρέα.

Ούτε τηλέφωνα, ούτε μηνύματα για να κανονίσεις. Με ένα απλό check in στο facebook δηλώνεις την τοποθεσία, το μαγαζί που βρίσκεσαι κι «όσοι πιστοί, προσέλθετε». Να κι ένα καλό που μας έκανε το internet στο κινητό μας τηλέφωνο. Βέβαια αυτό είναι και λίγο δίκοπο μαχαίρι γιατί μπορεί να σκάσουν μύτη και ανεπιθύμητοι αλλά ποιος τους λογαριάζει αν εσύ είσαι με καλή παρέα;

Μιας κι ανέφερα το facebook θυμήθηκα το Δεκαπενταύγουστο που μας πέρασε. Κάτι γνωστοί μου κανόνιζαν μήνες πριν τις καλοκαιρινές τους διακοπές σε ένα νησί, στη Λευκάδα για την ακρίβεια για να πάνε οδικός με τα αυτοκίνητα τους. Αυτή η παρέα ανέβαζε φωτογραφίες από τοπία και μέρη του νησιού με tag τα ονόματα τους κι από κάτω σχόλια και πειράγματα μεταξύ τους.

Μετρούσαν αντίστροφα τις μέρες για την αναχώρηση τους, είχαν κανονίσει όλοι τις άδειες τους, είχαν βρει ξενοδοχείο, κάνανε σχέδια για το πού θα πάνε στο νησί, ποιες παραλίες θα επισκεφτούν κι όλα όσα χρειάζονται για την οργάνωση του ταξιδιού. Έλα όμως που ένα αναπάντεχο ατύχημα με το αυτοκίνητο –ευτυχώς όχι πολύ σοβαρό– άλλαξε τα σχέδια ολόκληρης της παρέας. Αποφάσισαν να αναβάλλουν το ταξίδι τους γιατί με τις πατερίτσες στην πλαζ θα ήταν κομματάκι δύσκολο.

Έτσι οι υπόλοιποι αρτιμελείς γεμίσανε τις τσάντες τους με τα απαραίτητα ρούχα και κατασκηνώσανε σπίτι του πονεμένου κολλητού τους. Οι πρώτες μέρες ήταν πολύ δύσκολες γιατί αν το καλοσκεφτεί κανείς από ‘κει που περίμεναν να λιάζονται στις όμορφες παραλίες της Λευκάδας βρέθηκαν να νταντεύουν τον κολλητό τους με το σπασμένο πόδι. Και δεν έφτανε μόνο αυτό, δεν μπορούσαν καν να φύγουν απ’ το σπίτι.

Σιγά-σιγά όμως άρχισαν να το διασκεδάζουν. Σατίριζαν την κατάσταση τους κι αυτό έβγαζε άφθονο γέλιο. Ανήμερα της Παναγίας βάλανε μια ομπρέλα στη βεράντα του σπιτιού, σπαστές καρέκλες, φορέσανε και τα μαγιό τους κι αράξανε στον ήλιο. Είχαν και το ψυγειάκι γεμάτο μπίρες και το σκηνικό ήταν φτυστό αντίγραφο κοσμοπολίτικου μπιτσόμπαρου.

Το γέλιο που έριξαν δεν περιγράφεται. Ακόμα κι η στριμμένη γεροντοκόρη του απέναντι διαμερίσματος, όταν τους είδε, γέλασε. Η πόρτα του σπιτιού ήταν ανοιχτή κι η μουσική ακουγόταν μέχρι τη γωνία του δρόμου. Ένα κυριολεκτικό πάρτι, με όλη τη σημασία της λέξης μέσα στη ζεστή αυγουστιάτικη πόλη χωρίς να ενοχλούν κανέναν.

Τελικά δεν έχει τόση σημασία το μέρος όσο με το ποιους θα είσαι για να περάσεις καλά. Είναι η αξία του να έχουμε τους κατάλληλους ανθρώπους στο πλευρό μας. Αυτόυς που θα ανατρέψουν τις καταστάσεις και θα μοιραστούν μαζί μας τα απλά, μικρά, καθημερινά πράγματα που δίνουν νόημα στη ζωή μας.

Και κάτι ακόμη που θα ήθελα να αναφέρω· θυμήσου πως τα καλύτερα ραντεβού ερωτευμένων ζευγαριών δεν έγιναν σε ακριβά εστιατόρια με καλό κρασί, αναμμένα κεριά και θέα τη θάλασσα αλλά σε ταράτσες σπιτιών με θέα την πόλη και σε ανθισμένους κήπους με αναμμένα φαναράκια και το άρωμα του γιασεμιού.

 

Συντάκτης: Αγγελική Κατσουλίδη