Αρχίζω να καταλαβαίνω πολλά. Κι εκεί που όλα θυμίζουν έρωτα, εμείς θυμίζουμε παρελθόν! Ποιος, άλλωστε, από εμάς δεν έχει έστω και μία ερωτική απογοήτευση στο ενεργητικό του, δεν έχει πληγωθεί ή πληγώσει, ή ακόμα δεν έχει νιώσει ένα μικρό τσίμπημα στον εγωισμό του; Βλέπεις, ο κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι διαφορετικός και μοναδικός, αλλά ταυτόχρονα ζει σε μια κοινή φασματική γραμμή με τους υπόλοιπους.

Έτσι κι εγώ, έχω ζήσει τις δικές μου ιστορίες, έχω κάνει τα δικά μου λάθη κι όμως, έμαθα να επιμένω και να προσπαθώ, να ζω και να βασίζομαι στα δικά μου πόδια. Η ζωή είναι μικρή, λένε, γι’ αυτό κι εγώ θα προσπαθήσω να την κάνω να μεγαλώσει, θα την κυνηγήσω, θα την δαμάσω και θα της μάθω να ζει μέσα απ’ τις δικές μου ανάγκες.

Όσο δύσκολο κι αν είναι ορισμένες φορές να αποχωριστούμε κάποιους ανθρώπους, έρχεται η στιγμή που καταλαβαίνεις τα λάθη σου και χτυπάς το κεφάλι στον τοίχο για τον αδικοχαμένο χρόνο σου. Σαν όλα τα παραμύθια με το κακό τέλος που κανείς δεν περίμενε, έτσι και το δικό μου. Μάζεψε τα πράγματά του, μου ‘πε ένα «φεύγω» σκέτο κι άρχισαν οι εφιάλτες.

Πάλι ξύπνησα χθες τα ξημερώματα, πάλι η μορφή του στο μυαλό μου. Πάνε τόσοι μήνες κι ακόμα βασανίζομαι με σκέψεις που δε θα έπρεπε να με αφορούν. Ίσως αν είχαμε κρατήσει μια τυπική επαφή ένα «γεια, τι κάνεις» έστω, τα πράγματα να ‘ταν πολύ διαφορετικά για εμένα.

Το σπίτι γεμάτο αναμνήσεις κι εγώ μάταια στην αναμονή μιας επιστροφής. Όπου κι αν κοιτάξω, μια δική μας εικόνα ξεπετάγεται. «Μαζί στα δύσκολα, μαζί στα εύκολα» έλεγε και μου έπιανε το χέρι, τώρα περνάω τα δικά μου ζόρια και δεν είναι εδώ.

Ψεύτικοι έρωτες, άδεια κρεβάτια, συναισθήματα κενά και πράξεις δίχως σκέψη. Καταντήσαμε αυτό που κάποτε κοροϊδεύαμε. Λένε πως δεν υπάρχει «για πάντα», δεν υπάρχει «ποτέ» και να που πλέον συμφωνώ μαζί τους. Υποσχέσεις πολλές και πράξεις χαμένες στα λόγια. Στα μάτια του έβλεπα αλήθειες που μετατράπηκαν σε ψέματα.

Έκλεισα τα μάτια μου, πήρα το μαξιλάρι μου αγκαλιά πολεμώντας με τις σκέψεις μου, μήπως και ξεχαστώ από εκείνον. Θέλησα να τον αποβάλλω από μέσα μου, αλλά δεν τα κατάφερα. Κολλημένη σε κάτι που δεν έχει λόγους να με κρατάει. Παράνοια.

Στο όνειρό μου χαμογελούσες, είπες πως θα ‘ρθεις να με βρεις και πως θα τηλεφωνούσες. Με πήρες τρυφερά αγκαλιά, μου έκλεισες το μάτι, ένα φιλί στο μάγουλο και ξαφνικά «ντριν»∙ το ξυπνητήρι χτύπησε κι η πραγματικότητα μοιάζει να επανήλθε.

Μένω να κοιτάζω το ταβάνι απορημένη ώρα τώρα. Νομίζω πως αρχίζω να χάνω το μυαλό μου κι αν προσπάθησα να φύγω, εκείνη η μορφή ακόμη εδώ, να με κυνηγά. Μπαίνει μέσα στο δωμάτιο με άνεση, χαμογελαστός, όπως τότε. Με ένα δίσκο στα χέρια του. «Δεν ήθελα να σε ξυπνήσω, κοιμόσουν τόσο ήρεμα» κι ένα φιλί στο μέτωπο. Κι ύστερα πάλι το κενό, να χαζεύω τον τοίχο. Μάλλον το υποσυνείδητο παίζει κρυφτό με το συνειδητό. Ό,τι κι αν κάνω, ό,τι κι αν πω, όσο κι αν προσπαθήσω, το μυαλό μου έχει βυθιστεί σε σκοτεινά μονοπάτια κι εγώ έχω κλειδωθεί μαζί του!

Αρχίζω πια να καταλαβαίνω πολλά. Ίσως πολλά περισσότερα από ό,τι περίμενα. Ίσως τα συναισθήματά μου να ήταν πολύ περισσότερα από όσο θα έπρεπε. Μέχρι που ξαφνικά άρχισα να μη νιώθω -και τι να νιώσω, άλλωστε; Μόνη κοιμάμαι και μόνη ξυπνάω με μια ψευδαίσθηση, δεν υπάρχει λόγος να περιμένω άλλο.

Κάθε τέλος σηματοδοτεί και μια καινούρια αρχή. Η ζωή κυλά κι εμείς πρέπει να προχωράμε μαζί της. Ήρθε η στιγμή να βγω έξω στον κόσμο και το μόνο που θα σκέφτομαι είναι να περνάω εγώ καλά!

Συντάκτης: Ελευθερία Γκαραβέλα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη