Δε σου έχω μιλήσει καιρό τώρα, δεν παίρνω την απόφαση να ενοχλήσω την καλοκουρδισμένη ζωή σου. Όλα είναι σε τάξη, σε κουτιά όπως πάντα. Απόψε όμως θα σου μιλήσω. Εσύ δε θα ακούσεις, η φωνή μου δε θα βγει έξω από αυτούς τους τέσσερις τοίχους και το σύμπαν θα την καταπιεί όπως τόσες άλλες απεγνωσμένες κραυγές που δε βρήκαν ποτέ τον δρόμο να φτάσουν στ’ αυτιά σου.

Σε σκέφτομαι, ναι ακόμη σε σκέφτομαι όσο περίεργο κι αν ακούγεται μετά από τόσο καιρό. Κλείνω τα μάτια και μονομιάς έχω την εικόνα σου, μια εικόνα τόσο δική μου όπως τότε. Τουλάχιστον αυτό το δικαίωμα μου ανήκει ακόμα, να μπορώ να κλείνω τα μάτια και να σε φαντάζομαι. Δε θα σου κρύψω ότι προσπάθησα πολύ να διώξω την εικόνα σου από το μυαλό μου, σπατάλησα πολύ χρόνο, κόπο και φαιά ουσία να ξεχάσω πώς είναι η φιγούρα σου και το χαμόγελό σου. Γενικότερα προσπάθησα πολλά πράγματα, με το βασικό να προχωρήσω παρακάτω και είμαι πολύ χαρούμενη που συνέχισα τη ζωή μου γιατί φυσικά και τη συνέχισα. Οι μέρες περνάνε κανονικά, χωρίς κλάματα και οδυρμούς, αλίμονο αν ακόμα κλαίγαμε για τις χαμένες αγάπες που δεν ξέρουμε αν τελικά πάνε στον παράδεισο. Συνεπώς, όλα καλά.

Θα ήθελα πολύ να δεις τον καινούργιο μου εαυτό, πραγματικά θα με καμάρωνες και θα ένιωθες τρομερή υπερηφάνεια για όλους τους δαίμονες που έχω σκοτώσει, όμως υπάρχει κάτι ακόμα. Κάτι που δεν έχω νικήσει και μπορώ επιτέλους να το ομολογήσω χωρίς να πονάω και να φοβάμαι. Ο έρωτάς μου για σένα είναι ακόμη παρών. Σηκώνεται κάθε πρωί και κάθεται δίπλα στο κρεβάτι μου, με ακολουθεί στο μπάνιο και μετά στη δουλειά. Κάθεται δίπλα μου στο αυτοκίνητο και το βράδυ με σκεπάζει με το χοντρό μου πάπλωμα. Πριν καιρό δε θα μπορούσα να το ομολογήσω γιατί ξέρεις, όλοι είναι από πάνω σου έτοιμοι να ακυρώσουν αυτό που νιώθεις. «Θα περάσει», «όλα ξεχνιούνται», «μόλις έρθει άλλος άνθρωπος στη ζωή σου θα τελειώσει». Και έρχομαι πια να σου πω ότι και ο καιρός πέρασε, άλλοι άνθρωποι μπήκανε στη ζωή μου και βγήκανε με βήμα ταχύ και διαδικασίες συνοπτικές.

Συνειδητοποιώ πια ότι αυτό που νιώθω δεν είναι μια ανάγκη. Δεν πιστεύω στο «δεν μπορώ χωρίς εσένα» πιστεύω στο «θέλω μόνο εσένα». Φυσικά και μπορώ να ζήσω μακριά σου και όλοι μας μπορούμε να αποχωριστούμε κάτι δικό μας γιατί η επιβίωση είναι ένστικτο και πάντα βρίσκει τον τρόπο. Έτσι κι εγώ μπορώ να ζω χωρίς την αγκαλιά σου, μπορώ να ζω ξέροντας πως τη χαρίζεις κάπου αλλού. Μπορώ, όμως δε θέλω. Υπάρχουν στιγμές που σκέφτομαι να περιμένω κάποιο παιχνίδι της μοίρας από εκείνα που δεν τα φαντάζεσαι καν και θα τα ζήλευε και το πιο τρελό σενάριο, όμως ο χρόνος είναι θησαυρός και δεν πρέπει να τον ξοδεύεις, οπότε ζω σαν να μην υπάρχεις μέχρι την επόμενη στιγμή που απλώς δεν μπορώ να ξεχάσω ότι υπάρχεις. Όποιος στέκεται δίπλα μου, μού θυμίζει ότι υπάρχεις.

Άδικο για εκείνους; Μπορεί. Δεν ξέρω πώς θα ένιωθες αν ποτέ η φωνή αυτή κατάφερνε να περάσει τον τοίχο και να ηχήσει στα αυτιά σου και να παρεισφρήσει μέσα σου, όμως αν ποτέ η μαγεία είχε τέτοια δύναμη, θα ήθελα να μπορώ να σε αγκαλιάσω όπως ποτέ ξανά και να σου πω απλά, πάμε σπίτι. Σαν να μην πέρασε λεπτό από την τελευταία φορά. Θα ήθελα να μπορώ να πω, ή με σένα ή με κανέναν.

Συντάκτης: Μαρία Αθανασοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου