Ζούμε στην εποχή της προβολής, της εικόνας και των likes. Αυτό είναι μια γενική αλήθεια που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Όλοι μας, λίγο-πολύ, έχουμε μπει στο στίβο μάχης για ένα πιο ανεβασμένο instagram σε followers και likes! Όμορφες λήψεις από τοπία, αφαιρετικές φωτογραφίες αντικειμένων, φαγητά, πρόσωπα και, φυσικά, παιδιά.

Τα παιδιά είναι, σχεδόν για όλους μας, ένα ευαίσθητο θέμα και πάντα μια παιδική φωτογραφία μας τραβά την προσοχή και κερδίζει την πολυπόθητη καρδούλα αυξάνοντας τον αριθμό των κλικαρισμάτων της. Πόσα παιδιά έχουν βγει στην αρχική μας σελίδα –άγνωστα εντελώς προς εμάς– κι έχουμε θαυμάσει την ομορφιά τους, την τσαχπινιά τους, κάποια αστεία τους αντίδραση ή μια πολύ πετυχημένη γκριμάτσα; Η απάντηση είναι (δυστυχώς) πολλά!

Το διαδίκτυο και τα social media είναι γεμάτα από φωτογραφικό υλικό με πρωταγωνιστές ανήλικους, από βρέφη έως κι εφήβους, κι είναι ανοιχτό και διαθέσιμο για κάθε χρήση. Ίσως ακούγεται υπερβολικό, αφού όλοι σκεφτόμαστε «σιγά, και τι έγινε, μια αθώα φωτογραφία είναι μόνο», τίποτα όμως δεν είναι τόσο αθώο στο διαδίκτυο και τίποτα δεν είναι ασφαλές. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με μια σειρά.

Αρχικά, ακόμα και βάσει νόμου, η ιδιωτική ζωή των ανηλίκων πρέπει να προστατεύεται, διαφυλάσσοντας τα πνευματικά δικαιώματά τους. Σαφώς δεν μπορεί κάποιος να αναρτήσει τη φωτογραφία ενός παιδιού χωρίς τη συγκατάθεση του γονέα, τι γίνεται όμως στην περίπτωση που ο φορέας ανάρτησης είναι ο ίδιος ο γονιός; Ένα ηθικό δίλημμα κι ένας διχασμός για το αν πρέπει ή δεν πρέπει να ανεβαίνει τέτοιο υλικό στα μέσα διχάζει κηδεμόνες και μη όλο και πιο συχνά.

Ο κυριότερος λόγος εναντίωσης σ’ αυτήν την κίνηση είναι η επικινδυνότητα που ενέχει. Απ’ τη στιγμή που αναρτάται μια φωτογραφία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ουσιαστικά δεν κατεβαίνει ποτέ -ακόμη κι αν εμείς την διαγράψουμε. Αυτό σημαίνει πως ο καθένας από όλα τα σημεία της Γης έχει πρόσβαση σε αυτή τη φωτογραφία και μπορεί να την επεξεργαστεί με όποιον (κακόβουλο) τρόπο επιθυμεί. Αυτό από μόνο του είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα που λίγοι συνειδητοποιούν.

Ανεβάζοντας φωτογραφίες απ’ το μωρό μας, και καθ’ όλη την παιδική του ηλικία, δημιουργούμε μια ψηφιακή ταυτότητα που την έχει και την κουβαλάει για όλη του τη ζωή, χωρίς να έχουμε πάρει ποτέ τη συγκατάθεσή του για κάτι τέτοιο. Δεν είναι επιλογή των παιδιών να βρίσκονται στις οθόνες των χρηστών των social media, καταπατώντας το δικαίωμά τους για ιδιωτικότητα.

Μέσα από αυτό, είναι δύσκολο και για το ίδιο το παιδί να αντιληφθεί τι είναι ιδιωτικό και τι δημόσιο. Η ζωή του κι οι στιγμές της καθημερινότητάς του βρίσκονται σε δημόσια κρίση και χρήση, χωρίς το ίδιο να έχει καμία απολύτως ευθύνη γι’ αυτό.

Σε μια προσπάθεια ορισμένων να κρατήσουν ασφαλή και προστατευμένα τα παιδιά τους, συναντάμε πολύ συχνά περιπτώσεις όπου καλύπτονται τα πρόσωπά τους με κάποια ειδική επεξεργασία ή απλά με την τοποθέτηση των αγαπημένων μας emojis. Ξαφνικά, λοιπόν, αντικρίζουμε μία φωτογραφία ενός παιδιού που μπορεί να παίζει ή να περπατάει και στη θέση του προσώπου του συναντάμε ένα γελαστό κίτρινο φατσάκι.

Μια άλλη τακτική είναι να ανεβάζουν αποσπασματικά σημεία του παιδιού όπως πατουσάκια, χεράκια κι άλλα, που δημιουργούν μια εικόνα ενός ανθρώπινου παζλ. Ναι, σε πολλές περιπτώσεις μοιάζει καλλιτεχνικό κι είναι ίσως πολύ τρυφερό ένα μωρουδίστικο αφτάκι, αλλά αν δούμε λίγο πιο μέσα είναι σαν να κομματιάζουμε μια υπέροχη πραγματικότητα, επειδή κατά βάθος γνωρίζουμε πως δεν πρέπει να την προβάλουμε.

Εκεί γεννάται το εξής ερώτημα: Γιατί ανεβάζουμε εν τέλει τις φωτογραφίες των παιδιών μας αν δε θέλουμε ουσιαστικά να τις δείξουμε; Κάτι πιο εσωτερικό και βαθύ μας ωθεί σε αυτήν την ενέργεια. Ακόμα κι εδώ μπορεί να κρύβεται η επιθυμία για προσωπική προβολή του γονιού. Ανάγκη για προσοχή κι αποδοχή μέσα απ’ την ταυτότητα του γονέα -ακόμη περισσότερο του καλού γονέα. Με τις ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές είναι σαν να κερδίζει τη συμπάθεια, την εκτίμηση και τον σεβασμό του περίγυρου.

Όταν έχουμε μάθει να μετράμε την αξία μας με likes, φτάνουμε σε σημείο να ξεπουλάμε ακόμα και τις πιο όμορφες στιγμές μας για ανεβάσουμε το κασέ μας. Βέβαια, ας μην αποκλείουμε και το ενδεχόμενο κάποιος να το κάνει πραγματικά από αυθόρμητη χαρά, θέλοντας να μοιραστεί κάποιες πιο προσωπικές στιγμές με τους φίλους του. Τα μάτια, όμως, στα οποία εκθέτουμε όλες αυτές τις στιγμές δεν είναι ίδια κι οι προθέσεις μπορούν να διαφέρουν τραγικά.

Το διαστροφικό είναι να φτάσουμε σε σημείο να βλέπουμε το παιδί μας να κοιμάται και να αναρωτιόμαστε πόσα likes θα έπαιρνε μία τέτοια φωτογραφία! Το σημαντικό που θα πρέπει να καταλάβουμε είναι πως ο ψηφιακός κόσμος δεν είναι καλύτερος απ’ τον πραγματικό κι όπως κάνουμε τα πάντα για να το προστατέψουμε από φυσικούς κινδύνους, καλό είναι να το μην το εκθέτουμε στους διαδικτυακούς, που στην εποχή μας είναι και περισσότεροι και σαφώς πιο ύπουλοι.

Ας δώσουμε την ελευθερία στα παιδιά μας να ζουν χωρίς το άγχος της έκθεσης κι ας επιλέξουν εκείνα αργότερα πώς θα χειριστούν και θα χτίσουν τη δημόσια εικόνα τους.

Συντάκτης: Μαρία Αθανασοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη