Μέχρι και τον 19ο αιώνα, οι άνθρωποι έμεναν σε μικρά σπίτια και τα παιδιά είχαν ένα κοινό δωμάτιο, κάποιες φορές ακόμα και κοινό με τους γονείς τους. Ωστόσο, η εξέλιξη, η οικονομική ευμάρεια και οι γενικότερες ανέσεις του 19ου αιώνα, συνέδεσαν με κάποιον τρόπο την ιδιωτικότητα με τον πολιτισμό. Τελικά, ποια απόφαση να πάρουν οι γονείς για τα παιδιά τους; Να τα έχουν μαζί στο ίδιο δωμάτιο; Να τα έχουν σε ξεχωριστό δωμάτιο; Να τα έχουν στην αρχή χωριστά, μετά μαζί; Ή μήπως πρώτα μαζί και μετά χωριστά; Ή τελικά το χωριστά-μαζί-χωριστά φαντάζει ως η ιδανικότερη λύση στα μάτια των γονιών;

Oι ψυχολόγοι χωρίζονται σε δύο «στρατόπεδα»: είναι, για την ακρίβεια, αυτοί που υποστηρίζουν ότι τα αδέλφια αποκομίζουν αμέτρητα οφέλη από το μοίρασμα ενός κοινού δωματίου, ενώ είναι κι εκείνοι οι οποίοι θεωρούν ότι είναι θετικότερο για την ομαλή ανάπτυξη του κάθε παιδιού το να έχει το καθένα το δικό του, ξεχωριστό δωμάτιο. Πιο συγκεκριμένα, μια μερίδα διατείνεται ότι τα δύο αδελφάκια μοιραζόμενα το ίδιο δωμάτιο, αναγκάζονται να επικοινωνήσουν αποτελεσματικά και να συνεννοηθούν σε πρακτικά θέματα, όπως είναι τα παιχνίδια τους, το κρεβάτι του καθενός, η συμπεριφορά που θα δείξει το ένα όταν το άλλο θέλει να κοιμηθεί. Αποκτούν δηλαδή ικανότητες να διαχειρίζονται διαφωνίες, μαθαίνουν να σέβονται τις συνήθειες και τους διαφορετικούς ρυθμούς τους, να είναι διαλλακτικά και πρόθυμα και όταν δε γίνεται αλλιώς, να συμβιβάζονται.

Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι έχει βρεθεί ότι τα παιδιά που κοιμούνται στο ίδιο δωμάτιο, κάνουν καλύτερο ύπνο και κοιμούνται πιο βαριά. Ίσως να νιώθουν περισσότερη ασφάλεια και προστασία τα δύο αδέλφια, δεδομένου ότι υπάρχει το αδερφάκι τους δίπλα για να διώξει οποιονδήποτε φόβο μπορεί να τους δημιουργήσει το σκοτάδι, οι βροντές το χειμώνα ή ένας παράξενος ήχος που έρχεται από το διπλανό δωμάτιο. ‘Αλλωστε, είναι συχνό φαινόμενο, τα παιδιά σε ηλικία από 2 έως 10 ετών να αναπτύσσουν τέτοιες φοβίες.

Σε ένα δωμάτιο, δύο μικρά παιδιά  μεγαλώνουν μαζί κάθε λεπτό, γίνονται σύντροφοι, σύμμαχοι και συνεργάτες. Μαθαίνουν να μοιράζονται και να χωρίζουν. Μαθαίνουν να γίνονται ένα, αλλά και να διαφοροποιούνται. Και όλα αυτά τα μαθαίνουν με φυσικότητα και σεβασμό ο ένας προς τον άλλον, τόσο στα υλικά αγαθά του άλλου, όσο και στα συναισθήματά του. Αποτυπώνουν αναμνήσεις ακριβώς τη στιγμή που αυτές γεννιούνται κι ακόμα και πολλά χρόνια αργότερα, θα μοιράζονται τα ίδια κρυφά αστεία και τις ίδιες αναμνήσεις, τα οποία οι γονείς μπορεί να μη μάθουν και ποτέ.

Είναι βέβαια και από την άλλη, αυτοί που πιστεύουν ότι ειδικά στην περίπτωση που τα αδέλφια έχουν μεταξύ τους μεγάλη διαφορά ηλικίας, (μπορεί π.χ. το ένα να είναι στο παιδικό στάδιο ανάπτυξης και το άλλο στο εφηβικό) είναι σημαντικό να έχουν το δικό τους δωμάτιο, δεδομένου ότι τα ενδιαφέροντά τους μπορεί να είναι διαφορετικά κι αυτό από μόνο του μπορεί να πυροδοτήσει συγκρούσεις, αλλά και αυτοπεριορισμούς. Σε αντίθετη περίπτωση, το μεγαλύτερο παιδί σίγουρα θα κληθεί να δείξει μεγαλύτερη υπομονή, ενώ το μικρότερο θα πρέπει -με τη βοήθεια των γονιών- να μάθει να σέβεται τον προσωπικό χώρο και τις ανάγκες του μεγαλύτερου.

Εξάλλου, τα αδέλφια διαφορετικού φύλου, είναι πιθανό να διαφέρουν στα ενδιαφέροντα τους και τα παιχνίδια τους. Έτσι, ακούγεται σίγουρα πιο εύκολο να έχουν ξεχωριστά δωμάτια. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά συχνά τα αδέλφια δημιουργούν διαφορετικές παρέες από το σχολείο κι έτσι είναι πολύ βολικό για το κάθε παιδί να έχει τη δυνατότητα να φέρνει στο δωμάτιό του, τους φίλους του, χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα.

Όπως και να ‘χει, σίγουρα είναι πολύ σημαντικό το κάθε παιδί να νιώθει άνετα, όμορφα και ευχάριστα στο χώρο του. Είτε αυτό σημαίνει πως έχουν ξεχωριστά δωμάτια ή μοιράζονται το ίδιο. Εκεί που γενικά καταλήγουν οι ειδικοί είναι στο γεγονός ότι μέχρι και την ηλικία των 9 ετών είναι προτιμότερο για τα αδέρφια να μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο. Είναι η περίοδος που τα παιδιά μαθαίνουν σημαντικές δεξιότητες ζωής, όπως το να μοιράζονται, να υποχωρούν, να αντιλαμβάνονται τις ανάγκες ο ένας του άλλου, ενώ την ίδια στιγμή ενισχύεται η αλληλεγγύη και ο αδελφικός δεσμός.

Μετά όμως από την ηλικία των 9 ετών που αναπτύσσεται η προσωπικότητα του κάθε παιδιού, προτιμότερο θα ήταν το καθένα να έχει το δικό του χώρο, ώστε να είναι πιο εύκολο να  ανεξαρτητοποιηθεί, να γίνει πιο υπεύθυνο και δημιουργικό. Όταν ωστόσο αυτό δεν είναι εφικτό, θα βοηθούσε τα παιδιά, παρ’ όλο που είναι σε ένα δωμάτιο, να  έχει το καθένα τη δικιά του ντουλάπα, το δικό του συρτάρι, το δικό του κρεβάτι, το δικό του γραφείο, ίσως και τα δικά του παιχνίδια.

Και μην ξεχνάτε. Όταν το ένα από τα δύο παιδιά έχει φτάσει σε ηλικία που μπορεί να αντιληφθεί καλύτερα τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, μια πολύ καλή μέθοδος είναι να ρωτήσετε το ίδιο, τι από τα δύο επιθυμεί. Άλλωστε, σαφής  απάντηση στο ερώτημα -όπως μάλλον καταλάβατε- δεν υπάρχει! Κάθε οικογένεια θέτει τους δικούς της κανόνες και βρίσκει τις δικές της, μοναδικές ισορροπίες. Είτε μαζί, είτε χώρια, το σπουδαιότερο όλων είναι να μπορέσει να υπάρξει ηρεμία και ισορροπία στο σπίτι.

Συντάκτης: Ειρήνη Μακρινού
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου