Ο συνδρομητής που καλέσατε δεν είναι διαθέσιμος. Η κλήση σας προωθείται. Αφήστε το μήνυμά σας μετά το χαρακτηριστικό ήχο.

«Εμ..γεια. Εγώ είμαι. Μάλλον θα σου φανεί παράξενο που σε πήρα τηλέφωνο, όμως…»

Ήθελα απλώς να σου πω ότι μου λείπεις. Σε σκέφτομαι πολύ ή μάλλον είσαι διαρκώς στο μυαλό μου. Συμβαίνει σχεδόν κάθε μέρα κι έχω σκεφτεί πολλές φορές να σε καλέσω, όμως φυσικά δεν το κάνω. Κι όμως, να, που εδώ είμαι και τα λέω στον τηλεφωνητή σου. Θέλω να σε ρωτήσω τόσα πράγματα. Έχω μέσα στο κεφάλι μου χιλιάδες ερωτηματικά που μονάχα εσύ μπορείς να ξεδιαλύνεις και δεν ξέρω αν έχω χρόνο να στα πω όλα. Δεν ξέρω καν αν αξίζει να προσδοκώ απαντήσεις. Τέλος πάντων. Θέλω να ξέρω. Αναρωτιέσαι ποτέ τι κάνω; Αναρωτιέσαι πού είμαι και με ποιον, αν νιώθω καλά, αν διασκεδάζω; Γιατί εγώ το κάνω συνέχεια. Θέλω με σιγουριά να ξέρω ότι είσαι καλά, να σε νιώθω ασφαλή. Την τελευταία φορά που μιλήσαμε, δεν ακούστηκες καλά. Κι εγώ ανησυχώ για σένα. Αλλά πλέον δεν πρέπει να με αφορά. Δεν έχω καμία δουλειά να ασχολούμαι με σένα, γιατί πλέον δεν υπάρχει κάτι μεταξύ μας. Δεν αναρωτιέσαι ποτέ όμως, τι συνέβαινε τότε που υπήρχε αυτό το κάτι; Δεν αναπολείς στιγμές, δε μετανιώνεις λάθη; Ξέρω ότι όλα αυτά ίσως σου ακούγονται τρελά και υπερβολικά και πιστεύεις ότι θα έπρεπε ήδη να έχω πάει παρακάτω αφήνοντάς σε στο παρελθόν μου. Έτσι δεν είναι; Πρέπει να σταματήσω να σκέφτομαι αυτό που είχαμε και να προσποιηθώ ότι δεν υπήρξε ποτέ. Αυτό δε θες; Πρέπει να σκέφτομαι ότι δεν προσπάθησα με όλο μου το «είναι» να δημιουργήσω κάτι όμορφο μαζί σου, ότι δεν προσπάθησα να προσαρμοστώ για να ταιριάξω τα αταίριαστά μας, ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει αυτό το κάτι. Πώς καταφέρνεις τόσο καλά να προσποιείσαι ότι όλα είναι καλά μεταξύ μας; Συγγνώμη, αλλά τόσο καλό θέατρο δεν θα μπορέσω ποτέ μου να παίξω. Ξέρεις, πίστεψα τόσο πολύ σε σένα. Δε σταματούσα να αντιμετωπίζω τις πράξεις σου με αισιοδοξία ακόμη και τις φορές που με έδιωχνες μακριά με την ψυχρότητά σου.

Δε σε κατηγορώ βέβαια, γιατί μου το είχες ξεκαθαρίσει εξαρχής. Μου είχες εκμυστηρευθεί ότι δεν εμπιστεύεσαι εύκολα. Και τότε στόχος μου έγινε να καταστήσω πασιφανές ότι αξίζω κάθε στάλα της εμπιστοσύνης σου. Πως αξίζω… Έχω κάνει τόσες πρόβες στο μυαλό μου για το τι θέλω να σου πω, γαμώτο, και πάλι τα έχω κάνει μαντάρα.

Πες μου, όμως, νοιάστηκες ποτέ στα αλήθεια; Ενδιαφέρθηκες ποτέ ή ήταν όλο ένα παιχνίδι; Περνούσες απλώς το χρόνο σου προσεγγίζοντάς με φιλικά και μετά που το πράγμα σοβάρεψε, τι έγινε; Επειδή υπήρξαν δυσκολίες, αποφάσισες ότι δε με χρειάζεσαι πλέον στη ζωή σου και διάλεξες να προφασιστείς έναν ηλίθιο και ασήμαντο λόγο να με μισήσεις, ώστε να μπορέσεις να με διώξεις δήθεν δικαιολογημένα;

Πραγματικά έδειξες ότι δε σου καίγεται καρφί για μένα. Εδώ και μήνες δε βρήκες καν ένα λεπτό από τις 24 ώρες της ημέρας να δεις τι κάνω. Όταν όμως λησμονώ το μεταξύ μας και ξεκινάω να κάνω μικρά βήματα εξέλιξης, εμφανίζεσαι και μου βάζεις τρικλοποδιά. Υποτίθεται ότι νοιάζεσαι κι αν όντως συμβαίνει, σε εκλιπαρώ, δείξ’ το μου. Σταμάτα να με αφήνεις με αμφιβολίες. Δώσε μου τη σιγουριά που αποζητώ ή άφησέ με να προχωρήσω και να είμαι επιτέλους καλά. Ήξερες και ξέρεις καλύτερα από τον καθένα τι θέλω από σένα, όμως μου ρίχνεις τη μια ψυχρολουσία μετά την άλλη δείχνοντάς μου ότι αδιαφορείς. Κι όταν πάω να απομακρυνθώ πετάς μερικά χλιαρά γλυκόλογα που με κρατάνε πίσω. Θέλω επιτέλους να ξέρω.

«όμως…,έχουμε να πούμε πολλά εμείς οι δύο, οπότε αν θέλεις πάρε με τηλέφωνο»

Φτάσατε το μέγιστο όριο χρόνου μηνύματος. Ο συνδρομητής που καλέσατε θα ειδοποιηθεί για την κλήση σας όταν ανοίξει το κινητό του ή βρεθεί εντός κάλυψης.

Κατεβάζω το κινητό και το πετάω στο κρεβάτι. Διάολε, γιατί ενώ τα λέω τόσο εύκολα από μέσα μου πάντα καταλήγεις με ένα σιωπηρό (σχεδόν) μήνυμα στον τηλεφωνητή σου;

Συντάκτης: Ελπίδα Λογγινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.