Λένε πως όταν βλέπεις κάποιον στο όνειρό σου σημαίνει πως με κάποιον τρόπο σε σκέφτεται. Θυμάμαι να σου λέω πως όσο ρεαλίστρια κι αν είμαι, ίσως ακόμη και κυνική, έβρισκα ένα είδος ρομαντισμού σ’ αυτούς τους ανεξήγητους θρύλους. Εσύ γελούσες στη γωνία του καναπέ και μου έλεγες πως ό,τι δεν μπορεί να εξηγήσει η λογική, απλά δεν υπάρχει. Γι’ αυτό τσακωνόμασταν, εξάλλου. Η μανία σου να αναλύεις τα πάντα μέσω της λογικής ξήλωνε το δικό μου συναίσθημα.

Αυτές τις μέρες αναπολώ, καθισμένη στον καναπέ. Δεν κάθομαι στη γωνία σου φυσικά. Μη σκεφτείς ότι νιώθω πως ακόμα είσαι εδώ, κι όλες αυτές τις γλυκανάλατες αηδίες. Πρώτον, άμα ήθελες θα ήσουν εδώ και δεύτερον, αυτή η θέση σου ανήκει κατηγορηματικά, οπότε επιλέγω να μην την πειράξω. Είναι και λίγο η περιέργειά μου, μη με παρεξηγείς.

Σου άρεσε να κοιμάσαι στον καναπέ μου. Παραπονιόσουν ολημερίς κι ολονυχτίς πως όταν τον αγόρασα δε σε σκέφτηκα, γιατί είσαι στο όριο να βγουν τα πόδια σου έξω. Είναι το κακό μου το μάτι, που αποφάσισα να τα φτιάξω με ψηλό. Σου έλεγα πως ο επόμενος θα ‘ναι πιο κοντός από σένα. Κάποιος φτιαγμένος περισσότερο στα δικά μου μέτρα. Εσύ γελούσες και μουρμούριζες πως κανένας δε θα αντέξει τις παραξενιές μου. Δεν είχες κι άδικο, βέβαια.

Μισοχαμογελώντας για τις στιγμές, με πήρε κι εμένα ο ύπνος. Η αλήθεια είναι ότι αφότου χωρίσαμε, αποφάσισα να γεμίσω τον χρόνο μου με περιττές δραστηριότητες -έτσι λένε πως ξεπερνάς τον χωρισμό. Εγώ δεν ήθελα να σκέφτομαι κι η μέρα δεν είχε αρκετές ώρες για να χωρέσει όσα αποφάσισα να κάνω. Σχολή, δουλειά, βιβλία, βόλτες. Γιατί όσο αστείο κι αν μου ακουγόταν στην αρχή, το σπίτι όντως δε σε χωράει σε τέτοιες φάσεις.

Το υποσυνείδητο, σου έλεγα, είναι άτιμο πράγμα και δεν είναι να τα βάζεις μαζί του. Κάθε φορά που έψαχνα τη σημασία των ονείρων μου καθόσουν με τις ώρες και με κορόιδευες κι ενώ αγχωνόμουν, εσύ έβαζες σιγά-σιγά μπροστά μου τα βιβλία με τη θεωρία του Φρόιντ. Αμάν αυτή η λογική σου!

Κλείνω τα μάτια μου κι έρχεσαι στο μυαλό μου. Η αλήθεια είναι ότι κατά καιρούς σε σκέφτομαι, αλλά στα όνειρα δε μου έκανες πολλές φορές την τιμή να έρθεις. Λες και περίμενες κάποιο χρονικό διάστημα, να πεταχτείς απ’ το πουθενά κι εγώ να βρεθώ απ’ το πουθενά να με μαζεύω. Ακόμα και που έφυγες, πάλι με νευριάζεις.

Σε βλέπω να ‘σαι σκυμμένος στο πεζούλι, να με περιμένεις στη γωνία που δίναμε πάντα ραντεβού και να με κοιτάς όλο σοβαρότητα, καθώς έρχομαι αργοπορημένη. Πάντα έλεγες ότι άμα το ξανακάνω, θα φύγεις, αλλά ποτέ δεν το έκανες. Μέχρι που κάποια στιγμή έγινε κι αυτό. Για κάποιο λόγο είμαι αγχωμένη, μήπως και δε σε προλάβω. Κι αν φύγεις, πώς θα σε βρω; Δε χαριζόσουν εύκολα, γιατί να το κάνεις τώρα;

Μου φαίνεται αστείο που διακωμωδώ το όνειρό μου, αλλά είναι ο μοναδικός τρόπος να σε φέρω πάλι κοντά. Για κάποιο λόγο πηγαίνουμε στα αγαπημένα μου βραχάκια κι αναρωτιέμαι πώς γίνεται να πηγαίνεις κάπου που ποτέ δεν ήθελες. Μάλλον σου έλειψα κι αποφάσισες να μου κάνεις τα χατίρια, δεν εξηγείται αλλιώς.

Σε ρωτάω τι κάνεις, πώς είσαι, πώς είναι η ζωή σου. Αποβάλλω οτιδήποτε περίεργο και προσποιούμαι πως όλα είναι φυσιολογικά. Εγώ είμαι ερωτευμένη μαζί σου κι εσύ προσπαθείς να εξηγήσεις με τη λογική σου πώς γίνεσαι ευάλωτος κάθε φορά που με βλέπεις. Χάνεις, όμως, και νευριάζεις.

Νιώθω ασφαλής μαζί σου, θα προσπαθήσω να σου πω πως δε μου λείπεις. Αλλά είναι αυτό το χαμόγελο κι η ανεμελιά σου που δε με αφήνουν. Μαζεύεσαι στη ζακέτα σου κι εγώ γελάω με το πόσο άνετος μπορείς να το παίξεις. Αλλά μου λείπεις κι είναι κρίμα όλο αυτό. Δε θα αναλωθώ σε λεπτομέρειες, όμως, θα το ζήσω μέχρι να ξυπνήσω.

Μου λες λόγια που θα ήθελα να ακούσω, χαρίζεις φιλιά που δεν μπόρεσες να δώσεις κι είσαι αυτό που πάντα λησμονούσα, αλλά εσύ δεν μπόρεσες ποτέ να είσαι. Μα δε σε αδικώ. Εξάλλου, απ’ την αρχή ήμασταν τόσο αντίθετοι και δεν πίστεψα στιγμή ότι θα το βρίσκαμε στη μέση.

Εμείς ήμασταν για να το ζήσουμε λίγο. Κι αν σε θυμάμαι, ακόμα κι αν έχουν περάσει πόσα χρόνια, ήταν επειδή μαζί σου ήταν κάτι που δεν μπορούσα να εξηγήσω. Μην το πάρεις πάνω σου, όμως. Όλα αυτά είναι μέχρι να ξυπνήσω.

 

Συντάκτης: Χριστίνα Νικολοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη